14.3 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΒγήκε όντως η Ελλάδα από τα μνημόνια;

Βγήκε όντως η Ελλάδα από τα μνημόνια;

Του Μανώλη Ανδριγιαννάκη,

Αν και πια το θέμα της οικονομίας και των μνημονίων έχει αποχωρήσει από το επίκεντρο του πολιτικού διαλόγου, ελέω των εθνικών θεμάτων, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε την κατάσταση που βρίσκεται η χώρα και να αδιαφορούμε για το τι συμβαίνει. Έτσι, στο παρθενικό μου άρθρο στο OffLine Post, επέλεξα να ασχοληθώ με μια κοινή παρανόηση πολλών συμπολιτών μας, περί μνημονίων. Συμπληρώσαμε, αισίως, κατά την κυβέρνηση, τον πέμπτο μήνα εκτός μνημονίων από τις 20 Αυγούστου του περασμένου έτους. Πέντε μήνες που η Ελλάδα έχει απαλλαχτεί από τα «τρισκατάρατα» μνημόνια που «κατέστρεψαν την κοινωνία και την οικονομία»… Ή μήπως όχι;

Τι σημαίνει πρακτικά η έξοδος της Ελλάδας από το μνημόνιο; Σημαίνει πως η χώρα, πλέον, είναι ικανή να δανείζεται σαν μια φυσιολογική χώρα από τις αγορές και όχι από τα υπόλοιπα Ευρωπαϊκά κράτη, μέσω ειδικών δανειακών συμβάσεων, και με επιτόκια που δεν είναι απαγορευτικά.

Με τι επιτόκια δανειζόμασταν μέσω των μνημονίων; Γύρω στο 1,5 με 2,5%, περίπου στα επίπεδα των επιτοκίων μεγάλων ευρωπαϊκών οικονομιών! Τα αντίστοιχα επιτόκια (των δεκαετών ομολόγων), αυτή τη στιγμή, από τις αγορές «παίζουν» μεταξύ 4 και 4,5%. Μεσοσταθμικά, δηλαδή, διαφορά αποδόσεων 2,25%! Πρόκειται για μια σημαντική διαφορά που καθιστά σχεδόν απαγορευτική τη στήριξη της χρηματοδότησης της χώρας στις αγορές, με αυτά τα επιτόκια. Ταυτόχρονα και τα spreads (=διαφορά αποδόσεων μεταξύ των ελληνικών ομολόγων με τις μονάδες βάσης, τα γερμανικά 10ετή) αυτή τη στιγμή είναι κοντά στις 400 μονάδες, νούμερο εξίσου υψηλό. Υπό αυτές τις συνθήκες η Ελλάδα δεν μπορεί να βγει μόνη της στις αγορές δανεισμού και χρειάζεται μια κάποια εποπτεία και στήριξη από τους Ευρωπαίους εταίρους μας για τη χρηματοδότησή της. Μετά από επτά ολόκληρα χρόνια μνημονίων, θυσιών και περικοπών η χώρα μας αδυνατεί να κερδίσει την εμπιστοσύνη των αγορών…

Το μόνο που πήρε η Ελλάδα, μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος, είναι το περιβόητο «μαξιλαράκι» των 30 δις €. Αυτό το ποσό μπορεί και φαίνεται ότι θα χρησιμεύσει στην κυβέρνηση για την εκπλήρωση των άμεσων και μεσοπρόθεσμων υποχρεώσεων της χώρας έως ότου αποκτήσουμε πρόσβαση στις αγορές. Βέβαια, από την άλλη πλευρά, αυτά τα χρήματα θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για παραγωγικές επενδύσεις και να πάνε στην οικονομία ενισχύοντας την ανάπτυξη, αλλά…

