11.9 C
Athens
Κυριακή, 17 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΕυρώπηΜπορεί το γαλλογερμανικό μοντέλο συμφιλίωσης να εφαρμοστεί στα Δυτικά Βαλκάνια;

Μπορεί το γαλλογερμανικό μοντέλο συμφιλίωσης να εφαρμοστεί στα Δυτικά Βαλκάνια;


Αποστολή στην Πρίστινα, Της Μαίρης Δροσοπούλου*

Πραγματοποιήθηκε χτες το απόγευμα στην Πρίστινα η πρώτη δραστηριότητα του Γραφείου Περιφερειακής Συνεργασίας των Νέων (RYCO) στο πλαίσιο της Προεδρίας του Κοσσυφοπεδίου για το τρέχον έτος. Η ομιλία που διοργανώθηκε υπό την αιγίδα του Γαλλογερμανικού Γραφείου Νεολαίας, της Πρεσβείας της Γαλλίας και της Γερμανίας στο Κόσοβο και του Υπουργείου Παιδείας, Νεολαίας και Πολιτισμού του Κοσόβου με κεντρικό θέμα: «Οι ανταλλαγές νέων στα Δυτικά Βαλκάνια: Ευκαιρίες για συμφιλίωση» επικεντρώθηκε σε δύο άξονες: πρώτον, στις προβληματικές διμερείς σχέσεις του Κοσόβου με τη Σερβία και τη Βοσνία, οι οποίες εκ των πραγμάτων δημιουργούν μεγάλες δυσκολίες στη διάδραση των νέων, τόσο σε επίπεδο διαλόγου, όσο σε επίπεδο μετακίνησης από τη μια χώρα των Δυτικών Βαλκανίων στην άλλη και δεύτερον, στην προβολή του γαλλογερμανικού μοντέλου συμφιλίωσης ως έμπνευση, όπως ήταν ο ακριβής όρος που χρησιμοποιήθηκε, για τη διαδικασία συμφιλίωσης στα Δυτικά Βαλκάνια.

Οι ομιλίες που ακολούθησαν από τους εκπροσώπους των προαναφερθέντων φορέων κινήθηκαν στα αναμενόμενα μοτίβα: από τη μια πλευρά, στη μεγάλη ευκαιρία, αλλά και ευθύνη που εναπόκειται στους νέους των Δυτικών Βαλκανίων για την εδραίωση της ειρήνης στην περιοχή και από την άλλη, στην προβολή του παραδείγματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως μια απτή ιστορία επιτυχίας, η οποία θα μπορούσε δυνητικά να πραγματοποιηθεί και στα Δυτικά Βαλκάνια.

Βεβαίως, αυτό που αναδύθηκε για άλλη μια φορά κατά τη διάρκεια της συζήτησης είναι το χάσμα μεταξύ της νεανικής πρωτοβουλίας και της ουσιαστικής πολιτικής βούλησης για την προώθηση της συνεργασίας στα Βαλκάνια. Η «αποδεδειγμένη βούληση των νέων να συνεργαστούν», όπως διακηρύσσει το νέο δημόσιο μήνυμα της RYCO, δεν έχει μεταφραστεί ακόμη σε πολιτικές που θα διευκολύνουν ουσιαστικά την επίτευξη της μεγαλεπήβολης αποστολής που έχουν εναποθέσει οι μεγάλες δυνάμεις στους ώμους των νέων των Δυτικών Βαλκανίων. Παρά τον όγκο των χρηματικών ποσών που διατίθενται  για την προώθηση της συμφιλίωσης στα Δ. Βαλκάνια μέσω ανταλλαγών νέων και άλλων συναφών πρωτοβουλιών για τη Νεολαία, είναι ανοιχτό το ερώτημα κατά πόσο οι δράσεις αυτές θα έχουν ένα ουσιαστικό και μακροπρόθεσμο αποτέλεσμα.

Τα διδάγματα που αντλήθηκαν από την Ευρώπη προωθούνται στα Δυτικά Βαλκάνια ως πρότυπο που μπορεί και πρέπει να ακολουθηθεί για τη εδραίωση της σταθερότητας στην Περιοχή. Η δημιουργία και η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης συνιστά, πράγματι, ένα πετυχημένο σχέδιο ειρήνης. Βάσει αυτού, οι φορείς Περιφερειακής Συνεργασίας για τη Νεολαία καλούνται να εφαρμόσουν προγράμματα που βασίζονται στη μεθοδολογική και φιλοσοφική προσέγγιση του «γαλλογερμανικού μοντέλου επιτυχίας», χωρίς, όμως, να λαμβάνεται υπόψη στον αναμενόμενο βαθμό  η ιδιαιτερότητα της περίπτωσης των Δυτικών Βαλκανίων, καθώς και οι σημαντικές αποκλίσεις που παρουσιάζει από τις συνθήκες βάσει των οποίων δομήθηκε το οικοδόμημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Γιατί, όμως, δεν μπορεί να εφαρμοστεί στην περιοχή αυτούσιο το γαλλογερμανικό μοντέλο; Πρώτα απ’ όλα, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ο παράγοντας πολιτισμικής και θρησκευτικής πολυμορφίας στα Δυτικά Βαλκάνια. Εν αντιθέσει με την ΕΕ, η οποία, τουλάχιστον στην απαρχή της, θεμελιώθηκε αποτελούμενη από μέλη που παρουσίαζαν μια σχετική ομοιογένεια όσον αφορά στις βασικές θρησκευτικές και πολιτισμικές αρχές, στα Δυτικά Βαλκάνια η διαφορετική θρησκευτική πρακτική και παράδοση είναι ένας ακόμη παράγοντας διαχωρισμού ανάμεσα στο «εμείς» και οι «άλλοι».

