13.4 C
Athens
Σάββατο, 21 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΜακεδονικό μέτωπο: μία ανάλυση του ρόλου του

Μακεδονικό μέτωπο: μία ανάλυση του ρόλου του


Του Αθανάσιου Συροπλάκη,

Το πρωί της 5ης Οκτωβρίου του 1915, ξεκίνησε η διαδικασία της αποβίβασης των πρώτων μονάδων ενός μικτού εκστρατευτικού σώματος δύναμης 150.000 ανδρών στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης με στόχο την παροχή βοήθειας στον σερβικό στρατό, ο οποίος αντιμετώπιζε τα ισχυρά πυρά των αυστρο-ουγγρικών και γερμανικών μεραρχιών.Στρατιώτες της 156ης Γαλλικής και της 10ης Βρετανικής μεραρχίας αποβιβάστηκαν στη Θεσσαλονίκη και ετοιμάστηκαν να κατευθυνθούν προς τη σερβική Μακεδονία προσπαθώντας να επιτύχουν τη δημιουργία ενός διαύλου επικοινωνίας με τους Σέρβους μέσω του Αξιού και της σιδηροδρομικής γραμμής «Θεσσαλονίκη – Νις».Παρά το γεγονός ότι ο στόχος της παροχής βοήθειας προς τον σερβικό στρατό δεν επετεύχθη, οι στρατιώτες αυτοί παρέμειναν στα περίχωρα της Θεσσαλονίκης. Το θέατρο των επιχειρήσεων της Θεσσαλονίκης ή Μακεδονικό μέτωπο, όπως είναι ευρύτερα γνωστό, ήταν γεγονός. Τρία χρόνια αργότερα, τον Σεπτέμβριο του 1918, στο Μακεδονικό μέτωπο πραγματοποιήθηκε η πρώτη μεγάλη ρήξη στη γραμμή άμυνας των Κεντρικών Δυνάμεων και των συμμάχων τους, επισπεύδοντας την τελική τους ήττα. Ποιος, όμως, ήταν ο ρόλος του Μακεδονικού μετώπου στον Μεγάλο Πόλεμο και ποια η σημασία του για την τελική νίκη της Αντάντ; Στη συνέχεια, κατατίθενται ορισμένα στοιχεία για τον ρόλο του μετώπου της Θεσσαλονίκης στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώ το τέλος παρατίθενται μερικοί τίτλοι βιβλίων και άρθρων, στα οποία μπορεί να ανατρέξει κάποιος για περαιτέρω εμβάθυνση στο θέμα.

Στρατιώτες των δυνάμεων της Αντάντ στο Μακεδονικό μέτωπο

Η ιδέα αποβίβασης δυνάμεων στη Θεσσαλονίκη ανήκε στον στρατηγό Franchet d’Esperey. Ο στρατηγός προώθησε στον Γάλλο πρόεδρο, Raymond Poincarė τον Δεκέμβριο του 1914 ένα σχέδιο, σύμφωνα με το οποίο θα αποστέλλονταν περίπου 150.000 άνδρες στη Θεσσαλονίκη. Στη συνέχεια, το εκστρατευτικό σώμα θα μετέβαινε στη Σερβία και από εκεί θα προωθείτο προς βορρά με στόχο την κατάληψη της Βουδαπέστης. Ο d’ Esperey θέτοντας εν δράσει την «περιφερειακή στρατηγική» αποσκοπούσε στο να φέρει τις δυνάμεις της Αντάντστα μετόπισθεν των αντίπαλων Κεντρικών Δυνάμεων, διανοίγοντας ένα δευτερεύον μέτωπο στα Βαλκάνια.Βάση του σκεπτικού του ήταν η διενέργεια επιθέσεων κατά του αντιπάλου σε αδύνατα και ευάλωτα σημεία, μακριά από το μείζον θέατρο των επιχειρήσεων, το Δυτικό μέτωπο, με στόχο την αποδυνάμωσή του. Με αυτόν τον τρόπο θα γινόταν ευκολότερα δυνατή μία τελική επικράτηση της Αντάντ στο μέτωπο της Γαλλίας και της Φλάνδρας, που θα οδηγούσε τα δύο αντίπαλα στρατόπεδα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για ειρήνη. Το σχέδιο του d’ Esperey για διάνοιξη ενός δευτερεύοντος μετώπου στη Βαλκανική δεν ευοδώθηκε την άνοιξη του 1915, αλλά λίγους μήνες αργότερα, όταν τα υποχωρούντα στρατεύματα των Άγγλων και των Γάλλων από την Καλλίπολη αποβιβάστηκαν στη Θεσσαλονίκη με στόχο την παροχή βοήθειας στους Σέρβους.

