Της Άννας Κομπόγιαννου,
Ο όρος «επιδημία» χρησιμοποιείται για να περιγράψει μία επίκαιρη αρρώστια που εξαπλώνεται με ταχύτατους ρυθμούς σε μεγάλους πληθυσμούς και έχει ως αποτέλεσμα τον θάνατο εκατοντάδων ή και χιλιάδων ανθρώπων. Η πανούκλα, η χολέρα, ο τύφος και ο κίτρινος πυρετός είναι μερικές από τις επιδημικές ασθένειες οι οποίες αναμφίβολα μας έρχονται ταχύτατα στο νου όταν ακούμε την λέξη επιδημία. Σύμφωνα όμως με τα νέα δεδομένα, η σκέψη μας δεν θα πρέπει να σταματά μόνο σε αυτές ή σε παρεμφερείς ασθένειες, αλλά θα πρέπει να συμπεριλάβει και την παχυσαρκία (!).
Σας φαίνεται παράξενο; Κι όμως, προσφάτως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας χαρακτήρισε την παχυσαρκία ως «μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της δημόσιας Υγείας του 21ου αιώνα». Αυτό, δικαιολογείται, καθώς, εκτός από την επικινδυνότητα αυτής της ίδιας της ασθένειας, η συνεχιζόμενη έντασή της, ανεβάζει και την συχνότητα για μια σειρά από μη μεταδοτικές ασθένειες, συμπεριλαμβανομένου του σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2, την υπέρταση, τις καρδιαγγειακές παθήσεις και ορισμένες μορφές καρκίνου.
Στατιστικές έρευνες ανά τον κόσμο αποδεικνύουν τα υψηλότατα ποσοστά της παχυσαρκίας. Ένας στους τρεις κατοίκους των ΗΠΑ και του Καναδά πάσχει από παχυσαρκία και ένας στους τέσσερις κατοίκους της Ευρώπης, επίσης. Ωστόσο, εάν η «επιδημία της παχυσαρκίας» συνεχίσει να εντείνεται με τους ίδιους ρυθμούς μέχρι το 2030 αναμένεται να «προσβάλλει» περισσότερους από τους μισούς Ευρωπαίους πολίτες. Όσον αφορά την Ελλάδα, τα αποτελέσματα είναι εξίσου απογοητευτικά καθώς η χώρα μας κατέχει την πρωτιά στα ποσοστά στην παχυσαρκία και ειδικά στην κατηγορία της παιδικής παχυσαρκίας.
Μπορεί, εκ πρώτης όψεως, η παχυσαρκία να στηρίζεται και να προκαλείται από την αυξημένη κατανάλωση φαγητού, ωστόσο, σχετίζεται στενά και με άλλους παράγοντες. Για να γίνω πιο συγκεκριμένη, η παχυσαρκία πρώτα απ’ όλα, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ψυχολογία, τόσο για τις αιτίες που την προκαλούν, όσο και για τις επιπτώσεις συμπεριφοράς που επιφέρει. Τα παχύσαρκα άτομα είναι πολύ πιθανό να πάσχουν από κατάθλιψη και κρίσεις άγχους. Αυτό τους δημιουργεί τάσεις εσωστρέφειας και συνακόλουθα στρέφονται στο φαγητό και «ξεχνούν» για λίγο την υποτονική τους καθημερινότητα. Με την σειρά της βέβαια αυτή η αύξηση βάρους συνεπάγεται μοιραία την μείωση της δραστηριότητας, την έντονη κούραση χωρίς ιδιαίτερη κίνηση και γενικότερα την έλλειψη όρεξης και διάθεσης για σωματική άσκηση.
Επιπλέον, παχυσαρκία φέρνει συχνά αντιμέτωπα τα άτομα με φαινόμενα κοινωνικών διακρίσεων και κοινωνικού ρατσισμού. Όπως είναι φυσικό, η αντιμετώπιση αυτή τους επηρεάζει αρνητικά και τους κάνει να στερούνται ισχυρής θέλησης και δύναμης μέσα τους. Μειώνεται, έτσι, η εμπιστοσύνη στον εαυτό τους, περιορίζονται και δεν βρίσκουν ευκαιρίες να δείξουν τι μπορούν να καταφέρουν. Βρίσκονται, άρα, σε έναν συνεχόμενο ψυχολογικό φαύλο κύκλο, από τον οποίο ξεφεύγουν παροδικά μέσω της «ηδονής» που τους προσφέρει το φαγητό.