Δεύτερον και σημαντικότερο, η ΕΕ προέκυψε ως καρπός της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα, μιας πρωτοβουλίας βάσει του σχεδίου Σουμάν, που αποσκοπούσε στην επίτευξη ευημερίας και ασφάλειας μέσω της οικονομικής ανάπτυξης. Αντιθέτως, όσο τα Δυτικά Βαλκάνια θα ταλανίζονται από την οικονομική ανέχεια και τη στασιμότητα, τόσο θα φουντώνει η ριζοσπαστικοποίηση και η εναντίωση σε κάθε προσπάθεια συμφιλίωσης, ιδιαιτέρως όταν αυτή προέρχεται από εξωγενείς παράγοντες. Όσο η ανεργία και η έλλειψη προοπτικής θα αναγκάζει τους νέους να αναζητήσουν λύσεις εκτός της χώρας τους, τόσο πιο δύσκολο θα είναι να πειστούν μέσω νεανικών προγραμμάτων μιας βδομάδας ή δέκα ημερών για την ανάγκη να παραμείνουν στον τόπο τους και να επενδύσουν στο μέλλον της ευρύτερης περιοχής.

Επομένως, το σχέδιο περιφερειακής δράσης για τη Νεολαία θα πρέπει να συμπεριλάβει όχι μόνο την καλλιέργεια των -κατά τα άλλα πολύ θεμιτών- αξιών του διαπολιτισμικού διαλόγου και της ειρηνικής επικοινωνίας, αλλά την ανάπτυξη δεξιοτήτων που θα προωθήσουν την επιχειρηματικότητα και τη αυτονομία των νέων. Απαραίτητος, παράγοντας, βεβαίως, είναι η παράλληλη δημιουργία των αντίστοιχων υποδομών στις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων.

Το μοντέλο επιτυχίας της ΕΕ θα μπορέσει να προωθηθεί στα Δ. Βαλκάνια μόνο εάν προσαρμοσθεί στο ιδιαίτερο κοινωνικοπολιτισμικό προφίλ της εν λόγω γεωγραφικής περιοχής, όπου κύριος άξονας θα πρέπει να είναι η εφαρμογή μιας εκτεταμένης ατζέντας που θα αποσκοπεί στην ενίσχυση της οικονομικής ευημερίας και σταθερότητας μέσω της απασχόλησης, της νεανικής επιχειρηματικότητας και της καινοτομίας. Επιπλέον, μια και αναφερόμαστε σε δράσεις που αφορούν σε μια νέα γενιά ανθρώπων, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη μια ακόμη παράμετρος, η οποία συνήθως αποσιωπείται, λόγω της αμηχανίας που προκαλεί. Οι νέοι των Βαλκανίων, πολλοί εκ των οποίων βίωσαν την τραγωδία του πολέμου και του θανάτου και γαλουχήθηκαν με τον φόβο και το μίσος για τον γείτονά τους, έχουν δικαίωμα να μιλήσουν. Να μιλήσουν ανοιχτά και αβίαστα για τα όσα βίωσαν, για όσα τους στιγμάτισαν. Να μιλήσουν με τους εαυτούς τους, με το περιβάλλον τους και τέλος, με τους άλλους νέους και να ακούσουν τη δική τους ιστορία.  Στις Βαλκανικές κοινωνίες τα προσωπικά και οικογενειακά τραύματα συχνά αποσιωπούνται, καθώς αυτό επιβάλλουν οι θεσμοί και τα αυστηρά πρότυπα της κοινωνίας. Για να έρθει η πραγματική συμφιλίωση, ωστόσο, θα πρέπει να εγκαινιαστεί ένας ειλικρινής και ουσιαστικός διάλογος για όσα συνέβησαν, ώστε η πολυπόθητη σταθερότητα και ειρήνη στα Βαλκάνια να βασιστεί σε σταθερά θεμέλια.


*Η Μαίρη Δροσοπούλου δραστηριοποιείται στα Βαλκάνια ως ερευνήτρια και σύμβουλος νέων. Το παρόν άρθρο αντικατοπτρίζει τη γνώμη της ιδίας και στηρίζεται σε ευρήματα προσωπικής έρευνας στο πλαίσιο του προγράμματος του ιδρύματος KFOS με τον τίτλο “Building Knowledge About Kosovo”.


Μαίρη Δροσοπούλου
Υποψήφια Διδάκτωρ του τμήματος Λογοτεχνικής Μετάφρασης και Διαπολιτισμικών Σπουδών του ΑΠΘ. Τα τελευταία χρόνια διεξάγει έρευνα στα Βαλκάνια με θέμα τις ευρωβαλκανικές σχέσεις, την πολιτική νεολαίας και τον διαπολιτισμικό διάλογο. Μιλάει 7 γλώσσες, αγαπάει τα ταξίδια και στον ελεύθερό της χρόνο διαβάζει παγκόσμια λογοτεχνία και γράφει άρθρα.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