Της Πολυτίμης-Μαρίας Βιντσιλαίου,
“Πόσο άστοχο είναι να αποκαλούμε αυτόν τον πλανήτη Γη, ενώ είναι εντελώς ξεκάθαρο ότι είναι θάλασσα”
Άρθουρ Κλαρκ
Ο πλανήτης Γη καλύπτεται κατά 73% από θάλασσες και ωκεανούς, οπότε κάπου εδώ θα έρθουμε να συμφωνήσουμε με την διαπίστωση του Κλαρκ και όλα αυτά που εκείνη συνεπάγεται. Η μοίρα του ανθρώπινου πολιτισμού συνδέθηκε άρρηκτα με τη θάλασσα και δεν είναι τυχαίο ότι η ανάδυση και η εξέλιξη ολόκληρων πολιτισμών πραγματοποιήθηκε σε περιοχές κοντά σε αυτήν. Η σημασία της υπήρξε κομβική καθώς εκτός από τροφοδότρια, η θάλασσα αποτέλεσε και αποτελεί τη σημαντικότερη δίαυλο μετακίνησης ανθρώπων, εμπορευμάτων και ιδεών στον κόσμο. Οι μεγαλύτερες ανακαλύψεις αλλά και αιματοχυσίες ξεκίνησαν από εκείνη. Στη σύγχρονη εποχή, η αξιοποίηση του υδροφόρου ορίζοντα εξακολουθεί να αποτελεί μια παγκόσμια σταθερά που συνδέει το παρελθόν με το μέλλον. Βέβαια η τεχνολογική πρόοδος και οι σύγχρονες ανάγκες έχουν μεταβάλει σε κάποιο βαθμό το είδος των θαλάσσιων δραστηριοτήτων. Ενώ λοιπόν παραδοσιακές λειτουργίες όπως η αλιεία και η ναυσιπλοΐα εξακολουθούν να αποτελούν σημαντικούς παράγοντες στην παγκόσμια οικονομία, γεγονός που διαφαίνεται και από το ποσοστό τους στο ΑΕΠ των περισσότερων κρατών, νέες προοπτικές για τη βιώσιμη αξιοποίηση των θαλασσών έχουν αρχίσει να διαφαίνονται.
Ως μια τέτοια προοπτική θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και η ανάπτυξη της ωκεάνιας ενέργειας ή θαλάσσιας ενέργειας ,όπως συχνά θα συναντήσουμε στην διεθνή πολιτική σκηνή. Ωκεάνια χαρακτηρίζεται η ενέργεια που προέρχεται από τις θάλασσες και τους ωκεανούς . Πρόκειται για έναν ορισμό αρκετά ευρύ που χρειάζεται περαιτέρω αποσαφήνιση καθώς συχνά σε αυτόν συμπεριλαμβάνεται και ο τομέας της υπεράκτιας αιολικής ενέργειας. Ωστόσο ακολουθώντας την οπτική της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όπως αυτή αποδίδεται στην πολιτική της Ένωσης για την Γαλάζια Ανάπτυξη, εξειδικεύουμε τον ορισμό και αναφερόμαστε σε πηγές όπως τα κύματα, η παλίρροια, τα επίπεδα αλατότητας και η θερμότητα. Κατ’ αντιστοιχία λοιπόν αναφερόμαστε και σε τεχνολογίες που αξιοποιούν τις παραπάνω πηγές για να παράξουν ηλεκτρική, τουλάχιστον στην πλειοψηφία τους, ενέργεια
Η πρώτη πατέντα ωκεάνιας ενέργειας αποδόθηκε στον Monsieur Girard το 1799, γεγονός που αποδεικνύει ότι η ωκεάνια ενέργεια δεν αποτελεί κάτι νέο στο παγκόσμιο στερέωμα. Όμως οι τεχνολογικές δυσκολίες που σχετίζονται με το ιδιαίτερο θαλάσσιο περιβάλλον αλλά και οι πολιτικοοικονομικές εξελίξεις δεν επέτρεψαν την εγκαθίδρυσή της ωκεάνιας ενέργειας ως βασικής και αξιόπιστης ενεργειακής πηγής μέχρι αρκετά πρόσφατα. Σήμερα, πάνω από 100 διαφορετικές ωκεάνιες τεχνολογίες έχουν καταγραφεί ,με τις περισσότερες να βρίσκονται σε αναπτυξιακή φάση ακόμη. Οι πλέον ανεπτυγμένες μορφές τεχνολογίας είναι παγκοσμίως εκείνες που σχετίζονται με την αξιοποίηση της κυματικής και της παλιρροϊκής ενέργειας (ρεύματα και παλιρροϊκό εύρος). Σύμφωνα με τη θεωρία η παγκόσμια δυνατότητα της ωκεάνιας ενέργειας υπολογίζεται σε 7400EJ το χρόνο ενώ οι εκτιμήσεις μόνο για την κυματική ενέργεια στην Ευρώπη υπολογίζουν τη δυναμική της σε 2800TW το χρόνο ,ποσότητα που ανταποκρίνεται στο 80% της ηλεκτρικής ενέργειας που κατανάλωσαν τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 2010!
