Της Ειρήνης Βαρελτζίδου,
Η επιτροπεία ανηλίκου αποτελεί θεσμό του οικογενειακού δικαίου με κυρίαρχο και πρωταρχικό σκοπό την προστασία κάθε ανηλίκου που δεν τυγχάνει «προστασίας» από τους γονείς του. Η αναγκαιότητα της ύπαρξης του ανωτέρω θεσμού είναι ολοφάνερη στις περιπτώσεις, όπου η γονική μέριμνα δεν υπάρχει καθόλου ή αδρανεί. Με το θεσμό αυτό ρυθμίζονται ειδικότερα: η επιμέλεια του προσώπου, η διοίκηση της περιουσίας του και η από το νόμο αντιπροσώπευσή του.
Σημαντική παράμετρος του θεσμού αποτελούν οι περιπτώσεις που ο ανήλικος τελεί υπό επιτροπεία, οι οποίες αναφέρονται ρητά στο άρθρο 1589 του Αστικού Κώδικα (στο εξής: ΑΚ)και είναι οι εξής: 1. όταν κανένας γονέας δεν έχει τη γονική μέριμνα είτε επειδή το παιδί είναι αγνώστων γονέων, είτε επειδή η γονική μέριμνα των δύο γονέων έχει παύσει (π.χ. λόγω θανάτου ή αφάνειας) ή όταν εκπέσει από αυτή ο γονέας που έχει μόνος του τη γονική μέριμνα, 2. όταν κανένας γονέας (αν και έχει τη γονική μέριμνα) δεν μπορεί να ασκήσει τη γονική μέριμνα για πραγματικούς λόγους (π.χ. βρίσκεται σε φυλάκιση) ή νομικούς λόγους (π.χ. βρίσκεται σε δικαστική συμπαράσταση), 3. όταν το δικαστήριο διορίσει επίτροπο σε περίπτωση αφαίρεσης άσκησης γονικής μέριμνας και από τους δύο γονείς, λόγω κακής άσκησής της ή σε περίπτωση που αφαιρέθηκε η γονική μέριμνα και από τους δύο γονείς με δική τους αίτηση, λόγω του ότι αδυνατούσαν να ανταποκριθούν στο καθήκον τους, 4. όταν το δικαστήριο αναθέσει την άσκηση της γονικής μέριμνας σε τρίτον σε περίπτωση ακύρωσης γάμου, διαζυγίου ή διακοπής συμβιώσεως, αν αυτό επιβάλλεται από το συμφέρον του τέκνου, 5. σε περίπτωση αναδοχής, όπου οι ανάδοχοι γονείς καθίστανται με αίτησή τους επίτροποι.
Δεύτερη σημαντική παράμετρος είναι τα υπεύθυνα όργανα της επιτροπείας, τα οποία είναι το δικαστήριο, ο επίτροπος και το εποπτικό συμβούλιο. Ειδικότερα, το δικαστήριο διατάσσει, ύστερα από αίτηση ή και αυτεπαγγέλτως, την επιτροπεία, διορίζει τον επίτροπο και ορίζει τα σχετικά με την οργάνωση και τη λειτουργία της, σύμφωνα με το νόμο. Οι δημόσιοι ή οι δημοτικοί υπάλληλοι, οι εισαγγελείς και τα όργανα των αρμοδίων κοινωνικών υπηρεσιών οφείλουν να γνωστοποιούν στο δικαστήριο κάθε περίπτωση που συνεπάγεται το διορισμό επιτρόπου αμέσως μόλις την πληροφορούνται κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Την ίδια υποχρέωση έχουν και οι συγγενείς εξ αίματος του ανηλίκου έως τον τρίτο βαθμό. Ο επίτροπος διορίζεται πάντοτε από το δικαστήριο. Επίτροπος διορίζεται κατά προτίμηση ένα από τα ακόλουθα πρόσωπα με τη σειρά που αναφέρονται στο νόμο, ήτοι: 1. ο ενήλικος σύζυγος του ανηλίκου, 2. το φυσικό πρόσωπο που ορίστηκε με διαθήκη ή με δήλωση στον ειρηνοδίκη ή σε συμβολαιογράφο από όποιον ασκούσε τη γονική μέριμνα κατά το χρόνο της δήλωσης και κατά το θάνατό του, 3. το κατά την κρίση του δικαστηρίου καταλληλότερο πρόσωπο με προτίμηση προς τους πλησιέστερους συγγενείς του ανηλίκου(ΑΚ 1591-1592).
