Του Ραφαήλ-Νικόλαου Μπελενιώτη,
Για την ΔΗΜΑΡ, σύμφωνα με την ανακοίνωση της Κ.Ε, το Κίνημα Αλλαγής (ΚΙΝΑΛ) απέτυχε στην προσπάθεια δημιουργίας ενός ισχυρού κεντροαριστερού πόλου μέσα στο ελληνικό πολιτικό σκηνικό.
Η ΔΗΜΑΡ δεν βλέπει πλέον στο ΚΙΝΑΛ ένα πολυσυλλεκτικό χώρο ικανό να φέρει κοντά και να προσελκύσει προοδευτικούς πολίτες, αλλά ένα «περίκλειστο κόμμα», το οποίο προβαίνει σε συντηρητικές αναδιπλώσεις και κείται μακράν «όχι μόνο της Ευρωπαϊκής Αριστεράς αλλά και της Ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας».
Ο «Ρουβίκωνας» της ΔΗΜΑΡ
Η ΔΗ.ΜΑΡ φαίνεται να έχει διαβεί τον «Ρουβίκωνα» της, όσον αφορά τις πολιτικές και οργανωτικές σχέσεις της με το ΚΙΝΑΛ. Η έλλειψη αναστοχασμού των σφαλμάτων από μέρους της ηγεσίας του ΚΙΝΑΛ, η απαξιωτική αντιμετώπιση στελεχών που αποχωρούν από το κόμμα, η φίμωση των μικρών συνιστωσών, συμπεριλαμβάνονται στον νέο-παπανδρεισμό της Φώφης Γεννηματά, όπου και η ΔΗ.ΜΑΡ βλέπει την προσπάθεια αναβάπτισης ή και ολικής αναγέννησης του ΠΑΣΟΚ.
«Η ΔΗ.ΜΑΡ όλο αυτό το διάστημα έχει επιλέξει να ασκεί προγραμματική εποικοδομητική και όχι στείρα αντιπολίτευση , μακριά από τις λογικές που διχάζουν την κοινωνία και ενισχύουν την πόλωση με μοναδικό στόχο το μικροκομματικό όφελος (..). Αυτό είναι το στίγμα μιας σύγχρονης σοσιαλδημοκρατίας του 21ου αιώνα που αποδέχεται την παγκοσμιοποίηση επιδιώκοντας δημοκρατικές και κοινωνικές ρυθμίσεις που αποστρέφονται κάθε εθνικισμό και λαϊκισμό, που υπερασπίζεται την κοινοβουλευτική δημοκρατία και αγωνίζεται για τα δικαιώματα όσων βιώνουν τον αποκλεισμό, όχι μόνο στην οικονομία αλλά σε κάθε πεδίο του κοινωνικού χώρου..»
Σύμφωνα όμως με την Κ.Ε. της ΔΗ.ΜΑΡ, στο πολιτικό χώρο του ΚΙΝΑΛ επικράτησε ο νεοσυντηρητισμός, ο παρωχημένος πολιτικός λόγος και η υποτίμηση της ενότητας. Ενώ βασίλεψε στο έπακρο η μικροπολιτική, οι πρακτικές δομές του πολιτικού προσωπικού που άσκησε κυβερνητισμό όλα τα προηγούμενα χρόνια.
Η Συμφωνία των Πρεσπών
Η ΔΗ.ΜΑΡ με προηγούμενη απόφαση της Κ.Ε. είχε επικυρώσει την σταθερή θέση της στην επίλυση του Μακεδονικού. Η Κ.Ε. που έλαβε χώρα στις 20 Ιανουαρίου είχε αποφασίσει να πει «Ναι» στη συμφωνία.
Έπειτα από την απόφαση της Κ.Ε. για «Ναι» η Φώφη Γεννηματά, πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ, ανακοίνωσε την διαγραφή Θεοχαρόπουλου από την Κ.Ο. της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, θέτοντας de facto την ΔΗ.ΜΑΡ εκτός του ΚΙΝΑΛ. Η Εκτελεστική Επιτροπή που έλαβε χώρα στις 22 Ιανουαρίου ουσιαστικά διέγνωσε το τετελεσμένο των εξελίξεων. Έπειτα ακολούθησε η αποχώρηση μελών της ΔΗ.ΜΑΡ από στελεχικές θέσεις του ΚΙΝΑΛ, από Τομείς Πολιτικής και από ψηφοδέλτια βουλευτικών εκλογών.
