Του Διονύση Κουσκούλη,
Οι μαρτυρίες συμφωνούν ότι στις 12 Οκτωβρίου 1904 (εκτός του Γεωργίου Βολάνη που υποστηρίζει ότι στις 11 Οκτωβρίου) ο Μελάς θα φθάσει στο χωριό της Στάτιστας μετά από μια ανηλεή μάχη, η οποία διεξήχθη στην περιοχή Νερέτ. Ο Μελάς πριν την άφιξη του στην Στάτιστα αποφάσισε να στείλει τηλεγράφημα στον οπλαρχηγό Ευθύμιο Καούδη, ο οποίος είχε στρατοπεδεύσει από τις 25 Σεπτεμβρίου στο χωριό Ζέλεβο, πληροφορώντας τον πως επιθυμεί να συναντηθούν. Ο Καούδης, όμως, δεν κατάφερε να συναντήσει τον Μελά, καθώς ο συμπολεμιστής του Παύλος Κύρου φρόντιζε το παιδί του αρνούμενος να το αφήσει μόνο του εξαιτίας της παραμονής κομιτατζήδων στα γειτονικά χωριά. Δύο άλλοι πιθανοί λόγοι για τον οποίο ο Καούδης δεν μπόρεσε να συναντηθεί με το Μελά ήταν η άρνηση του Κύρου να εγκαταλείψει το Ζέλοβο φοβούμενος μήπως οι παρακείμενοι Βούλγαροι πυρπολήσουν το χωριό και θανατώσουν τους φιλέλληνες κατοίκους του, και η καθυστερημένη έλευση γουνών που είχε ζητήσει ο Καούδης για τους άντρες του. Βέβαια, ο Καούδης παρέλαβε την 3η Οκτωβρίου επιστολή του Μελά που είχε συνταχθεί από την 1η Οκτωβρίου, στην οποία ο δεύτερος ζητά από τον πρώτο να συναντηθούν στο βουνό Βίρο και Εζέριτσα. Παράλληλα, ο Καούδης έστειλε στις 3 Οκτωβρίου το Ντίνα στη Στάτιστα για να μάθει περί των κινήσεων του Μελά. Μέχρι τη 13η Οκτωβρίου οι δύο άντρες δεν συναντήθηκαν. Όταν ο Μελάς ενημερώθηκε για την ανέφικτη συνάντηση με τον Καούδη εξαιτίας του Κύρου, αποφάσισε να βρει το δεύτερο. Ο ίδιος μαζί με σώμα 30-35 αντρών στρατοπέδευσαν στη Στάτιστα προς εύρεση καταλύματος και κρησφύγετου, καθώς το κοντινό χωριό, Κονοπλάτι, ήταν η έδρα του τουρκικού στρατού. Τη 13η Οκτωβρίου ο Μελάς έστειλε επιστολή στο Καούδη ότι έφθασε στη Στάτιστα και συνάντησε το Ντίνα. Στις 4 μ.μ. ο τουρκικός στρατός εισήλθε στο χωριό εισβάλλοντας σε σπίτια της άνω συνοικίας. Να σημειωθεί ότι η άφιξη του τουρκικού στρατού στο χωριό ενδεχομένως να οφειλόταν στη παραμονή του Βουλγάρου κομιτατζή, Μίτρου Βλάχου, ο οποίος όντας στη Στάτιστα, αν και ο μητροπολίτης Καστοριάς υποστηρίζει ότι βρισκόταν στο Κονοπλάτι, μήνυσε στον Τούρκο διοικητή του Κονοπλάτι ότι ο Μελάς βρισκόταν στη Στάτιστα. Βέβαια, ο Καραβαγγέλης ως μη αυτόπτης μάρτυρας των τεκταινόμενων εκείνης της ημέρας σφάλλει όχι μόνο σχετικά με την ακριβή θέση του Βλάχου, αλλά και με τον μήνα (Νοέμβριος). Με την αδικαιολογήτως πολύωρη πολιορκία της άνω συνοικίας, τα τουρκικά στρατεύματα θα κατευθυνθούν στη κάτω συνοικία. Πριν αρχίσει η εξιστόρηση των γεγονότων περί θανάτου του Μελά, η αφήγηση ως εδώ παρουσιάζει ορισμένες ανακρίβειες σχετικά με το αν ο Καραβαγγέλης γνώριζε τον αποστολέα (Μίτρο Βλάχο) του γράμματος, εφόσον το γράμμα ήταν ανώνυμο, και την πολύωρη πολιορκία του άνω μαχαλά.