Συγχρόνως, όμως, όσο περισσότερα θα ξοδεύουμε από το «μαξιλαράκι» τόσο οι αγορές θα προβληματίζονται για την κατάσταση στην Ελλάδα με κίνδυνο μια νέα αύξηση των επιτοκίων, με την Ελλάδα να παραμένει εκτός αγορών! Φανταστείτε δε τι θα συμβεί αν τελειώσουν τα χρήματα αυτά κι ενώ τα επιτόκια δανεισμού παραμένουν απαγορευτικά… Ο κίνδυνος ενός νέου μνημονίου ή πτώχευσης θα στοιχειώσει και πάλι την Ελλάδα. Λαμβάνοντας υπόψη και τις υποχρεώσεις της χώρας τα επόμενα τρία χρόνια, γίνεται σαφές πως, αν δεν καταφέρουμε να ρίξουμε τα επιτόκια δανεισμού μας, οδηγούμαστε με… ταχύτητα σε ένα νέο πρόγραμμα στήριξης. Ένα νέο μνημόνιο! Φουντώνουν οι φήμες ότι η επόμενη κυβέρνηση θα αναγκαστεί να το υπογράψει υπό τις παρούσες συνθήκες.

Αλλά γιατί κι αυτές οι αγορές δεν εμπιστεύονται την Ελλάδα και την ελληνική οικονομία και δεν κατεβάζουν τα επιτόκια; Παρά, μάλιστα, τις καλύτερες, τον τελευταίο καιρό, αξιολογήσεις των ελληνικών ομολόγων και της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας από όλους τους οίκους αξιολόγησης…

Μα γιατί ούτε οι επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας παρουσιάζουν τη βελτίωση που θα μπορούσαν ή θα έπρεπε να έχουν, ενώ ούτε και τα δημόσια οικονομικά είναι σε τόσο εντυπωσιακό επίπεδο. Εδώ, όμως, μιλάμε για οικονομία και στην οικονομία κυριαρχούν οι αριθμοί και όχι οι θεωρίες. Πάμε λοιπόν στους αριθμούς!

Η χώρα μας εξακολουθεί να έχει έναν από τους χαμηλότερους δείκτες ανάπτυξης στην ΕΕ. Λόγω τουρισμού τοποθετήθηκε στο 2,2% για το γ’ τρίμηνο του 2018. Η αποεπένδυση, όμως, συνεχίζει να απειλεί την ελληνική οικονομία με μια νέα μείωση των επενδύσεων κατά 23% σε σχέση με πέρυσι. Την ώρα, μάλιστα, που το ΑΕΠ μας παραμένει γύρω στα 200 δις και επακόλουθα και ο λόγος χρέους/ΑΕΠ είναι στα πολύ υψηλά επίπεδα του 179% (ένα από τα χειρότερα νούμερα αυτή τη στιγμή στον κόσμο). Την ώρα που επενδυτικά κεφάλαια είναι πιο αναγκαία από ποτέ για ξεκολλήσει η οικονομία μας.

Μια τέτοια σχέση χρέους- ΑΕΠ, βέβαια, είναι λογική αν αναλογιστεί κανείς ότι με τις δανειακές συμβάσεις των τελευταίων ετών, αυξάνεται ο αριθμητής του λόγου χρέους/ΑΕΠ χωρίς αντίστοιχα λόγω της ασθενούς ανάπτυξης να ενισχυθεί ισάξια ο παρονομαστής. Κι αυτό είναι ένας πολύ αρνητικός δείκτης για τη χώρα. Σημειώστε, επίσης, ότι από το 2013 δεν έχει πέσει σχεδόν καθόλου…

Η ανεργία, από την άλλη,  μειώνεται μεν σε σημαντικό επίπεδο, κάτω από 20% (στο 18,6% βάση των πιο πρόσφατων στοιχείων), αλλά συνδυάζεται με μια άνευ προηγουμένου αύξηση στις ελαστικές μορφές εργασίας και τη μερική απασχόληση! Περίπου 400.000 Έλληνες καταγεγραμμένα και επίσημα εργάζονται με μερική απασχόληση! Επιπλέον, το φαινόμενο «brain drain», η μαζική αναζήτηση εργασίας των νέων Ελλήνων επιστημόνων στο εξωτερικό, έχει λάβει πρωτοφανείς διαστάσεις τα τελευταία χρόνια, συντελώντας στη μείωση των καταγεγραμμένων ανέργων (ενδεικτικά το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών εκτίμησε ότι, λόγω κρίσης, μέχρι το 2016, έφυγαν από την Ελλάδα 427.000 νέοι επιστήμονες).

