Του Ανδρέα Παπαϊωσήφ,
Το τελευταίο διάστημα, μέσα στο πλαίσιο της ενημέρωσης μου για τα διεθνή, τόσο σε επίπεδο εσωτερικής αλλά και εξωτερικής πολιτικής, διάβασα κάποιες άκρως θορυβώδεις καταστάσεις και κινήσεις ανά τον κόσμο οι οποίες μου έδωσαν την έμπνευση να τις παραθέσω και να τις σχολιάσω, διότι έχω την τάση να πιστεύω ότι ανέρχεται μια πραγματική «εποχή των τεράτων».
Όμως ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Τι εννοώ όταν αναφέρω μια « εποχή των τεράτων»; Σε πολλές περιοχές του κόσμου είναι γνωστό πως ακροδεξιά κινήματα έχουν μια πολύ μεγάλη άνοδο τα τελευταία χρόνια, αλλού σε μορφή εξω – κοινοβουλευτικών κινημάτων, αλλού ως μέλη του κοινοβουλίου. Το μεγάλο ζήτημα βρίσκεται όμως στο εξής εγχείρημα: Αυτό το ακροδεξιό ρεύμα έχει αναλάβει ρόλο κυβέρνησης και αν ναι σε τι βαθμό ; Επίσης τι αντίκτυπο έχει αυτό στην διεθνή σκηνή ;
Όσον αφορά το πρώτο ερώτημα, θέλω να παραθέσω τρία παραδείγματα τα οποία πιστεύω πως χρειάζονται εξέταση επάνω στο τόλμημα αυτό. Προτεραιότητα λόγω παλαιότητας θα έχει η κυβέρνηση Φιντέτζ του Προέδρου Ορμπάν της Ουγγαρίας. Όπως είναι ήδη γνωστό, η Ουγγρική κυβέρνηση τα τελευταία χρόνια έχει ακολουθήσει πολιτικές οι οποίες αντιβαίνουν τόσο στα «δημοκρατικά ήθη και έθιμα» όσο και στα Ευρωπαϊκά ιδεώδη. Λαϊκίστική και εθνικιστική ρητορική, αυξανόμενος κρατισμός, υπερεξουσίες σε πρόσωπα και θεσμούς, διαφθορά, αντικομμουνισμός, αυστηρή αντιμεταναστευτική πολιτική και νομιμοποιημένος ρατσισμός είναι κάποιες από τις εκφάνσεις της διακυβέρνησης Ορμπάν. Τελευταίο παράδειγμα είναι ο λεγόμενος «νόμος των σκλάβων» που ουσιαστικά προβλέπει την απαίτηση υπερωριακής απασχόλησης από τους εργοδότες ως και 400 ώρες ετησίως καθώς και το ότι ο εκάστοτε εργοδότης θα έρχεται σε ατομική συμφωνία με τον εργαζόμενο ως προς τις πληρωμές των ωρών αυτών βάζοντας στην άκρη την εργασιακή συλλογικότητα.
Στην συνέχεια, το επόμενο παράδειγμα μου είναι η διακυβέρνηση Τράμπ στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Πίσω στο 2017, όταν ο Πρόεδρος Τράμπ αναλάμβανε καθήκοντα, πολλοί ήταν αυτοί που υποστήριζαν πως θα ήταν εκείνος που θα φέρει αέρα αλλαγής στο δυσμενές διεθνές σύστημα αλλά και στην τεθλασμένη πολιτική ζωή των Η.Π.Α. Αρκετοί ήταν επίσης αυτοί που τον κατηγορούσαν ως Εθνικιστή, απομονωτιστή και «ερασιτέχνη πολιτικό». Σήμερα, δύο χρόνια μετά, οι επικριτές του έχουν κερδίσει έδαφος δικαίωσης διότι αν εξετάσει κανείς τα πεπραγμένα του Προέδρου, λίγες είναι οι κινήσεις με θετικό πρόσημο. Η πολιτική και οικονομική ζωή των Πολιτειών δεν έχει ανακάμψει από την κρίση του 08’, οι πολιτικές ζυμώσεις στο εσωτερικό της χώρας βρίσκονται σε άσχημα επίπεδα, οι σχέσεις του ιδίου και του κράτους με πολλούς διεθνείς δρώντες βρίσκονται σε χαμηλά επίπεδα και οι κινήσεις των Η.Π.Α στην διεθνή σκηνή μόνο σταθερότητα και ανάπτυξη δεν έχουν αποφέρει. Δηλώσεις διεθνούς όξυνσης με μεγάλους παράγοντες όπως η Ρωσία, η Κίνα, το Ιράν και Ευρωπαϊκή Ένωση πολλές, συστηματικές απομακρύνσεις των Η.Π.Α από διεθνείς συμφωνίες σταθεροποιητικού χαρακτήρα επίσης, άστοχες κινήσεις σε περιοχές μείζονος σημασίας όπως η Μέση Ανατολή και η Ασία και τέλος η αναθέρμανση απομονωτικών πολιτικών εντός των Η.Π.Α καθώς επάνω στο τελευταίο ζήτημα υπάρχει μια εξελισσόμενη αναταραχή μεταξύ Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων σχετικά με μεγαλεπήβολο τοίχος που θέλει να κατασκευάσει ο Τράμπ στα σύνορα Η.Π.Α Μεξικό διότι ο Πρόεδρος έχει δηλώσει πως δεν θα υπογράψει τον προϋπολογισμό εάν δεν συμπεριληφθούν κονδύλια ύψους 5.6 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την ανέγερση του τοίχους.
