Του Γιώργου Κωστόπουλου,
Οι διπλές εκλογές του Μαΐου- Ιουνίου 2012 αποτελούν μια ιδιαίτερη στιγμή για την ελληνική πολιτική Ιστορία. Πρόκειται για δύο εκλογικές μάχες, από τις οποίες προέκυψε η άνοδος νέων πολιτικών δυνάμεων, η κατάρρευση παραδοσιακών κυρίαρχων κομμάτων, ο κατακερματισμός των εκλογικών ποσοστών και η είσοδος στο ελληνικό κοινοβούλιο ενός νέο-ναζιστικού μορφώματος.
Αλλά ας πάρουμε την κατάσταση από την αρχή. Η συγκυβέρνηση ΠΑ.ΣΟ.Κ. – Νέας Δημοκρατίας – ΛΑ.Ο.Σ. υπό την πρωθυπουργία του Λουκά Παπαδήμου οδήγησε τη χώρα σε εκλογές την άνοιξη του 2012. Το κλίμα μεταξύ των δύο μεγαλύτερων κομμάτων (ΠΑ.ΣΟ.Κ.- Νέας Δημοκρατίας) είχε φτάσει σε κρίσιμο σημείο, καθώς το ακροατήριο καθεμιάς από τις δύο αυτές δυνάμεις δεν επιθυμούσε τη συγκατοίκηση με τον ‘’άσπονδο εχθρό’’. Επιπλέον, η προ διετίας έναρξη της λεγόμενης ‘’μνημονιακής’’ εποχής είχε ταράξει το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας, με τον λαό να θεωρεί υπεύθυνους τα δύο μεγάλα κόμματα και περισσότερο το ΠΑ.ΣΟ.Κ. που πήρε την ευθύνη να οδηγήσει τη χώρα στον διεθνή μηχανισμό στήριξης.
Ο Αντώνης Σαμαράς γνωρίζοντας πως το κλίμα ευνοούσε την επικράτηση της Νέας Δημοκρατίας ξεκίνησε από το καλοκαίρι του 2010 την παρουσίαση των λεγόμενων ‘’Ζαπείων’’, που αποτέλεσαν μια τριλογία προτάσεων της κεντροδεξιάς παράταξης για ενίσχυση της οικονομίας και αποκατάστασης των κοινωνικών αδικιών. Από την άλλη, το ΠΑ.ΣΟ.Κ. είχε εκλέξει, δύο μήνες πριν τις εκλογές του Μαΐου, τον Ευάγγελο Βενιζέλο στην προεδρία του κόμματος, μια αλλαγή που χαρακτήριζε την αλλαγή πλεύσης του Κινήματος και την άμεση απαγκίστρωσή του από την εποχή Παπανδρέου του νεώτερου.
Στο μέτωπο της αντιπολίτευσης, ο Αλέξης Τσίπρας, κατάφερε να συσπειρώσει τον χώρο της Αριστεράς και της Σοσιαλδημοκρατίας και να μαζέψει τους απογοητευμένους πρώην ψηφοφόρους του ΠΑ.ΣΟ.Κ., ενώ αρκετά πρώην στελέχη της Χαριλάου Τρικούπη μεταπήδησαν στον ΣΥ.ΡΙΖ.Α.
Οι δημοσκοπήσεις έδειχναν σταθερά την μείωση της δυναμικής των δύο μεγάλων κομμάτων, ΠΑ.ΣΟ.Κ. και Νέας Δημοκρατίας, ενώ έδιναν πρόβλεψη για εξακομματική ή επτακομματική Βουλή.
Η κάλπη της 6ης Μαΐου ανέδειξε μια εντελώς διαφορετική πραγματικότητα, που όμοιά της η χώρα δεν είχε ξανασυναντήσει. Όσον αφορά τη Νέα Δημοκρατία και το ΠΑ.ΣΟ.Κ. οι δημοσκοπήσεις ήρθαν πολύ κοντά στο τελικό ποσοστό τους (18,85% και 13,18% αντίστοιχα), ωστόσο κανείς δεν είχε προβλέψει επιτυχώς ότι ανάμεσά τους θα έμπαινε σφήνα ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. με ποσοστό 16,78%.