Η λήξη της πολιορκίας του άνω μαχαλά θα σηματοδοτήσει την αρχή των γεγονότων που θα οδηγήσουν στο θάνατο του Παύλου Μελά. Οι μαρτυρίες που θα αξιοποιηθούν στη συγκεκριμένη εργασία, παρουσιάζουν ορισμένες ομοιότητες, αλλά κυρίως διαφορές ως προς τα πρόσωπα που συμμετείχαν και ως προς το θάνατο του Μελά. Από τις μαρτυρίες που διαθέτουμε από τους συμπολεμιστές του Μελά, δεν διευκρινίζεται ο ακριβής τρόπος με τον οποίο πέθανε ο Μελάς. Πιο συγκεκριμένα, προκειμένου να διατυπωθεί μία όσο το δυνατόν πιο ασφαλής εικασία για το θάνατο του Μελά, θα ήταν δόκιμο να γίνει μία αναφορά πρώτα στα υπόλοιπα πρόσωπα που βρίσκονταν μαζί του. Ο Μελάς κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του άνω μαχαλά διέμενε ο ίδιος μαζί με τους συντρόφους του, Νίκο Πύρζα, Στρατινάκη, Ντίνα, Θεόδωρο Βλάχο και Πέτρο Χατζητάση σε ένα σπίτι του κάτω μαχαλά, ενώ οι συμπολεμιστές του, Γιώργος Βολάνης, Χρήστος Παναγιωτίδης και άλλοι 5 κατέλυαν στο διπλανό σπίτι. Πριν επιχειρηθεί εξιστόρηση και επεξήγηση των γεγονότων σχετικά με το θάνατο του Μελά, να σημειωθεί ότι όλες οι μαρτυρίες δεν συγκλίνουν σε μια απόλυτη περιγραφή του θανάτου του. Κατ’ αρχάς, ο Στρατινάκης ως αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων έχοντας επιστρέψει στις 10.11.1904 στην Αθήνα δηλώνει ότι τη 13η Οκτωβρίου 1904 και ώρα 4 μ.μ. ο τουρκικός στρατός εισβάλλει στον άνω μαχαλά. Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του κάτω μαχαλά ανέφερε πως πρότεινε στο Μελά να απέλθουν από το σπίτι. Πράγματι, ο Μελάς μαζί με τους συντρόφους του προχώρησε προς ένα σπίτι, στο οποίο κατέλυσαν Τούρκοι, έναντι των οποίων έβαλε πυρ. Κατά τη διάρκεια της συμπλοκής ο Μελάς πληγώθηκε στη βουβωνική χώρα και οι συμπολεμιστές τον μετέφεραν στο κοντινό σπίτι, όπου μετά από 25 λεπτά ξεψύχησε. Ο Στρατινάκης και οι συναγωνιστές του υπέθεσαν ότι η σφαίρα χτύπησε το πουγκί με τις λίρες που έφερε ο Μελάς, διχοτομώντας 2 λίρες, οι οποίες τον πλήγωσαν στη κοιλιά. Ως πηγή η μαρτυρία του Στρατινάκη χαρακτηρίζεται από αξιοπιστία, γιατί ο ίδιος ήταν αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων. Παρ’ όλα αυτά περιέχει ένα ανακριβές σημείο που αφορά την αιτία θανάτου του Μελά, αφού άλλοι παρευρισκόμενοι συμπολεμιστές διατύπωσαν διαφορετικές απόψεις.
Ο Πέτρος Χατζητάσης στο μνημόσυνο προς τιμήν του Μελά στη Στάτιστα το 1927 υποστήριξε ότι ο θάνατος του Μελά προήλθε από εκπυρσοκρότηση του όπλου του Παύλου Πίρζα. Είναι ο μόνος που υποστηρίζει τη άποψη αυτή, ενώ παράλληλα καταλογίζει στο Πίρζα το θάνατο του Μελά εν απουσία του ιδίου. Μια τέτοια κατηγορία είναι άκρως ύποπτη, γιατί αφενός επισκιάζεται ο ηρωικός θάνατος του Μελά από τουρκικό βόλι, αφετέρου η αποκάλυψη μιας τέτοιας πληροφορίας στοχοποιεί τον απόντα Πίρζα και ίσως για αυτό να έμεινε κρυφή. Πάντως, καμία άλλη πηγή δεν αναφέρει αυτό το περιστατικό. Από την άλλη μεριά, βέβαια, στις δυο συναντήσεις του με τον Γεώργιο Μελά, ο Πίρζας απέφυγε να παραδεχτεί πως ο ίδιος αποτελείωσε το Παύλο Μελά, απλά αρκέστηκε στο τραυματισμό του Μελά από εχθρικό βόλι. Ενδεχομένως, ο Πίρζας να θεωρούσε δυσβάσταχτη και επονείδιστη τη παραδοχή.