Το τελευταίο παράδειγμα απευθύνεται στον νεοεκλεγείσα πρώην στρατιωτικό στέλεχος Πρόεδρο της Βραζιλίας, Ζαϊχ Μπολσονάρου. ‘Ευτυχώς’ ο Βραζιλιάνος Πρόεδρος λόγω του μικρού διαστήματος διακυβέρνησης δεν έχει προλάβει να μας δώσει άσχημα δείγματα. Όμως αυτό που τρομάζει είναι οι προεκλογικές και πρόσφατες δηλώσεις του. Φαίνεται πως στα πλαίσια της απελευθέρωσης της Βραζιλίας «από τον ζυγό της διαφθοράς, της εγκληματικότητας, της οικονομικής ανευθυνότητας και της ιδεολογικής δουλείας» όπως επίσης και στο αίσθημα πως «Θα εργαστώ ακούραστα ώστε η Βραζιλία να επιτύχει το πεπρωμένο της» ο Μπολσονάρου θα ακολουθήσει στυγνές και ασυνήθιστες πολιτικές. Έχει εκφράσει αβίαστα πολλάκις την ακροδεξιά πολιτική του υπόσταση μιλώντας για αντικομμουνισμό, πως έσωσε την χώρα του από τον σοσιαλισμό, όπως επίσης έχει χρησιμοποιήσει λαϊκίστική προπαγάνδα στην προεκλογική του εκστρατεία. Δεν είναι τυχαίο ότι τον υποστηρίζουν κυρίως τα πολύ λαϊκά στρώματα και η στρατιωτική ελίτ της χώρας. Χαρακτηριστικά λεγόμενα του είναι πως θα αποψιλώσει μεγάλες εκτάσεις του Αμαζονίου ώστε να χρησιμοποιηθούν είτε ως καλλιεργήσιμες περιοχές είτε ως φάρμες, πως θα χαλαρώσει τους νόμους οπλοφορίας για τους πολίτες με λευκό ποινικό μητρώο ώστε «να αποδίδουν μόνοι τους δικαιοσύνη όποτε είναι απαραίτητο», πως θα κάνει πιο αυστηρούς τους νόμους περί έκτρωσης και στα πιο πρόσφατα πως θα περιορίσει την δράση Διεθνών Οργανισμών και Μ.Κ.Ο στην επικράτεια.
Όλα αυτά τα μακροσκελή παραδείγματα με οδηγούν στο δεύτερο και μεγαλύτερο άνωθεν διπλού σκέλους ερώτημα μου το οποίο όμως θα επιχειρήσω να απαντήσω ανάποδα. Όσον αναφορά την επίδραση των κυβερνήσεων αυτών στην διεθνή κοινότητα θα έλεγα πως κυρίως οι πολιτικές των Η.Π.Α είναι αυτές που δημιουργούν ακόμα πιο άσχημο κλίμα στο ήδη ταραγμένο διεθνές γίγνεσθαι. Η κυβέρνηση Ορμπάν από την άλλη, φυσικά και δεν μπορεί να έχει την επιρροή των Η.Π.Α αλλά και αυτή χαρακτηρίζεται ως αρνητικός παράγοντας για την κεντρική Ευρώπη και την Ε.Ε καθώς έχει φέρει αρκετά προβλήματα κυρίως στην Ευρωπαϊκή Ένωση όπως ήδη γνωρίζουμε, ενώ η νεοσυσταθείσα κυβέρνηση Μπολσονάρου μπορεί να αποδειχθεί παράγοντας αποσταθεροποίησης στην αρκετά χαοτική πολιτική κατάσταση της Λατινικής Αμερικής.
Συνοψίζοντας όλα αυτά τα λεγόμενα, θα έλεγα ότι ναι τελικά η λεγόμενη ακροδεξιά έχει καταφέρει να εισχωρήσει σε κυβερνήσεις κρατών, όμως κατά την γνώμη μου όχι με την ιστορική μορφή του φασισμού και τον ναζισμού του 20ου αιώνα, αλλά με μια νέα μορφή διακυβέρνησης που στηρίζεται σε πολιτικές προώθησης προπαγάνδας κατά άλλων πολιτικών ρευμάτων μέσω του λαϊκισμού και του Εθνικισμού, στον οικονομικό και πολιτικό απομονωτισμό και στην κοινωνική διαφοροποίηση του «Έθνους Κράτους» από τον διεθνοποιημένο χαρακτήρα του 21ου αιώνα. Όλα αυτά στο πλαίσιο της κατά των λεγόμενων τους καταπολέμησης της πολιτικής ορθότητας. Αυτό που μένει να δούμε στο μέλλον, βραχυπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα είναι το κατά πόσο οι πολιτικές αυτές θα βρουν πρόσφορο έδαφος και σε άλλες κοινωνίες, γιατί η αύξηση τέτοιων κυβερνητικών μορφωμάτων ανά τον κόσμο σημαίνει επικινδυνότητα, σημαίνει πως μπαίνουμε στην εποχή των τεράτων…