Το Μακεδονικό μέτωπο

Παρά τη διάνοιξή του, όμως, το Μακεδονικό μέτωπο παρέμεινε αδρανές κατά το μεγαλύτερο μέρος του 1916 και του 1917. Οι πολεμικές επιχειρήσεις κατά τα έτη αυτά ήταν περιορισμένες, ενώ και οι επιτυχίες της Αντάντ στο πεδίο της μάχης, στο Μοναστήρι (Битола) και το Πόγραδετς (Pogradec), δεν αποτέλεσαν την αρχή για μία πιο ενεργή τακτική στο μέτωπο. Οι στρατιώτες του μετώπου, εν αντιθέσει με τους συναδέλφους τους στο Δυτικό μέτωπο,αφιέρωσαν μεγάλο μέρος της παραμονής τους στη μακεδονική ενδοχώρα όχι σε πολεμικές επιχειρήσεις έναντι των Κεντρικών Δυνάμεων, αλλά σε έργα οχυρώσεων και βελτίωσης του υποτυπώδους οδικού δικτύου της Μακεδονίας. Πολλοί στρατιώτες πέθαιναν από τις αρρώστιες και τις κακουχίες, που συνάντησαν στη Μακεδονία, ενώ άλλοι, προσπαθώντας να αξιοποιήσουν τον χρόνο, κατά τον οποίο δεν πραγματοποιούσαν κάποια ουσιαστική δραστηριότητα, καλλιεργούσαν ντομάτες και διάφορα λαχανικά. Κατά την άποψη πολλών πολιτικών και στρατιωτικών στις πρωτεύουσες των δυνάμεων της Αντάντ, το Μακεδονικό μέτωπο αποτελούσε μία σημαντική τροχοπέδη στην επίτευξη της τελικής νίκης, καθώς αποσπούσε στρατιώτες, οι οποίοι θα ήταν πολύ χρησιμότεροι στο Δυτικό μέτωπο αντιμετωπίζοντας τις γερμανικές μεραρχίες.Η εικόνα των στρατιωτών να ασχολούνται με τη διάνοιξη νέων δρόμων, υποφέροντας από τις ασθένειες και την υγρασία της μακεδονικής υπαίθρου, ασχολούμενοι και με την καλλιέργεια της γης, οπωσδήποτε επηρέασε την κρίση τουΓάλλου πρωθυπουργού, Georges Clemenceau, ο οποίος χαρακτήρισε αυτούς τους στρατιώτες «κηπουρούς της Θεσσαλονίκης».