Μέσα σε όλα αυτά, το τραπεζικό σύστημα εξακολουθεί να μην έχει καταφέρει να ανακτήσει την πλήρη ισχύ του, παραμένει ασταθές και προς ώρας δεν φαίνεται να μπορεί να στηρίξει μια έξοδο στις αγορές και μια κανονικοποιημένη κατάσταση. Οι τραπεζικές μετοχές, μάλιστα, βρίσκονται σε ιστορικά χαμηλά, κοντά στα όρια του μηδενισμού… Γιατί απλούστατα το τραπεζικό μας σύστημα δεν είναι ακόμα έτοιμο.

Η κατάσταση στην ελληνική οικονομία, από όσα βλέπουμε, παραμένει περίεργη. Υπάρχει μεν μια κάποια σταδιακή βελτίωση, αλλά αρκετά περιορισμένη. Παρέθεσα μόνο μερικά θεμελιώδη οικονομικά στοιχεία. Υπάρχουν και πολλά που δεν φαίνονται και πιστοποιούν το ίδιο πράγμα…

Πόσα καταστήματα έχετε δει να ανοίγουν και να αντέχουν; Ποιος επενδύει σήμερα στην Ελλάδα; Η κατάσταση στην πατρίδα μας δυστυχώς παραμένει στάσιμη και θα παραμείνει:

  • αν δεν μπορέσουμε να απελευθερώσουμε τις δυνάμεις του ιδιωτικού τομέα.
  • αν δεν μειωθεί η δυσβάσταχτη φορολογία στα φυσικά πρόσωπα και κυρίως στις επιχειρήσεις (29% συντελεστής φορολόγησης επιχειρήσεων!).
  • αν δεν μειωθούν και οι υψηλότατες εργοδοτικές και ασφαλιστικές εισφορές που αποτελούν τροχοπέδη για κάθε επιχείρηση και επιχειρηματία.
  • αν δεν περιοριστεί η απίστευτη γραφειοκρατία του ελληνικού δημοσίου…

Έτσι θα μπορούσαμε να πετύχουμε μια έκρηξη ανάπτυξης στην πατρίδα μας. Τότε και μόνο τότε θα μπουν οι βάσεις για πραγματική έξοδο της χώρας από την επιτροπεία.

Βάσει των παραπάνω, οι ερωτήσεις γεννιούνται αβίαστα: Βλέπετε την Ελλάδα έτοιμη να γυρίσει σελίδα και να ξαναγίνει μια φυσιολογική χώρα που θα δανείζεται κανονικά από τις αγορές;  Έχει επιστρέψει η αισιοδοξία και η ευημερία στη χώρα; Λυπάμαι αλλά όχι… Τα μνημόνια, συνεπώς, δεν τελείωσαν, σύντροφοι, απλά είναι σε… διακοπές. Η συνέχεια σύντομα, αν δεν αλλάξουμε πολιτική και νοοτροπία πριν να είναι πολύ αργά!

Μανώλης Ανδριγιαννάκης

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1999 και είναι προπτυχιακός φοιτητής στο τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής του ΟΠΑ. Παρακολουθεί σεμινάρια και ημερίδες πολιτικής, οικονομίας, γεωπολιτικής και τεχνολογίας, ενώ συμμετέχει σε συνέδρια και προγράμματα προσομοίωσης πολιτικών θεσμών (Europa.S, ΠΠΔΣ, ΜΒΕ, MEUS). Στις δημοτικές εκλογές του 2019 ήταν υποψήφιος Δημοτικός Σύμβουλος στο Δήμο Βύρωνα, στην Αθήνα. Στο OffLine Post έφερε την ιδιότητα του Αρχισυντάκτη Οικονομικών κατά το διάστημα Ιούνιος 2019-Ιούνιος 2020.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