Του Βασίλη Χρίστογλου,
Το θέμα της ονομασίας της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας ήταν ένα από τα πιο έντονα και σημαντικότερα θέματα εξωτερικής πολιτικής των τελευταίων πενήντα ετών στη περιοχή των Βαλκανίων. Δύο χώρες, η Ελλάδα και η Π.Γ.Δ.Μ (πλέον Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας) ήταν σε αντιπαράθεση για αυτό το όνομα σχεδόν τριάντα χρόνια για διάφορους λόγους που έχουν υπέρ-αναλυθεί. Όμως, υπήρξε πάντα μια χώρα που παρακολουθούσε με ιδιαίτερη προσοχή την όλη διαδικασία. Και αυτή είναι η Βουλγαρία. Συνήθως, ο διεθνής τύπος δεν έδινε την πρέπουσα σημασία στο ρόλο της χώρας σε αυτό το ζήτημα. Αλλά αν κοιτάξουμε προσεκτικά, θα δούμε πως οι γείτονές μας είχαν τα ίδια προβλήματα, αλλά σαφώς λιγότερη επιρροή στο θέμα αυτό.
Ας κάνουμε μια σύντομη ιστορική αναδρομή: Στις 2 Αυγούστου του 1944, ο Γιουγκοσλάβος ηγέτης Τίτο μετονόμασε τη περιοχή Βαρντάρσκα Μπανόβινα σε Ομόσπονδη Λαϊκή δημοκρατία της Μακεδονίας. Η μετονομασία αυτή είχε ως σχέδιο τη δημιουργία μιας μειονότητας σλαβόφωνων πληθυσμών στην Ελλάδα με αυτοδιάθεση Μακεδονική με στόχο τη μελλοντική προσάρτηση της Ελληνικής Μακεδονίας. Τα σχέδια αυτά περιείχαν και τη Βουλγαρική Μακεδονία ή αλλιώς τη λεγόμενη «Μακεδονία του Πιρίν», παρ’ όλα αυτά δεν προχώρησαν ποτέ μετά την ρήξη Τίτο-Στάλιν. Άφησαν όμως μια παρακαταθήκη προβλημάτων για τους Βούλγαρους που θα τα έβρισκαν μπροστά τους περίπου σαράντα πέντε χρόνια αργότερα. Το 1991, θα δημιουργηθεί η Δημοκρατία της Μακεδονίας. Η Βουλγαρία θα είναι από τις πρώτες χώρες που θα την αναγνωρίσουν με το συνταγματικό της όνομα με μία βασική διαφορά. Για την κυβέρνηση της Βουλγαρίας δεν υπάρχει μακεδονικό έθνος και μακεδονική γλώσσα. Ο λαός της χώρας αυτής δεν έχει καμιά διαφορά από τον βουλγαρικό και τα εδάφη της ήταν κάποτε βουλγαρικά. Αυτό όμως δεν εμπόδισε τις δύο χώρες να έχουν ένταση στις σχέσεις τους μέχρι και σήμερα.
Αν στην Ελλάδα πολιτικοί και πολίτες θύμωναν για το γεγονός ότι οι γείτονές μας παρουσίαζαν κομμάτια της Ελληνικής ιστορίας ως δικά τους, στη Βουλγαρία θύμωναν ακόμα περισσότερο. Πολλές φορές, πολιτικοί και ιστορικοί της Βουλγαρίας προσπαθούσαν να στείλουν μηνύματα προς τους «αδελφούς» γείτονές τους να σταματήσουν να αλλοιώνουν τη πολιτιστική τους κληρονομιά και καταδίκαζαν την προσπάθεια οικειοποίησης ελληνικών και ελληνιστικών συμβόλων. Ιδιαίτερα την περίοδο 2006-2017, όταν και πρωθυπουργός ήταν ο Νίκολα Γκρουέφσκι, η κατάσταση έγινε ακόμα χειρότερη, καθώς πέρα από το στήσιμο ελληνικών αγαλμάτων σε όλη τη πρωτεύουσα, ξεκίνησε μια «μακεδονοποίηση» Βουλγάρων ηρώων και Βασιλέων (π.χ Βασιλιάς Σαμουήλ). Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, οι επισκέψεις πολιτικών από τη Βουλγαρία στα Σκόπια να μειωθούν στο ελάχιστο.
Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων μεταξύ Ελλάδος και Π.Γ.Δ.Μ, η Βουλγαρία παρακολουθούσε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τις εξελίξεις. Όταν για πρώτη φορά βγήκε στην επιφάνεια η πιθανότητα τα Σκόπια να ονομαστούν Βόρεια Μακεδονία, η απάντηση της κυβέρνησης της γειτονικής μας χώρας ήταν έντονη κάνοντας σαφές ότι δεν πρόκειται να δεχτούν όνομα με γεωγραφικό προσδιορισμό, καθώς γεωγραφικά και η δική τους Μακεδονία είναι στα βόρεια της Ελλάδας. Από ότι φαίνεται όμως, αυτή η στάση άλλαξε ένα χρόνο αργότερα με τη Βουλγαρία να αποδέχεται τελικά τη συγκεκριμένη ονομασία, αλλά παράλληλα να έχει τις ίδιες απαιτήσεις με την Ελλάδα: αλλαγή των βιβλίων ιστορίας και εξάλειψη του Αλυτρωτισμού. Αν αυτά δεν τηρηθούν τότε η Βουλγαρία δεν πρόκειται να στηρίξει την είσοδο των Σκοπίων στην Ε.Ε.
Το σίγουρο είναι πως οι δύο χώρες μπαίνουν σε μία νέα εποχή. Θα έλεγα με μια δόση καχυποψίας από την πλευρά της Βουλγαρίας, καθώς τα τραύματα των προηγούμενων ετών δεν έχουν ακόμα επουλωθεί. Αν συνδυάσουμε και την έντονη παρουσία εθνικιστικών στοιχείων από την πλευρά των σλαβο-μακεδόνων, τότε καταλαβαίνουμε πως θα περάσουν χρόνια μέχρι η βουλγαρική πλευρά να αποκτήσει μια σταθερή σχέση με τους «αδελφούς» γείτονές της.