Στα τέλη του 1917 και τις αρχές του 1918, ο ρόλος του Μακεδονικού μετώπου άλλαξε. Η Οκτωβριανή Επανάσταση στη Ρωσία (ή οκτωβριανό πραξικόπημα –октябрьскийпереворот– όπως ονομάζεται από ορισμένους ερευνητές) και η συνθηκολόγηση των Μπολσεβίκων στο Brest-Litovsk στις 3 Μαρτίου του 1918 οδήγησαν στην κατάρρευση του σημαντικού για τον αντιπερισπασμό των Γερμανών και Αυστρο-Ούγγρων Ανατολικού μετώπου. Η ευμενής αυτή εξέλιξη για τους Γερμανούς τούς έδωσε τη δυνατότητα να μεταφέρουν σαράντα περίπου μεραρχίες από το Ανατολικό στο Δυτικό μέτωπο και να προετοιμαστούν για τη διενέργεια του τελειωτικού χτυπήματος κατά της Αντάντ στα εδάφη της Γαλλίας και της Φλάνδρας. Οι γερμανικές επιθέσεις, που διεξήχθησαν στο Δυτικό μέτωπο από τον Μάρτιο έως τον Ιούλιο του 1918 («Kaiserschlacht» ή αλλιώς της «εαρινής επίθεσης του Ludendorff»)δοκίμασαν τις αντοχές της Αντάντ.Οι εξελίξεις οδήγησαν στην μεταβολή του ρόλου του θεάτρου των επιχειρήσεων της Θεσσαλονίκης.

Τον ρόλο του Ανατολικού μετώπου, ως πεδίου καθήλωσης και διάσπασης των γερμανικών δυνάμεων, ανέλαβε μέσα στο 1918το Μακεδονικό μέτωπο. Η Συμμαχική Στρατιά Ανατολής (AlliedArmy of the Orient) στο Μακεδονικό μέτωπο ήταν αναγκαίο να αναδιοργανωθεί προκειμένου να ανταπεξέλθει στο νέο σημαντικό ρόλο που της είχε ανατεθεί.Κατά το πρώτο δίμηνο του 1918, κύρια αποστολή της ήταν να μην επιτρέψει την κατάληψη της Ελλάδας από τις εχθρικές δυνάμεις. Βάση των συμμαχικών στρατευμάτων θα ήταν όλη η Ελλάδα και όχι μόνο το λιμάνι της Θεσσαλονίκης, αφού από τον Ιούνιο του 1917 η Ελλάδα συμμετείχε επίσημα στον πόλεμο.

Η ανάληψη των καθηκόντων του αρχιστράτηγου της Στρατιάς της Ανατολής τον Δεκέμβριο του 1917 από τον Marie Louis Adolphe Guillaumat (αντικατέστησε τον MauriceSarrail) είχε μεγάλη σημασία για την αναδιοργάνωση της Στρατιάς και την προετοιμασία της για νέες στρατιωτικές επιχειρήσεις. Οι επιτυχίες των Γερμανών στο Δυτικό μέτωπο αποτέλεσαν καθοριστικό παράγοντα για την ανάληψη επιθετικών ενεργειών στο Μακεδονικό μέτωπο. Οι επιτυχίες της «εαρινής επίθεσης του Ludendorff» ανάγκασαν τη γαλλική κυβέρνηση να διατάξει στον στρατηγό Guillaumat την καθήλωση του συνόλου των εχθρικών δυνάμεων στην Μακεδονία. Η καθήλωση των εχθρικών δυνάμεων έπρεπε να πραγματοποιηθεί με επιθετικές ενέργειες και αντιπερισπασμούς, αποσκοπώντας στην εμπόδιση της μεταφοράς επιπλέον στρατευμάτων από τις Κεντρικές Δυνάμεις προς τη Γαλλία.

Στο πλαίσιο των επιθετικών ενεργειών στο Μακεδονικό μέτωπο την Άνοιξη του 1918 εντάσσεται η Μάχη του Σκρα (30.05.1918), κατά την οποία ο ελληνικός στρατός πραγματοποίησε την επιφανέστερη νίκη του έναντι των Κεντρικών Δυνάμεων στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η μάχη είχε τέτοιο θετικό αντίκτυπο στη Στρατιά Ανατολής, ώστε δημιούργησε στους Σέρβους τη θέληση να πετύχουν και αυτοί μια νίκη, όπως οι Έλληνες πέτυχαν στο Σκρα.Η μάχη του Σκρα αποτέλεσε το προοίμιο της νίκης των συμμάχων στο Μακεδονικό μέτωπο το φθινόπωρο του 1918. Επιπλέον, το Σκρα, συνετέλεσε στην αποβολή μετριοπαθούς τακτικής για τις επιχειρήσεις στο μέτωπο από τον στρατηγό Guillaumat. Στις αρχές Ιουνίου άρχισε να προετοιμάζει με το επιτελείο του ευρύτερες επιθέσεις στο μέτωπο. Ωστόσο, κυβερνητικές διαταγές από το Παρίσι ανακάλεσαν τον Guillaumat στο Δυτικό μέτωπο, για να αναλάβει την κομβική θέση του στρατιωτικού διοικητή της γαλλικής πρωτεύουσας. Στις 9 Ιουνίου, όταν αναχώρησε από τη Θεσσαλονίκη, το σχέδιο του δεν είχε διατυπωθεί ακόμη επίσημα, όμως έμελλε να το διεκπεραιώσει ο διάδοχος του, Franchet d’Espèrey.