Τέταρτη δύναμη αναδείχθηκε το νεοσυσταθέν κόμμα των ‘’Ανεξαρτήτων Ελλήνων’’ του Πάνου Καμμένου με ποσοστό 10,60%, στη πέμπτη θέση ήρθε το Κ.Κ.Ε. με 8,48%, στην έκτη θέση το ακροδεξιό μόρφωμα της ‘’Χρυσής Αυγής’’ με 6,97% και στην έβδομη θέση η Δημοκρατική Αριστερά του Φώτη Κουβέλη με 6,11%. Επίσης, τέσσερα ακόμα κόμματα έφτασαν πολύ κοντά στην είσοδό τους στη Βουλή, ωστόσο έμειναν εκτός για μερικές χιλιάδες ψήφους.
Η κατάσταση που προέκυψε δεν έδωσε τη δυνατότητα να δημιουργηθεί κυβέρνηση που θα χαίρει της εμπιστοσύνης της Βουλής, με αποτέλεσμα να σχηματισθεί νέα προσωρινή κυβέρνηση που θα οδηγούσε τη χώρα σε επαναληπτικές εκλογές τον επόμενο κιόλας μήνα. Συγκεκριμένα, καμία από τις τρεις πρώτες δυνάμεις του νέου κοινοβουλίου δεν κατάφερε να σχηματίσει κυβερνητική πλειοψηφία, με τις διερευνητικές εντολές να επιστρέφουν πίσω στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ανεκμετάλλευτες. Προσωρινός πρωθυπουργός ορίστηκε ο πρόεδρος του ΣτΕ Παναγιώτης Πικραμμένος.
Μέχρι τις επαναληπτικές εκλογές της 17ης Ιουνίου 2012, η Νέα Δημοκρατία έδωσε μάχη να συσπειρώσει το κοινό της, αλλά και να απευθυνθεί στο σύνολο των απογοητευμένων πολιτών, καλώντας τους να ενισχύσουν την προσπάθειά της, όντας κατά τη ‘’γαλάζια’’ παράταξη η μοναδική δύναμη ικανή να κυβερνήσει σε αυτή τη δύσκολη καμπή για τη χώρα. Από την άλλη, ΣΥ.ΡΙΖ.Α. και ΠΑ.ΣΟ.Κ. αναλώθηκαν σε μια άτυπη μάχη, από τη μία το κόμμα της Οδού Κουμουνδούρου να κερδίσει μεγαλύτερη μερίδα της Κεντροαριστεράς και των απογοητευμένων και από την άλλη, το κόμμα της Χαριλάου Τρικούπη να ανακόψει την ελεύθερη πτώση των ποσοστών του.
Οι νέες εκλογές πραγματοποιήθηκαν στα μέσα του Ιουνίου, όπως ήδη αναφέρθηκε, με το αποτέλεσμα να χαρακτηρίζεται από την ίδια εικόνα με τις εκλογές του Μαΐου τόσο ως προς τα κόμματα που μπήκαν στο κοινοβούλιο, όσο και την τελική κατάταξή τους, με μοναδική εξαίρεση το Κ.Κ.Ε., που από πέμπτο ήρθε έβδομο. Ωστόσο, τα ποσοστά των δύο πρώτων κομμάτων αυξήθηκαν σημαντικά, λαμβάνοντας ψήφους από τα μικρότερα κόμματα που είδαν τα αυξημένα ποσοστά του Μαΐου να συρρικνώνονται σημαντικά.
Συγκεκριμένα, η Νέα Δημοκρατία ήρθε πρώτη με ποσοστό 29,66% και 129 έδρες, ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α., πέτυχε το μεγαλύτερο ποσοστό της Ιστορίας του, λαμβάνοντας το 26,89% και 71 έδρες, τρίτο ήρθε το ΠΑ.ΣΟ.Κ. με ποσοστό 12,28% και 33 έδρες, αγγίζοντας ιστορικό χαμηλό που παραπέμπει στην παρθενική του εμφάνιση σε εκλογική μάχη το μακρινό 1974, τέταρτη δύναμη αναδείχθηκε το κόμμα των ‘’Ανεξάρτητων Ελλήνων’’ με 7,51% και 20 έδρες, στη πέμπτη θέση το ακροδεξιό μόρφωμα της ‘’Χρυσής Αυγής’’ με 6,92% και 18 έδρες, στην έκτη θέση η Δημοκρατική Αριστερά με ποσοστό 6,26% και 17 έδρες, ενώ έβδομο, με μειωμένα, κατά το ήμισυ, ποσοστά, ήρθε το Κ.Κ.Ε. λαμβάνοντας 4,51% και 12 έδρες.
