Του Σωτήρη Σωτηρίου,
Στα πλαίσια της οικονομικής μεγέθυνσης, αλλά και της οικονομικής ανάπτυξης, που έχει θεμελιώδη σημασία για μια οικονομία, ένα από τα βασικότερα στοιχεία που διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο είναι εκείνο της επένδυσης. Το θέμα όμως είναι τι είναι τελικά η επένδυση, πώς προκύπτει και σε τι συνεισφέρει.
Αρχικά, ο λόγος που επισημαίνω τόσο τη μεγέθυνση, όσο και την ανάπτυξη, είναι ότι οι δύο έννοιες αν και συγχέονται, στην πραγματικότητα υπάρχουν διαφορές ανάμεσά τους. Η μεν μεγέθυνση είναι η βελτίωση των οικονομικών δεδομένων, των οικονομικών μεταβλητών μιας οικονομίας συνολικά, ενώ η ανάπτυξη είναι η βελτίωση όχι μόνο των οικονομικών, αλλά και μη οικονομικών μεταβλητών, όπως η υγεία, η εκπαίδευση, το προσδόκιμο ζωής. Δηλαδή, η μεγέθυνση είναι ένας ποσοτικός δείκτης, ενώ η ανάπτυξη ένας ποιοτικός. Παρ’όλα αυτά, οι δύο έννοιες συνυπάρχουν συνήθως, καθώς η μεγέθυνση αποτελεί προϋπόθεση για την ανάπτυξη. Αναντίρρητα λοιπόν, και στις δύο περιπτώσεις, η επένδυση συνιστά αναγκαίο και θεμελιώδες κομμάτι τους.
Οι επενδύσεις, μια επιθυμητή έννοια για κάθε χώρα, πολύ παραπάνω σε περίοδο κρίσης, αφού είναι και αναγκαία προϋπόθεση για την οικονομική ανάκαμψη, κυρίως μέσω των Άμεσων Ξένων Επενδύσεων, είναι το κεφάλαιο που χορηγείται για ανάπτυξη, βελτίωση υποδομών, εγκαταστάσεων, εξοπλισμού, για περαιτέρω επέκταση των οικονομικών δραστηριοτήτων. Η επένδυση συνιστά μία από τις συνιστώσες του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ), μαζί με την κατανάλωση, τις δημόσιες δαπάνες και τις καθαρές εξαγωγές (δηλαδή τις εξαγωγές μείον τις εισαγωγές). Ωστόσο, η έννοια με την οποία συνδέεται η επένδυση για να επιτευχθεί, είναι η αποταμίευση. Η αποταμίευση διακρίνεται σε ιδιωτική και δημόσια και είναι ουσιαστικά το εισόδημα που απομένει στα νοικοκυριά μετά την πληρωμή φόρων και κατανάλωσης, το ποσό που δεν δαπανάται από το εισόδημα των πολιτών, αλλά «αποθηκεύεται» για μελλοντική χρήση, και αντίστοιχα η δημόσια αποταμίευση είναι τα φορολογικά έσοδα που απομένουν στο κράτος μετά την πληρωμή των δημοσίων δαπανών. Εφόσον, αποταμίευση είναι λοιπόν το ποσό που απομένει μετά την κατανάλωση, αλλά και τις δημόσιες δαπάνες (που όπως προαναφέραμε αποτελούν κομμάτι του ΑΕΠ) είναι φανερό πως πλέον η αποταμίευση ισοδυναμεί με την επένδυση, μια άλλη συνιστώσα του ΑΕΠ. Η αποταμίευση είναι μία από τις εκροές από την κυκλική ροή, που επανεμφανίζεται στην οικονομία ως επένδυση.
Μια επένδυση μπορεί να εκπληρωθεί είτε με ίδια κεφάλαια είτε μέσω της χρηματοοικονομικής αγοράς (μετοχές ή ομόλογα) είτε μέσω της χορήγησης ενός δανείου από μια τράπεζα ή ακόμη και με επένδυση σε ένα αμοιβαίο κεφάλαιο. Στη σύγχρονη οικονομία, που το σύστημα είναι πολύπλοκο, το χρηματοοικονομικό σύστημα είναι λοιπόν εκείνο που συνδέει αποταμιευτές και δανειολήπτες, μεταφέρει δηλαδή τους πόρους από τους θετικούς στους αρνητικούς αποταμιευτές. Ταυτόχρονα, όπως είναι σαφές παρά την σημασία των χρηματαγορών (άμεση πρόσβαση στα κεφάλαια), μεγαλύτερη είναι η συνεισφορά από την έμμεση πρόσβαση και κυρίως μέσω των κύριων χρηματοοικονομικών διαμεσολαβητών, που είναι οι τράπεζες. Η κύρια λειτουργία τους είναι να μετασχηματίζουν μια «δεξαμενή» από καταθέσεις που διαθέτουν για να χορηγούν δάνεια για αυτούς που τα χρειάζονται προκειμένου να επενδύσουν. Συνεπώς, η αποταμίευση κατέχει εξέχουσα σημασία, καθώς μετασχηματίζεται στο χρηματοοικονομικό σύστημα και δημιουργεί την επένδυση, που αποτελεί και θεμέλιο λίθο για την άνθιση των οικονομικών δραστηριοτήτων.
Αυτή η κατάσταση βέβαια φανερώνει πως για μια κυβέρνηση πρέπει να είναι κύριος σκοπός της το να δίνει κίνητρα για αποταμίευση, αλλά και για επενδύσεις. Αυτός μπορεί να επιτευχθεί, κυρίως μέσω της πολιτικής που θα ακολουθηθεί στη φορολογία, καθώς αν η αποταμίευση φορολογείται ελαφρύτερα, τα νοικοκυριά θα έχουν περαιτέρω κίνητρα για αποταμίευση. Ταυτόχρονα, αναγκαίες είναι και οι φορολογικές ελαφρύνσεις που κάνουν τις επενδύσεις πιο ελκυστικές. Βέβαια, στα πλαίσια προσέλκυσης επενδύσεων, περά από το ευνοϊκό φορολογικό κλίμα, που διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο, αναγκαίες είναι μια σειρά προϋποθέσεων, όπως η πολιτική σταθερότητα, η ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης, η έλλειψη γραφειοκρατίας. Επομένως, η προσέλκυση επενδύσεων, αλλά και η βάση τους, η αποταμίευση, πρέπει να αποτελεί πρωταρχικό στόχο των κυβερνήσεων.
Εν συνεχεία, η επέκταση των δραστηριοτήτων που θα επιφέρει μια επένδυση έχει θετικά αποτελέσματα για την οικονομία. Κατ’αρχάς, οδηγεί στην αύξηση της απασχόλησης, δηλαδή της μείωσης της ανεργίας, αφού δημιουργούνται ευνοϊκές συνθήκες. Επιπλέον, βελτιώνει την παραγωγικότητα, την ανταγωνιστικότητα και «γεννά» συνθήκες καινοτομίας.
Καταλήγοντας, συνοψίζουμε στο εξής: η επένδυση κατέχει καίρια θέση στην οικονομική ζωή, συνδέεται άρρηκτα με την αποταμίευση και οδηγεί σε θετικά αποτελέσματα. Έτσι, καθίσταται σαφές πως οι κυβερνήσεις οφείλουν να χαράσσουν πολιτικές που να δίνουν κίνητρα για τέτοιου είδους επιλογές και να εξασφαλίζουν τις συνθήκες, αλλά και το εκάστοτε νομοθετικό πλαίσιο που θα ευνοεί την εκπλήρωσή τους.