Η πρώτη σοβαρή ρήξη στο στρατόπεδο των Κεντρικών Δυνάμεων πραγματοποιήθηκε τον Σεπτέμβριο του 1918, όταν οι συντονισμένες επιθέσεις των στρατευμάτων της Στρατιάς Ανατολής πέτυχαν τη διάσπαση του βουλγαρικού μετώπου στο Dobro Pole. Πολύ γρήγορα, τα στρατεύματα των συμμάχων των Κεντρικών Δυνάμεω νβρέθηκαν σε αδιέξοδο, έχοντας ως αποτέλεσμα τη συνθηκολόγηση της Βουλγαρίας στις 29 Σεπτεμβρίου. Παράλληλα, οι νίκες των συμμάχων στο Δυτικό μέτωπο συνέβαλαν στην ήττα των Κεντρικών Δυνάμεων, η συνθηκολόγηση των οποίων πραγματοποιήθηκε σταδιακά: της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στις 30 Οκτωβρίου, της Αυστρο-Ουγγαρίας στις 4 Νοεμβρίου και τέλος της Γερμανικής Αυτοκρατορίας στις 11 του ίδιο μήνα.

Η Βουλγαρική αποστολή για την υπογραφή της ανακωχής στις 29 Σεπτεμβρίου 1918

Το Μακεδονικό μέτωπο ανέλαβε εξ αρχής τον ρόλο ενός δευτερεύοντος θεάτρου επιχειρήσεων, που στόχο είχε είτε την καθήλωση των εχθρικών δυνάμεων και την αποτροπή μεταφοράς στρατευμάτων στο μείζον θέατρο των επιχειρήσεων, είτε την επίτευξη ενός καίριου πλήγματος το οποίο θα επιτάχυνε την ήττα των Κεντρικών Δυνάμεων στο Δυτικό μέτωπο. Μετά από ένα χρονικό διάστημα, κατά το οποίο το μέτωπο παρέμεινε αδρανές και οι στρατιώτες του -ίσως σωστά- χαρακτηρίστηκαν ως «κηπουροί», το Μακεδονικό μέτωπο ενεργοποιήθηκε αναλαμβάνοντας έναν σημαντικό ρόλο για την Αντάντ. Ο πόλεμος, ωστόσο, δεν κρίθηκε από τη μάχη του Σκρα, ούτε από την κατάρρευση του βουλγαρικού μετώπου, το φθινόπωρο του 1918. Η μάχη του Σκρα αποτέλεσε μία τοπική επιτυχία, σε ένα μέτωπο με δευτερεύοντα ρόλο. Μία ολική ρήξη του Δυτικού μετώπου θα ανέτρεπε οποιαδήποτε επιτυχία της Στρατιάς της Ανατολής στο Μακεδονικό μέτωπο είτε τον Μάιο είτετον Σεπτέμβριο του 1918. Δεν αποτελεί τροχοπέδη, όμως, στο να θεωρείται ως μία από τις ενδοξότερες επιχειρήσεις του ελληνικού στρατού και γενικότερα της Στρατιάς της Ανατολής στον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο. Οι επιχειρήσεις του Σεπτεμβρίου δεν οδήγησαν στην ήττα των Κεντρικών Δυνάμεων, απλά την επιτάχυναν. Τελικά, οι «κηπουροί της Θεσσαλονίκης» εκπλήρωσαν τον στόχο τους; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι μάλλον θετική, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τον ρόλο του μετώπου, τις δυνάμεις που είχαν να παρατάξουν, την αμφισβήτηση που δέχτηκαν αλλά και την απομάκρυνση ικανών στρατιωτικών μονάδων την άνοιξη του 1918 για την ενίσχυση της άμυνας στο Δυτικό μέτωπο.


