12.8 C
Athens
Κυριακή, 17 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορία«Μπορεί μία Δημοκρατία να οδηγήσει στον ολοκληρωτισμό;» Η «δύση» της Δημοκρατίας...

«Μπορεί μία Δημοκρατία να οδηγήσει στον ολοκληρωτισμό;» Η «δύση» της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης (Α΄ Μέρος)


Του Πελοπίδα-Παναγιώτη Κουλούρη, 

Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος έχει λήξει με τους νικητές και τους ηττημένους να μετράνε τις πληγές τους. Οι νικητές αποφάσισαν να επιβάλλουν σκληρούς όρους στη μεγάλη ηττημένη του πολέμου, τη Γερμανία. Οι, άλλοτε, περήφανοι Γερμανοί, υπήκοοι μίας ισχυρής Αυτοκρατορίας, αναγκάστηκαν να περιοριστούν εδαφικά και να πληρώσουν βαρύτατες πολεμικές αποζημιώσεις. Φυσικά, καθοριστικό ρόλο, στην αντιμετώπιση της Γερμανίας, έπαιξε ο «γαλλικός ρεβανσισμός» από την ήττα στον Γαλλοπρωσικό Πόλεμο (1870), γεγονός, που έμελλε να το πληρώσει, πολύ ακριβά, ολόκληρη η υφήλιος 14 χρόνια αργότερα με την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, το 1933.

Την επαύριο της λήξης του πολέμου, η Γερμανία ανακηρύχθηκε de facto (εκ των πραγμάτων) Δημοκρατία, στις 9 Νοεμβρίου του 1918 όταν ο Kaizer Γουλιέλμος Β΄ της Γερμανίας παραιτήθηκε των θρόνων της Πρωσίας και της Γερμανίας, ενώ de jure (διά νόμου), ανακηρύχθηκε το Φεβρουάριο του 1919, όταν ανώτατη κυβερνώσα αρχή, ορίστηκε ο Πρόεδρος του κράτους. Το νέο πολίτευμα της Γερμανίας ονομάστηκε «Δημοκρατίας της Βαϊμάρης» παίρνοντας το όνομά του από την ιστορική γερμανική πόλη της Βαϊμάρης (Weimar), στην οποία υπεγράφη η ιδρυτική πράξη της Δημοκρατίας, η θέσπιση και αποδοχή του νέου Συντάγματος, την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1919. Ωστόσο, η επίσημη ονομασία ήταν «Γερμανικό Reich (Ράιχ)» (ονομασία, που ακολούθησε τη Γερμανία από το 1871 – 1945). Η νέα κυβέρνηση αποτελούταν από σοσιαλιστές της αριστεράς, σοσιαλδημοκράτες και αντιπροσώπους του καθολικού Κέντρου και πολύ γρήγορα βρέθηκε αντιμέτωπη με την κομμουνιστική εξέγερση των Σπαρτακιστών του Βερολίνου, την οποία κατέστειλε με βιαιότητα και δολοφόνησε τους ηγέτες τής, Ρόζα Λούξεμπουργκ και Καρλ Λίμπκνεχτ (15 Ιανουαρίου 1919).

Για να επανέλθουμε στο βασικό ερώτημα του άρθρου «Μπορεί μία Δημοκρατία να οδηγήσει στον ολοκληρωτισμό;». Το Σύνταγμα της Βαϊμάρης υπήρξε το αποτέλεσμα συμβιβασμού ανάμεσα στις διάφορες πολιτικές δυνάμεις, τον Απρίλιο του 1919. Το Σύνταγμα ήταν, εντελώς, προοδευτικό και δημοκρατικό. Έθετε, επίσης, με τα όρια των εξουσιών και περιείχε θεμελιώδεις διατάξεις, που αφορούσαν την παιδεία, την κοινωνική πολιτική και τις σχέσεις εργασίας. Ωστόσο, η οικονομική κρίση, που αντιμετώπιζε η Γερμανία, το πολεμικό χρέος, που υποχρεωνόταν να καταβάλει και τα όργανα εξουσίας του παλαιού καθεστώτος μέσα στο σώμα της νέας δημοκρατίας ενθάρρυναν την αναβίωση του εθνικισμού, φθείροντας τα δημοκρατικά κόμματα. Οι κυβερνήσεις ζούσαν υπό το βάρος του πληθωρισμού, τον οποίον τροφοδοτούσε η πληρωμή των πολεμικών επανορθώσεων, ενώ οι οπαδοί της δεξιάς εξαπέλυαν τραγική σειρά δολοφονιών. Το νέο Σύνταγμα παραχωρούσε αρκετές εξουσίες στον Καγκελάριο, σε περίπτωση κρίσης, καθώς επιτρεπόταν να λάβει μέτρα για την αποκατάσταση της δημόσιας ασφάλειας και της τάξης και εν ανάγκη να την επιβάλλει με τη χρήση των ενόπλων δυνάμεων.