Το κόμμα επισημαίνει ότι θα δώσει τη μάχη της ανασυγκρότησης του κεντροαριστερού χώρου, υπό τη θέση της ανανεωτικής αριστεράς. Απώτερος στόχος η εκπροσώπηση των προοδευτικών πολιτών που δεν τους εκφράζει η Ν.Δ., το ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΙΝΑΛ. Έχουν ήδη προχωρήσει διαδικασίες για την σύνθεση των δυνάμεων αυτών. Παράδειγμα αποτελεί η πρωτοβουλία «Για μια νέα αρχή» , η οποία παρουσιάζεται ως ένα επιχείρημα από «τα κάτω» , από τη βάση , με ανθρώπους της κοινωνίας των πολιτών και της ανανεωτικής αριστεράς. Αναμένεται από το κόμμα μέσα στο επόμενο διάστημα, να τεθεί σε εφαρμογή ένας οδικός χάρτης, ο οποίος θα περιλαμβάνει «εξορμήσεις» στελεχών σε μεγάλες πόλεις αλλά και στη επαρχία για την διοργάνωση ανοιχτών πολιτικών εκδηλώσεων και συνεντεύξεων Τύπου.
Μετά τον «απεγκλωβισμό» από το ΚΙΝΑΛ ανοίγει για τη ΔΗ.ΜΑΡ ο δρόμος για να αναδείξει την προοδευτική ατζέντα της, απέναντι σε κάθε συντήρηση, ανταποκρινόμενη στις απαιτήσεις των προοδευτικών πολιτών. Κυρίως όμως γεννάται η ευκαιρία για ένα νέο ξεκίνημα, τόσο για την κεντροαριστερά όσο και μια νέα αφετηρία για την σύγχρονη ελληνική ανανεωτική αριστερά. Αναμφίβολα, είναι συνάμα και μια περίοδος «ταχύ» αναστοχασμού, εκατέρωθεν.
Ευρωεκλογές
Εν όψει των Ευρωεκλογών φαίνεται να σχηματίζονται δύο κύριες γενικές πολιτικές τάσεις. Από την μία όλα τα λαϊκίστικα, ενίοτε και ακροδεξιά μορφώματα (άλλωστε πολλά από αυτά σχημάτισαν το προηγούμενο διάστημα κυβερνήσεις με φορείς τις ακροδεξιάς) , μορφώματα του εθνικού προστατευτισμού και του κοινωνικού συντηρητισμού. Από την άλλη βρίσκονται οι δυνάμεις οι οποίες αποστρέφονται τις εθνικές αναδιπλώσεις, προωθούν τον κοσμοπολιτισμό και τα δικαιώματα όσων τα στερούνται, μέσα από κοινές ευρωπαϊκές λύσεις.
Σε μια εποχή που τα πολιτικά σύνορα καθίστανται δυσδιάκριτα οφείλουμε να ανοίξουμε μια παρένθεση, εξηγώντας την χρήση του χαρακτηρισμού ή του όρου «λαϊκιστικά-ο», για να κατανοήσουμε ίσως καλύτερα τον πολιτικό Ευρωχάρτη.
Φυσικά και δεν υπάρχει μια πανάκεια, κοινή παραδοχή για τον ορισμό ή και τον χαρακτηρισμό ενός κινήματος ή ενός κόμματος ως λαϊκιστικό. Υπάρχει μια πληθώρα σχολών, που περισσότερο συγχέει και μπερδεύει, παρά ξεδιαλύνει την θολούρα γύρω από αυτό το ζήτημα. Στο παρόν άρθρο, ας σταθούμε αρχικά στην προσπάθεια του Ernesto Laclau, να βρει την βασική διαφορά μεταξύ επαναστατικών και λαϊκίστικων κινημάτων. Ο Laclau υποστηρίζει (Ernesto Laclau, Politics and Ideology In Marxist Theory, 1977), ότι όπως οι ταξικές διαιρέσεις προκαλούν και δημιουργούν ιδεολογίες οι οποίες συγκροτούν τον λαό σαν ταξικό υποκείμενο, στο απλό πολιτικό επίπεδο η αντικειμενική διαίρεση μεταξύ λαού και πολιτικού κατεστημένου, εγκαλεί τον «λαό» ως υποκείμενο. Για τον Laclau λαϊκισμός είναι ακριβώς η γέννηση λαϊκών ιδεολογιών αντιθετικών προς το προσωπικό εξουσίας (συγκρότημα εξουσίας). Όταν αυτό συμβαίνει εκ των «εκμεταλλευόμενων» τάξεων είναι αριστερός λαϊκισμός (Περονισμός) , ενώ όταν συντελείται από μια μερίδα της «κυρίαρχης» ελίτ είναι δεξιός λαϊκισμός, (π.