Βιβλιογραφία για περαιτέρωεμβάθυνση στο θέμα

  • BatakovićDušan, “Serbia and Greece in the First World War: An Overview,” Balkan Studies 45/1 (2004), pp. 59-80.
  • FerroMarc, Ο πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος 1914-1918, Αθήνα 1997.
  • Hall Richard C., Balkan Breakthrough: The Battle of Dobro Pole 1918, Indiana 2010.
  • MannA.J., Το μέτωπο της Σαλονίκης (Α` Παγκόσμιος Πόλεμος), Αθήνα 2008.
  • Mitrović Andrej, Serbia’s Great War, 1914-1918, London 2007.
  • PalmerAlan, Το ΜακεδονικόνΜέτωπον και ο Ελληνικός Διχασμός, Αθήνα 1977.
  • Radojević Mira and DimićLjubodrag, Serbia in the Great War (1914-1918), Belgrade 2014.
  • Sfetas, Spyridon, “From Expectation to Disappointment: Bulgaria’s Capitulation in Salonica” inThe Salonica Theatre of Operations and the Outcome of the Great War, Thessaloniki, 16-18 April 2002. Proceedings of the International Conference organized by the Institute for Balkan Studies and the National Research Foundation “Eleftherios Venizelos”, Thessaloniki 2005, pp. 355-366.
  • Stevenson David, The First World War and Ιnternational Politics, New York 1988.
  • StrachanHew, Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, Αθήνα 2013.
  • Γαστεράτος Σπυρίδων, «Από το νησί των Φαιάκων στη νύμφη του Θερμαϊκού. Ο Αλβανικός Γολγοθάς των Σέρβων (1915), η παρουσία τους στην Κέρκυρα και η μεταφορά τους στη Θεσσαλονίκη (1916)», Βαλκανικά Σύμμεικτα 18 (2017), σσ. 171-190.
  • Γιαβάλκας Επαμεινώνδας, «Η κατάρρευση του βουλγαρικού μετώπου (Σεπτέμβριος 1918) και η αποτίμηση της σημασίας της», Βαλκανικά Σύμμεικτα 18 (2017), σσ. 215-228.
  • Κοντάκης Ιωάννης, «Η άφιξη των Αγγλογαλλικών στρατευμάτων στη Θεσσαλονίκη, η πρώτη επιχείρηση στη σερβική Μακεδονία και η διάνοιξη του Μετώπου της Θεσσαλονίκης (Οκτώβριος–Δεκέμβριος 1915)», Βαλκανικά Σύμμεικτα 18 (2017), σσ. 157-170.
  • Συροπλάκης Αθανάσιος, «Η μάχη του Σκρα (30.5.1918) στο πλαίσιο των πολεμικών σχεδιασμών στο Δυτικό μέτωπο», Βαλκανικά Σύμμεικτα 18 (2017), σσ. 201-214.
  • Χασιώτης Λουκιανός, Ελληνοσερβικές σχέσεις (1913-1918): συμμαχικές προτεραιότητες και πολιτικές αντιπαλότητες, Θεσσαλονίκη 2004.

Αθανάσιος Συροπλάκης

Ιστορικός και Μεταπτυχιακός Φοιτητής Νεότερης και Σύγχρονης Βαλκανικής Ιστορίας και Τουρκολογίας στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Γνωρίζει Γερμανικά, Αγγλικά και Ρωσικά.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