Ο επίτροπος οφείλει να συντάσσει παρουσία εκπροσώπου του εποπτικού συμβουλίου απογραφή της περιουσίας που υπάρχει ή που περιέρχεται στον ανήλικο μετά το διορισμό του και υπάγεται στη διοίκηση αυτού. Ορισμένες πράξεις του επιτρόπου απαιτούν την προηγούμενη άδεια του εποπτικού συμβουλίου και άλλες σχετική άδεια του δικαστηρίου με προηγούμενη γνωμοδότηση του εποπτικού συμβουλίου. Κάθε πράξη του που επιχειρήθηκε χωρίς τις διατυπώσεις που τάσσει ο νόμος είναι άκυρη. Περαιτέρω, ο επίτροπος έχει υποχρέωση να λογοδοτεί στο εποπτικό συμβούλιο κάθε χρόνο. Το εποπτικό συμβούλιο μπορεί να καθορίζει τη λογοδοσία σε αραιότερα διαστήματα πάντως όχι μεγαλύτερα από μια πενταετία, αν οι περιστάσεις δεν δικαιολογούν την ετήσια λογοδοσία. Ο επίτροπος μετά το τέλος της επιτροπείας του έχει υποχρέωση να παραδώσει την περιουσία που διοίκησε και να λογοδοτήσει για την όλη διοίκησή του. Τέλος, το εποπτικό συμβούλιο, που διορίζεται από το δικαστήριο, πέραν από τις γνωμοδοτήσεις του σε θέματα επιτροπείας, εποπτεύει το έργο του επιτρόπου και ασκεί έλεγχο προληπτικά και κατασταλτικά. Το εποπτικό συμβούλιο, αποτελούμενο από τρία έως πέντε μέλη, συγκροτείται από συγγενείς του ανηλίκου ή φίλους των γονέων του. Επιπρόσθετα, μπορεί, αν κρίνει ότι το επιβάλλει το συμφέρον του ανηλίκου, ιδίως γιατί δεν υπάρχουν κατάλληλοι συγγενείς ή φίλοι ή συντρέχει άλλος σπουδαίος λόγος, να διορίσει ως μέλος του εποπτικού συμβουλίου και ένα όργανο της κοινωνικής υπηρεσίας ή να αναθέσει σε εξαιρετικές περιπτώσεις αποκλειστικά σ` αυτό τα έργα του εποπτικού συμβουλίου.
Τρίτη σημαντική παράμετρος του θεσμού είναι πότε παύει να υπάρχει ο επίτροπος. Η επιτροπεία λήγει με την ενηλικίωση του ανηλίκου ή το θάνατό του. Το λειτούργημα του επιτρόπου ακόμα παύει αυτοδικαίως, αν αυτός, μετά την έναρξη της επιτροπείας, χάσει εν όλω ή εν μέρει τη δικαιοπρακτική του ικανότητα ή τεθεί υπό προσωρινό δικαστικό συμπαραστάτη ή αν κηρυχθεί σε αφάνεια ή τέλος αν διαταχθεί δικαστική επιμέλεια των υποθέσεών του.
Εν κατακλείδι, η επιτροπεία ανηλίκου επισφραγίζει την άποψη ότι το οικογενειακό δίκαιο προστατεύει όλες τις οικογενειακές σχέσεις με ευρεία έννοια και δεν περιορίζεται μόνο στις σχέσεις που δημιουργούνται μεταξύ των συζύγων και των συγγενών. Για άλλη μια φορά, ο νόμος προστατεύει τον ανήλικο που βρίσκεται σε μια δυσμενή κατάσταση, καθώς μέσα από την επιτροπεία δίνεται η δυνατότητα στον ανήλικο που δεν τυγχάνει «προστασίας» από τους γονείς του, να υπάρξει κατά μια έννοια υποκατάσταση της οικογένειας.
Πηγές
- Οικογενειακό Δίκαιο, Απόστολος Γεωργιάδης, 2017
- Οικογενειακό Δίκαιο, Ε. Κουνουγέρη-Μανωλεδάκι, 2018
- Η επιτροπεία ανηλίκων, Καλλιρρόη Παντελίδου, 2007
Γεννήθηκε το 1996 στη Θεσσαλονίκη. Είναι φοιτήτρια στη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Από ξένες γλώσσες γνωρίζει γερμανικά και άπταιστα, αγγλικά. Από μικρή της άρεσε η ενασχόληση με πολιτικά, κοινωνικά και νομικά θέματα, για αυτό έχει συμμετάσχει σε πολλά σεμινάρια και συνέδρια (όπως στη Βουλή των Εφήβων, σε μοντέλα Ηνωμένων Εθνών, στο Μοντέλο Βουλής των Ελλήνων). Αρθρογραφεί για νομικά θέματα, κυρίως οικογενειακής φύσεως