Του Γεωργίου-Ερμή Μπουγιούρη,
Συγγράφω με αφορμή τις αλλεπάλληλες μηνύσεις, απ’το παρελθόν έως και σήμερα, σε θέματα «προσβολών» όπως είχε γίνει με την μήνυση Ζουγανέλη. Η μήνυση έγινε από έναν γνωστό, ειδικά στον χώρο των μηνύσεων αλλά και στον πανεπιστημιακό χώρο, Διδάκτορα του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ και δικαιωματικό αγωνιστή με πλούσια δράση ενώ είναι και ο εκπρόσωπος του Ελληνικού Παρατηρητηρίου Συμφωνιών του Ελσίνκι (ΕΠΣΕ). Πάραυτα, ονόματα δεν λέμε, οικογένειες δεν θίγουμε.
Τώρα, ως προς το φλέγον ζήτημα.
Τι είναι η πολιτική ορθότητα στον λόγο;
Η πολιτική ορθότητα θα μπορούσε να θεωρηθεί με πολλούς τρόπους μία εξαιρετική πρόοδος, όσον αφορά την γλώσσα, αλλά και ένα αξιέπαινο ανθρώπινο απόκτημα. Μπορεί να θεωρηθεί ως μία πρόοδος, η οποία έχει βοηθήσει πολύ, αρκετές από τις ευπαθείς μειονότητες της Ελλάδας και του κόσμου. Μειονότητες οι οποίες, σε μεγάλες χρονικές περιόδους της ιστορίας, έχουν δεινοπαθήσει αρκετά. Χωρίς αυτήν, ανέκαθεν υπήρχαν διακρίσεις μεταξύ της κοινωνίας, αλλά και της καθημερινής ζωής γενικότερα. Ουσιαστικά η πολιτική ορθότητα αυτό που ισχυρίζεται πως προωθεί είναι η ανεκτικότητα, η δικαιοσύνη και η ισότητα.
Ωστόσο, μία κίνηση με τόσο σημαντικές και αναγκαίες αρχές για την πρόοδο της κοινωνίας έχει καταφέρει να γυρίσει την κοινή γνώμη εναντίον της. Το πρόβλημα όμως δεν φαίνεται να αφορά τις αρχές της πολιτικής ορθότητας, άλλά περισσότερο τον τρόπο επιβολής πολιτικής ορθότητας στην κοινωνία.
Το απλό άτομο ξαφνικά τοποθετείται στην θέση του θύτη απέναντι σε μειονότητες τις οποίες ίσως να μην γνώριζε καθόλου πως καταπιέζει μέσω του λόγου του. Συνεπώς, αναπτύσσεται ένα συνεχές αίσθημα ντροπής και ταπείνωσης καθώς, στο συγκεκριμένο άτομο, του επιβάλλονται όλο και περισσότεροι περιορισμοί στον βωμό της ευημερίας της ψυχικής ιδιοσυγκρασίας των άλλων που «προσβάλλονται».
Εν τέλει, το άτομο δε δέχεται μονάχα επίθεση ως προς τον λόγο του, αλλά δέχεται και επίθεση στον τρόπο με τον οποίο μεγάλωσε και έμαθε να ορίζει συγκεκριμένες έννοιες. Έννοιες όπως «γυναίκα», «γκέι», «χοντρός» κ.λπ. Μέσα σε μια στιγμή, ένα άτομο το οποίο θα θεωρούσε τον εαυτό του προηγουμένως ανεκτικό, φιλελεύθερο και δημοκρατικό, ξαφνικά, νιώθει μια συνεχή ντροπή και πίεση, η οποία αρχίζει να τον καταβροχθίζει εκ των έσω.
Σε εκείνο το σημείο, το άτομο, έρχεται αντιμέτωπο με μια δύσκολη επιλογή. Καλείται να επιλέξει μεταξύ του να δεχθεί την νέα τάξη πραγμάτων που του επιβάλλεται ή, σε μια προσπάθεια επανάκτησης της ψυχικής του ηρεμίας, να αποφασίσει να απορρίψει αυτήν την νέα κατάσταση και να ωθήσει αναγκαστικά τον εαυτό του σε μια κατάσταση μισαλλοδοξίας και «αντιπαλότητας». Ίσως η δεύτερη επιλογή να μην είναι εκείνη που επιθυμεί να βρίσκεται το άτομο, αλλά νιώθει πως ο ίδιος, ως αντίδραση, ωθείται σε αυτήν.
Υπάρχει ωστόσο κάποια μέση λύση απέναντι στην νέα τάξη πραγμάτων της πολιτικής ορθότητας;
Δεν το γνωρίζω, ίσως μια λύση βρίσκεται μπροστά στα μάτια μας και είναι αρκετά απλή στην μορφή της. Ποια είναι αυτή; η Ευγένεια.