Οι διπλές εκλογές του 2012 αποτέλεσαν μια κρίσιμη καμπή για την ελληνική πολιτική σκηνή, καθώς η Ελλάδα βρισκόταν σε ένα σταυροδρόμι μεταξύ της κακής της οικονομικής πορείας, της κοινωνικής εξαθλίωσης, των έντονων διαμαρτυριών του λαού, αλλά και της ανόδου ακραίων και αντιδημοκρατικών δυνάμεων.
Η μεγαλύτερη μερίδα των πολιτών που απέφυγαν να στηρίξουν τα παραδοσιακά ‘’μεγάλα’’ κόμματα στράφηκε σε νέες δυνάμεις, όπως ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. που απέσπασε τη μερίδα του λέοντος, τους ‘’Ανεξάρτητους Έλληνες’’ που στην ουσία δημιουργήθηκαν ως μια κίνηση μέσα στους κόλπους των λεγόμενων ‘’αγανακτισμένων’’ και στο εθνικιστικό μόρφωμα της ‘’Χρυσής Αυγής’’, που εκμεταλλευόμενο τη δυσαρέσκεια του ελληνικού λαού, αλλά και τις συνθήκες εξαθλίωσης, συγκέντρωσε ένα πρωτοφανές μεγάλο ποσοστό που απέδειξε πως ο φασισμός και ο εθνικιστικός λόγος είναι παρών και χρήζει άμεσης και δραστικής αντιμετώπισης.
Η Ελλάδα βίωσε μια μεγάλη αλλαγή, μετά από πολλά χρόνια, καθώς πλέον το δίπολο ΠΑ.ΣΟ.Κ. – Νέας Δημοκρατίας έληξε με θεαματικό τρόπο και συγκεκριμένα με την ραγδαία άνοδο του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. σε συνδυασμό με την ταυτόχρονη πτώση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
Ο δικομματισμός, ουσιαστικά, δεν έπαψε να υφίσταται, απλά άλλαξαν οι συσχετισμοί κομμάτων και δυνάμεων. Σημαντικό πλήγμα, όμως, στην δυναμική του αποτελεί το γεγονός ότι στο κοινοβούλιο εισήλθε πληθώρα κομμάτων, με την επτακομματική Βουλή που προέκυψε να αποτελεί μια πρωτότυπη κατάσταση για την Ελλάδα, που παραδοσιακά έβλεπε να μπαίνουν στο κοινοβούλιό της τέσσερα με πέντε κόμματα.
Η ελληνική πολιτική πραγματικότητα άλλαξε μια για πάντα. Νέες τομές, νέες τριβές και νέες καταστάσεις πήραν τη σκυτάλη και έδωσαν ένα νέο πλαίσιο δράσης. Η Ελλάδα στη δυσκολότερη φάση της μεταπολίτευσης εισήλθε σε μια εποχή πολιτικού κατακερματισμού και για να οδηγηθεί σε μια σταθερή τροχιά όφειλε να δείξει τα απαραίτητα αντανακλαστικά για να μην τεθεί εκτός πολιτικής ομαλότητας και αντιμετωπίσει νέα σοβαρότερα προβλήματα.
Απόφοιτος του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου. Το διάστημα αυτό σπουδάζει Δημοσιογραφία και ΜΜΕ σε ιδιωτικό Ινστιτούτο εκπαίδευσης. Έχει προηγούμενη εμπειρία στην αρθρογραφία καθώς την περίοδο 2016-2017 υπήρξε αρθρογράφος για διάφορα site ποικίλης ύλης, ενώ από τις αρχές του 2018 είναι ιδρυτής και διαχειριστής ενημερωτικού group αθλητικού περιεχομένου στα social media. Από ξένες γλώσσες γνωρίζει αγγλικά.