Φυσικά η αύξηση βάρους επηρεάζεται σημαντικά και από τον σύγχρονο τρόπο ζωής. Δεν είναι τυχαίο που η παχυσαρκία αποτελεί «προνόμιο» των Δυτικών αναπτυγμένων λαών. Το υπερκαταναλωτικό πρότυπο, που προέρχεται από τον δυτικό κόσμο και προβάλλεται χωρίς σταματημό μέσω των media, προάγει την κατανάλωση έτοιμου φαγητού, την υπεραφθονία των καταναλωτικών αγαθών αλλά κυρίως των τροφίμων και των βιομηχανοποιημένων προϊόντων σίτισης. Οδηγεί τον πληθυσμό στην υπερκατανάλωση και στην υπερφόρτωση του οργανισμού με θερμίδες, αλλά και με επικίνδυνες ουσίες και επιβαρυντικά συστατικά. Με αυτόν τον τρόπο, το junk food, έχει γίνει αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μας, το οποίο, όμως, εκτός από την απόλαυση της στιγμής, δε προσφέρει κανένα άλλο όφελος στην υγεία μας.
Πως θα ξεφύγει, λοιπόν, ένα άτομο με παχυσαρκία από αυτή την θλιβερή κατάσταση;
Σε κάθε ασθένεια, καλό είναι να χρησιμοποιούμε τους τρόπους πρόληψης και όχι θεραπείας. Το ίδιο ισχύει και για την παχυσαρκία, ωστόσο, εάν το άτομο έχει φτάσει σε οριακό σημείο που χρήζει ιατρικής θεραπείας, θα πρέπει να προσεγγίσει το πρόβλημα από όλες τις πλευρές. Αναλυτικότερα, η θεραπεία δε θα πρέπει να περιλαμβάνει μόνο διαιτητική αντιμετώπιση, αλλά το άτομο να στηρίζεται και ψυχολογικά. Οι δύο αυτές προσεγγίσεις είναι αλληλένδετες καθώς μόνο εάν η διατροφή γίνει τρόπος ζωής θα μπορέσει το άτομο να χάσει τα περιττά κιλά, αλλά και να διατηρήσει το επιθυμητό σωματικό του βάρος εφ’ όρου ζωής. Ακόμη, η ψυχολογική στήριξη και κινητοποίηση του παχύσαρκου ατόμου για δραστηριότητα, αποτελεί την αφετηρία για την μεγάλη αλλαγή που θα ακολουθήσει.Τέλος, το γεγονός ότι σωστή διατροφή είναι προσωπική υπόθεση του καθενός, δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να υποβαθμίσει τον σημαντικότατο ρόλο της παιδείας, ως προς την αντιμετώπιση του φαινομένου της παχυσαρκίας. Επομένως, πέραν των προαναφερθέντων, σημαντικά οφέλη θα έφερναν οι ημερίδες ενημέρωσης στα σχολεία αλλά και η πώληση υγιεινών σνακ στα κυλικεία, ώστε να διαπεράσουν και να εμποτιστούν οι υγιεινές διατροφικές συνήθειες στην αντίληψη των παιδιών.
Χωρίς αμφιβολία, το φαγητό αποτελεί σημαντικό μέρος της καθημερινότητάς μας, αφού δίχως αυτό δε θα έχουμε ενέργεια να επιτελέσουμε τις δραστηριότητές μας. Όσο σημαντική κι αν είναι, όμως, η τροφή για τον οργανισμό μας, τόσο θα πρέπει να προσπαθήσουμε να μην θέσουμε κυρίαρχο του εαυτού μας και ρυθμιστή της ζωής μας. Η υγιεινή διατροφή, λοιπόν, σε συνδυασμό με την άσκηση, διαμορφώνουν το ιδανικό πρότυπο για ισορροπημένο σωματικό βάρος και μαζί με αυτό, ψυχική υγεία. Όλα τα παραπάνω μας κάνουν να εξάγουμε το συμπέρασμα ότι στην ζωή πρέπει να τηρούμε το εξής ρητό: «Τρώμε για να ζήσουμε, δε ζούμε για να τρώμε!».