Φυσικά πολλά κράτη διέκριναν τις ενεργειακές προοπτικές με αποτέλεσμα από τη δεκαετία του 2000 ιδιαίτερα, να σημειώνεται συνεχής πρόοδος όσον αφορά την περαιτέρω ανάπτυξη του τομέα. Κυρίαρχη δύναμη ωστόσο δε θα μπορούσε να είναι άλλη από την Ευρωπαϊκή Ένωση με το 60% των επιχειρήσεων ή επιστημονικών κέντρων που υπάρχουν παγκοσμίως και ασχολούνται με την κυματική ενέργεια και το 50% εκείνων που αντίστοιχα δραστηριοποιούνται στην παλιρροϊκή ενέργεια, να εδράζονται σε αυτήν. Βάσει των υπολογισμών της Επιτροπής που πραγματοποιούνται στα πλαίσια των προβλέψεων για την ωκεάνια ενέργεια, η απόδοση των μετατροπέων κυματικής ενέργειας που θα βρίσκονται στον ευρωπαϊκό θαλάσσιο χώρο υπολογίζεται ότι θα αποδίδουν 100GW το χρόνο έως το 2050. Παράλληλα εκτιμάται ότι οι δυνατότητες της ωκεάνιας αγοράς θα ανέλθουν σε 653 δις ευρώ μεταξύ της περιόδου 2010-2050.
Μπορεί όμως η ωκεάνια ενέργεια να καλύψει το ενεργειακό κενό της Ένωσης;
Δεν υπάρχει ακόμη απάντηση σε αυτό. Θα μπορούσε σαφώς να αντικαταστήσει το ποσοστό εκείνο της ενέργειας που προέρχεται από μη ανανεώσιμες πηγές, σε ποιο βαθμό όμως δεν μπορούμε να το γνωρίζουμε με σιγουριά. Προς το παρόν η ωκεάνια ενέργεια βρίσκεται σε προ-εμπορικό στάδιο ενώ σταδιακά διαμορφώνεται και η αγορά της ωκεάνιας ενέργειας παγκοσμίως αλλά και στην Ευρώπη με πιο ενεργές στον τομέα τη Γαλλία, την Ιρλανδία, το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Δανία, τη Νορβηγία, την Πορτογαλία και την Ολλανδία. Ωστόσο σημαντικά ζητήματα όπως η συνδεσιμότητα των τεχνολογιών στα υπάρχοντα δίκτυα, η αντοχή και η αποτελεσματικότητα των μηχανημάτων ,το υψηλό κόστος της τεχνολογίας ,αλλά και της ίδιας της ενέργειας που παράγεται από αυτές (σε σύγκριση με τη μονάδα ενέργειας από άλλες ανανεώσιμες πηγές) επηρεάζουν σημαντικά την περαιτέρω εξάπλωση του τομέα. Πρέπει όμως να επισημανθεί ότι σε ευρωπαϊκό επίπεδο πραγματοποιείται σημαντική προσπάθεια τόσο από τους θεσμούς και τα κράτη όσο και από την ιδιωτική επενδυτική πρωτοβουλία , για την ενίσχυση της ωκεάνιας ενέργειας. Προγράμματα όπως το Blue Energy Communication αλλά και οι διάφοροι χρηματοδοτικοί μηχανισμοί και επενδυτικές δικλείδες της Ένωσης αποσκοπούν στο να υπερκεράσουν τα εμπόδια αυτά.
Κατασκευές όπως το παλιρροϊκό φράγμα La Rance στη Γαλλία, που χρονολογείται από το 1966, κι εξακολουθεί να λειτουργεί μέχρι και σήμερα (αποδίδοντας έως και 240 MW) αποτελεί απόδειξη ότι η ωκεάνια ενέργεια μπορεί να αναδειχθεί σε μια από τις σημαντικότερες πηγές ενέργειας για τον 21ο αιώνα. Το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής, η αύξηση του ανθρώπινου πληθυσμού αλλά και η μείωση των ενεργειακών αποθεμάτων αποτελούν παράγοντες ώθησης για την εξεύρεση και την ανάδειξη νέων ενεργειακών πηγών και η ωκεάνια ενέργεια δεν είναι μια νέα υπόθεση.
Η Πολυτίμη-Μαρία Βιντσιλαίου είναι απόφοιτη του τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Δημόσιας Διοίκησης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών με κατεύθυνση τις Διεθνείς Σχέσεις και μεταπτυχιακή φοιτήτρια στο πρόγραμμα «Οικονομικά και Δίκαιο στις ενεργειακές αγορές» του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Έχει συμμετάσχει σε αρκετές προσομοιώσεις και διεθνή συνέδρια, με διακρίσεις, ενώ έχει υπάρξει μέλος ερευνητικών ομάδων που δραστηριοποιούνται στη μελέτη της διεθνούς πολιτικής και οικονομίας.