Ένας άλλος συναγωνιστής του Μελά, ο Γεώργιος Βολάνης ήταν ένας από τους 7 που δεν κατάφεραν να διαφύγουν το βράδυ της 13ης Οκτωβρίου από τη Στάτιστα μαζί με τους 16 συναγωνιστές που δραπέτευσαν στο γειτονικό βουνό. Ο Βολάνης μαζί με το Παναγιωτίδη συνελήφθησαν από τις οθωμανικές αρχές τη 14η Οκτωβρίου και μεταφέρθηκαν στη Καστοριά. Ο Βολάνης υποστηρίζει ότι ο Μελάς αυτοκτόνησε με το περίστροφο, όμως ο ίδιος δεν ήταν αυτόπτης μάρτυρας της σκηνής και επομένως η μαρτυρία του δεν δύναται να χαρακτηρισθεί ως αξιόπιστη. Ακόμη, αναφέρει ότι η σορός του Μελά μεταφέρθηκε εντός 9 ημερών στη Καστοριά, όμως το ζήτημα της περιόδου για τη μεταφορά της σορού χρήζει συζητήσεως, καθώς ο αριθμός των ημερών που αναφέρει ο ίδιος, δεν συνάδει με τη μαρτυρία του Ιωάννη Καραβίτη.
Ο Καραβίτης επιβεβαιώνει το γεγονός του θανάτου του Μελά και τη σύλληψη του Βολάνη, όμως υποστηρίζει ότι η σορός του Μελά αφίχθη στη Καστοριά 3- 4 ημέρες μετά το θάνατο του αγωνιστή. Επίσης, ισχυρίζεται ότι η εισβολή του οθωμανικού στρατού δεν οφειλόταν ούτε στη προδοσία των ντόπιων ούτε στο Μίτρο Βλάχο. Αντιθέτως, εκφράζει τη δυσπιστία του για το Ντίνα εξαιτίας της πρώην υπαγωγής του στο Κομιτάτο, ο οποίος πρότεινε στο Μελά να παραμείνει στη Στάτιστα αντί να συναντηθεί, βάσει του Καραβίτη απευθείας με το Καούδη στο Ζέλοβο. Ακόμη, θεωρούσε ότι ο Κατσαμάκας και ο Καραλίβανος έχοντας καλύτερη κρίση από το Μελά δεν θα επέτρεπαν την απερίσκεπτη παραμονή σε ένα χωριό με αρκετό φιλοβουλγαρικό πληθυσμό. Βέβαια, το Προξενείο του Μοναστηρίου αίρει τη θέση του Καραβίτη παραθέτοντας ότι ο Μίτρος Βλάχος έστειλε πρόσωπο να ειδοποιήσει τον Οθωμανό διοικητή στο Κονοπλάτι ότι δήθεν ο ίδιος βρίσκεται στη Στάτιστα. Ο Βλάχος ανακάλυψε από πληροφορίες των χωρικών και των κατασκόπων την οικία, στην οποία κατέλυσε ο Μελάς και υπέδειξε στο άτομο που έστειλε στο Κονοπλάτι να καθοδηγήσει τον Οθωμανό λοχαγό στο σπίτι, όπου δήθεν διέμενε ο ίδιος ο Βλάχος. Επίσης, το Προξενείο ενημερώνει το Υπουργείο Εξωτερικών στις 25 Οκτωβρίου 1904 ότι η σορός αφίχθη στις 24 Οκτωβρίου στη Καστοριά. Επομένως, στο σημείο αυτό το έγγραφο του Υπουργείου σχετικά με την προδοσία του Βλάχου και την ημερομηνία άφιξης της σορού είναι περισσότερο αξιόπιστη από τα δεδομένα του Βολάνη και Καραβίτη. Τέλος, ο πρόξενος αναφέρει στην επιστολή προς το Υπουργείο Εξωτερικών στις 19 Οκτωβρίου ότι ο Μελάς τραυματίστηκε στις 6:30 μ.μ. και απεβίωσε στις 7 μ.μ. από σφαίρα στην οσφυϊκή χώρα, η οποία τρύπησε τη φυσιγγιοθήκη και το σακούλι με τα νομίσματα. Η ώρα θανάτου του Μελά συνάδει με την εκτίμηση του Στρατινάκη, όμως η αναφορά του προξένου σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο απεβίωσε ο Μελάς, επιβεβαιώνει τις επιφυλάξεις που προέκυψαν από τον αμφίβολο ισχυρισμό του Βολάνη.