Παρά τις προσπάθειες των δημοκρατικών δυνάμεων, η πλειονότητα της κοινής γνώμης ήταν αντίθετη με το νέο καθεστώς. Η αντιπολίτευση ήταν ισχυρή, καθώς από τη μία, στην άκρα αριστερά κομμουνιστές και ανεξάρτητοι σοσιαλιστές συγκέντρωναν όσες ψήφους και το SPD (Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα), λίγο λιγότερο από το 20% και από την άλλη, στη δεξιά οι Γερμανοί εθνικιστές ήταν, περίπου το ⅓ των ψηφοφόρων. Στην αντιπολίτευση βρίσκονταν αξιωματικοί, μέρος των Πανεπιστημίων και της μεσαίας τάξης. Όλοι τάσσονταν υπέρ της γερμανικής ενότητας, θεωρώντας τη Δημοκρατία ως κάτι επικίνδυνο. Οι οπαδοί της Δημοκρατίας ήταν λίγο κάτω από το 50% των ψηφοφόρων. Αυτή η πολιτική αστάθεια σε συνδυασμό με την οικονομική κατάσταση επέτειναν το κλίμα δυσαρέσκειας. Το σημαντικότερο πλήγμα για τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης ήταν η κίνηση της Γαλλίας να καταλάβει τη βιομηχανική περιοχή του Ρουρ (11/01/1923) σε συνεννόηση με το Βέλγιο, προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποπληρωμή των χρεών της Γερμανίας. Ο Καγκελάριος Βίλχελμ Κούνο, προκειμένου να αντιδράσει, κήρυξε παθητική αντίσταση, ενώ η χρηματοδότηση από τη γερμανική κυβέρνηση οδήγησε στην οριστική κατάρρευση του μάρκου και στην όξυνση του πληθωρισμού. Μέσα στη γενική κρίση, τα αντιδραστικά κινήματα έδωσαν το σύνθημα της εξέγερσης, παρά την αναχαίτιση του πληθωρισμού, που οφειλόταν στα μέτρα της κυβέρνησης εθνικής ενότητας που συγκροτήθηκε στις 13 Αυγούστου από τον Gustav Stresemann, τον σημαντικότερο πολιτικό της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης και έναν από τους πρώτους εμπνευστές της ευρωπαϊκής οικονομικής ολοκλήρωσης.

Ένα, ακόμη, πλήγμα για τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης, αλλά και γενικά για την Ευρώπη, δόθηκε το Μάϊο του 1924, όταν το εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα εξελέγη με 7% (2εκ. ψήφοι). Πριν όμως, την επικράτηση του ναζισμού, αυτό το κλίμα δυσαρέσκειας βοηθούσε τις απόπειρες πραξικοπημάτων στη Γερμανία, με σημαντικότερα αυτά του Kapp (1920) και τα τρία του 1923, στο Βερολίνο, στη Ρηνανία και στη Βαυαρία, στις 8 Νοεμβρίου, τα οποία οργάνωσε ο ίδιος ο Χίτλερ. Την επόμενη τετραετία (1924 – 1928), η Γερμανία γνώρισε μεγάλη οικονομική άνθηση, βασισμένη στον ορθολογισμό, στην επιστημονική πολιτική και στη συγκέντρωση επιχειρήσεων. Ωστόσο, το Κραχ στις ΗΠΑ, έμελε να οδηγήσει τη Γερμανία στο χάος. Πριν όμως, την οικονομική κρίση του 1929, στη Γερμανία ξέσπασε κοινωνική κρίση, που σημαδεύθηκε από μία απεργία στο Ρουρ και σοβαρά επεισόδια στο Βερολίνο μετά τις εκδηλώσεις της Πρωτομαγιάς. Καθημερινά, οι σοσιαλιστές συγκρούονταν με τους κομμουνιστές, ενώ τα αντικομμουνιστικά μέτρα ενέτειναν τις συγκρούσεις, πράγμα, που εκμεταλλεύθηκαν, οι Ναζί. Η αντίθεση της κοινής γνώμης με το σχέδιο Young (επιτροπή του 1929 για τη διευθέτηση των πολεμικών επανορθώσεων) ήταν τόσο ισχυρή, ώστε δημιουργήθηκε ένα εθνικό μέτωπο, που συγκέντρωσε, περίπου, 6 εκατομμύρια ψήφους. Το Ναζιστικό Κόμμα, πλέον, εμφανιζόταν ως ένα μεγάλο εθνικό κόμμα, που προσέλκυε ψήφους των μεσαίων στρωμάτων αλλά και ενός αριθμού εργατών.

Η αρχή του τέλους για τη Δημοκρατία

Η περίοδος 1929 – 1933 αποδείχθηκε καθοριστική για τις εξελίξεις στην Ευρώπη. Στο διάστημα αυτό, στη Γερμανία ανατράπηκε η Δημοκρατία και έδωσε τη θέση της στο ναζισμό. Η ανατροπή της δημοκρατίας ήταν απότομη και ευδιάκριτη, καθώς ισοδυναμούσε με μία «επανάσταση», σύμφωνα με τους απολογητές του ναζισμού. Το ναζιστικό καθεστώς αποτελούσε μία πολιτική ρήξη με τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης, κάτι, που ήταν έκδηλο και οι Ναζί προσπαθούσαν συνεχώς να υπερτονίζουν το χάσμα, που τους χώριζε από τη Δημοκρατία, όχι μόνο στην εξωτερική αλλά και στην εσωτερική πολιτική. Το 1929, η Γερμανία βίωνε μία μεγάλη οικονομική ύφεση, η οποία ακολουθήθηκε από το θάνατο του σπουδαίου πολιτικού Stresemann.

 

«Στην τελική ευθεία προς την καταστροφή»

Η συνέχεια στο Β΄ μέρος…

Πελοπίδας-Παναγιώτης Κουλούρης

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1996. Το 2014 ξεκίνησε τις σπουδές του, στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Πάντειου Πανεπιστημίου αποφοιτώντας το 2018. Τον Οκτώβριο ξεκίνησε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο Νεαπόλεως Πάφου στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα "Νεότερη και Σύγχρονη Ευρωπαϊκή και Ελληνική Ιστορία". Στο OffLine Post αρθρογραφεί για τις κατηγορίες Πολιτικού και Ιστορίας.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