Η ευγένεια μοιράζεται αρκετά κοινά χαρακτηριστικά με τις αρχές τις οποίες, όπως προαναφέρθηκε, υποστηρίζει πως εκπροσωπεί η πολιτική ορθότητα. Η ευγένεια, όπως και η πολιτική ορθότητα, επιδιώκει έναν ευαισθητοποιημένο, αγαθό κόσμο γεμάτο συμπάθεια. Επιδιώκει μια κατάσταση όπου αποφεύγεται η μισαλλοδοξία ή η αγένεια.
Ωστόσο, έχει κάποιες σημαντικές διαφορές.
Πρώτον, η ευγένεια έχει ενιαία ισχύ και όχι επιλεκτική. Δεν υπάρχουν επιλεκτικές ευαισθησίες για συγκεκριμένα άτομα τα οποία ανήκουν σε κάποια μειονότητα. Δεν κάνει, δηλαδή, τις ίδιες διακρίσεις στις οποίες αναγκαστικά καταφεύγει η πολιτική ορθότητα.
Δεύτερον, η ευγένεια αφοσιώνεται στην πράξη και όχι στην σκέψη. Η ευγένεια μπορεί να εκδηλωθεί με ποικίλους τρόπους, αλλά ο κυριότερος είναι η πράξη. Το να δώσει κάποιος την θέση του σε μια εγκυμονούσα ή σε κάποιον ηλικιωμένο στα μέσα μαζικής μεταφοράς. Το να κρατήσει κάποιος την πόρτα ανοιχτή για το επόμενο άτομο ή να βοηθήσει να ανέβει τις σκάλες ένα ΑΜΕΑ. Η ευγένεια δεν είναι κάποια ιδεολογία, είναι τρόπος ζωής.
Τρίτον, η ευγένεια δεν έχει κάποιο ιδεολογικό πρόσημο. Δυστυχώς, η πολιτική ορθότητα έχει συνδεθεί άρρηκτα με την πολιτική. Πιο συγκεκριμένα, έχει συνδεθεί με μια αριστερίζουσα πολιτική ατζέντα. Εάν, λοιπόν, κάποιος διαφωνήσει με την πολιτική ορθότητα, αυτομάτως, μπορεί να στοχοποιηθεί από αυτήν την ιδεολογία και να τον αποκαλούν με λέξεις μίσους και μισαλλοδοξίας που δεν τον αντιπροσωπεύουν (π.χ. φασίστας). Αυτό έχει διπλό κακό. Όχι μονάχα αδικεί το άτομο, αλλά ταυτόχρονα το ωθεί να μπει σε «θέση άμυνας» και να αναγκαστεί να υιοθετήσει και στην πραγματικότητα τις λέξεις που του προσδίδονται.
Τέταρτον, η ευγένεια διδάσκεται μέσω της ευγένειας. Σε αντίθεση με την πολιτική ορθότητα, η ευγένεια δεν προκαλεί ένα μόνιμο επίπονο αίσθημα ντροπής, αλλά προωθεί την άποψη πως κάθε άνθρωπος μιμείται την καλή συμπεριφορά, προσπαθώντας πάντοτε να υιοθετήσει την βέλτιστη έκδοση του εαυτού του.
Πέμπτον, η ευγένεια αποτελεί πηγή έμπνευσης και όχι υποχρέωση. Δίνεται η επιλογή στο άτομο να διαλέξει εάν θα ακολουθήσει μια καθημερινότητα στην οποία είναι ευγενικός ή όχι. Η αγένεια δεν τιμωρείται με πρόστιμα.
Αντιλαμβάνεται κανείς εύκολα πως εναλλακτικές όσον αφορά την πολιτική ορθότητα, πέραν των μηνύσεων, υπάρχουν. Ο σκοπός είναι να υπάρχει διάθεση και όρεξη να αντισταθεί κανείς στις βολικές παρωπίδες του τώρα και να εξερευνήσει με ανοιχτό μυαλό τις δύο έννοιες που αναπτύχθηκαν. Σε καμία περίπτωση δεν αμφισβητείται ή καταδικάζεται ο σκοπός, ως σκοπός, και η αναγκαιότητα της πολιτικής ορθότητας την σήμερον ημέρα. Ή βλάβη βρίσκεται στην διαπίστωση πως, στην προκειμένη περίπτωση, ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα.
Γεννήθηκε το 1998 στο Ρέθυμνο, Κρήτης. Είναι προπτυχιακός φοιτητής του Τμήματος Ιστορίας & Φιλοσοφίας της Επιστήμης του Πανεπιστημίου Αθηνών, Διευθυντής Αττικής του Think Tank ΚΕΑΣΜ και Γενικός Γραμματέας της νεολαίας Rotary Αθηνών. Επίσης ασχολείται ενεργά με τον αθλητισμό και τον εθελοντισμό.