Άλλη πηγή, η οποία παραδίδει πληροφορίες για το θάνατο του Παύλου Μελά, είναι ο μητροπολίτης Καστοριάς, Γερμανός Καραβαγγέλης. Ο Καραβαγγέλης ανέφερε ότι ο Μελάς τραυματίστηκε από εχθρική σφαίρα στη βουβωνική χώρα, καθώς απερχόταν μόνος του από την οικία. Αυτή η πληροφορία δεν συνάδει, όμως, με τις μαρτυρίες που παραθέτουν ότι ο αποθανών συνοδευόταν από τους συντρόφους του. Επίσης, ο Καραβαγγέλης ως πηγή δεν μπορεί να θεωρηθεί αξιόπιστη, αφού συγχέει το μήνα Οκτώβριο με το μήνα Νοέμβριο. Ακόμη, περιέγραψε πως συνελήφθησαν 7 σύντροφοι του Μελά, οι οποίοι κατέλυσαν στο ίδιο σπίτι με αυτόν. Όμως, στην ουσία συγχέει τους συλληφθέντες Βολάνη, Παναγιωτίδη και τους υπόλοιπους 5, οι οποίοι είχαν καταλύσει στη διπλανή οικία, με τους διασωθέντες συντρόφους του Μελά, οι οποίοι διέμεναν στο ίδιο σπίτι με αυτόν. Ο Παναγιωτίδης, ένας από τους συλληφθέντες συντρόφους παρέθεσε μόνο ότι στις 10 μ.μ. άκουσε πυροβολισμούς από την οικία του Μελά και το κρότο του επαναληπτικού όπλου του Μελά. Η εγκυρότητα αυτού του τεκμηρίου, όμως, αντιτίθεται στη παραπάνω μαρτυρία του προξένου και του Στρατινάκη ότι ο Μελάς απεβίωσε στις 7 μ.μ. Ενδεχομένως, ο Μελάς να είχε ήδη αποβιώσει και κάποιος άλλος συναγωνιστής να πυροβολούσε με το επαναληπτικό όπλο ή ο Βολάνης να παράκουσε ή να άκουσε το όπλο ενός Οθωμανού αξιωματικού.
Η τελευταία μαρτυρία αφορά τον Νικόλαο Πίρζα. Πρόκειται για μια αμφιλεγόμενη περίπτωση, καθώς αποκαλύφθηκε ότι ο ίδιος σε διαφορετικές μαρτυρίες καταθέτει αποκλίνοντα μεταξύ τους στοιχεία. Ο Πίρζας παραθέτει στα απομνημονεύματα του ότι ο Μελάς απεβίωσε έχοντας υποκύψει στα τραύματα που προέκυψαν από εχθρική σφαίρα. Επιβεβαιώνει αυτό το οποίο διατυπώθηκε και στις περισσότερες από τις παραπάνω πηγές, προσθέτοντας ότι ο ίδιος μαζί με τους συντρόφους του έκρυψαν τη σορό σε ένα σπίτι. Ακόμη, ανέφερε κάτι το οποίο επιβεβαιώνει και η εφημερίδα «Εμπρός», δηλαδή ότι ο Μελάς, πριν αποβιώσει παρέδωσε στον ίδιο το χρυσό σταυρό, παρακαλώντας τον να το δώσει στη γυναίκα του. Επίσης, τον παρακάλεσε να παραδώσει το τουφέκι στο γιό του, Μίκη. Στο ημερολόγιο, όμως, του Φιλίππου Δραγούμη, ομολογεί ότι ο Μελάς επιχείρησε να αυτοκτονήσει με το περίστροφο, αλλά εκείνος τον απέτρεψε και στη συνέχεια ο Ντίνας τον προέτρεψε να τον λυτρώσουν, κάτι το οποίο δεν συνέβη, με αποτέλεσμα ο Μελάς να υποκύψει μετά από μία ώρα, διάρκεια που είναι αντίθετη με αυτή που παρέθεσε ο πρόξενος και ο Στρατινάκης. Επίσης, συμπλήρωσε ότι ο Μελάς λαβώθηκε στη σκάλα του σπιτιού χωρίς να είναι ο ίδιος παρών. Τέλος, επιβεβαιώνει στην επιστολή που έστειλε ο Μίτρος Βλάχος στο Κονοπλάτι, πληροφορία που συνάδει με το έγγραφο του προξένου στις 17 Οκτωβρίου 1904. Ο Δραγούμης επιβεβαιώνει ότι ο Πίρζας έστειλε το σταυρό, το τουφέκι, το μετάλλιο και τα δύο νομίσματα που διχοτόμησε η σφαίρα.
Ζει στην Θεσσαλονίκη, όπου σπουδάζει Ιστορία και Αρχαιολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο. Γνωρίζει άριστα αγγλικά και γερμανικά, ενώ έχει συμμετάσχει σε μία σειρά προγραμμάτων, σεμιναρίων και επιστημονικών συνεδρίων. Στον ελεύθερο του χρόνο, ασχολείται με την μουσική.