χ. ναζισμός).Έπειτα φυσικά, παίζει ρόλο και η δομή/τρόπος οργάνωσης του κόμματος και του κινήματος. Ένα κόμμα αρχών, αδυνατεί να είναι λαϊκίστικο λόγω δομής (και ας υπάρχουν λαϊκιστές μέλη). Τα λαϊκίστικα κόμματα (δεξιά και αριστερά) δεν έχουν σοβαρές εσωτερικές δομές και οι κανονισμοί παραγκωνίζονται πανεύκολα από τον ηγέτη. Τέλος, ένα λαϊκίστικο κίνημα φτάνει να ανατρέπει μονάχα την εκάστοτε νόρμα εξουσίας , το εκάστοτε πολιτικό προσωπικό, το εκάστοτε «πολιτικό καρτέλ». Σε αντίθεση με τα επαναστατικά κινήματα τα οποία φτάνουν να ανατρέπουν τις οικονομικές και κοινωνικές δομές μιας κοινωνίας ( πχ. Ρώσικη επανάσταση).
Μέσα σε αυτόν τον πολιτικό χάρτη λοιπόν, η ΔΗ.ΜΑΡ θα παίξει το στοίχημα να μετεξελιχτεί από μια πρώην συνιστώσα ενός ομοσπονδιακού κεντροαριστερού φορέα, σε ένα νέο και ενιαίο κόμμα της ελληνικής κεντροαριστεράς και της Ευρωπαϊκής προόδου. Δεν είναι ένα απλό συλλογικό θέμα ταυτότητας αλλά ένα θέμα σύλληψης του αναλόγου οράματος , της ανάλογης αντίληψης για το μέλλον της ΔΗ.ΜΑΡ.
Η ΔΗ.ΜΑΡ για τις ερχόμενες Ευρωεκλογές θεωρεί βασικό καθήκον «των προοδευτικών δυνάμεων σε όλη την Ευρώπη» την ήττα του Εθνολαϊκισμού και της Ακροδεξιάς. Η ΔΗ.ΜΑΡ φαίνεται να δηλώνει πολιτική πίστη στην οικογένεια των Δημοκρατών και Σοσιαλιστών και στο μανιφέστο του Ευρωπαϊκού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος «Ένα νέο Κοινωνικό Συμβόλαιο για την Ευρώπη», υιοθετώντας το συνολικά. Στις 4 Μαρτίου μέλη του κόμματος θα παρευρεθούν της ομάδας της Προοδευτικής Συμμαχίας των Σοσιαλιστών & Δημοκρατών, ενώ το παρών θα δώσει και ο Ούντο Μπούλμαν ο πρόεδρος των Σοσιαλιστών & Δημοκρατών.
«Γέφυρα»
Η ΔΗ.ΜΑΡ δεν έχει δώσει ιδιαίτερα σημάδια ότι πρωτοστατεί στην προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να απευθυνθεί στην κεντροαριστερά, με την γνωστή «Γέφυρα». Πάντως η ίδια δηλώνει ότι παρακολουθεί τις ζυμώσεις και είναι ανοιχτή σε «προγραμματικές συζητήσεις», έχοντας μάλλον αποκλείσει το ενδεχόμενο συνεργασίας με το ΣΥΡΙΖΑ.
Τέλος, εντός Μαρτίου αναμένεται να πραγματοποιηθεί επίσκεψη από κλιμάκιο της ΔΗ.ΜΑΡ στη Βόρεια Μακεδονία όπου θα έχει και μια συνομιλία με τον Ζόραν Ζάεφ, σε ένδειξη ειρήνης και φιλίας. Μέχρι τις 10 Μαρτίου, σύμφωνα με πηγές του κόμματος, θα έχουν ανακοινωθεί και τα πρόσωπα που θα στελεχώσουν τα ψηφοδέλτια, στην μάχη της ΔΗ.ΜΑΡ για τις Ευρωεκλογές.
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1999. Είναι τελειόφοιτος του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, με κατεύθυνση στην Ιστορία. Αρέσκεται στο να αποκωδικοποιεί την τρέχουσα επικαιρότητα μέσω της αρθρογραφίας.