22.1 C
Athens
Σάββατο, 2 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΤο δικαίωμα προσβολής της πατρότητας

Το δικαίωμα προσβολής της πατρότητας


Της Ειρήνης Βαρελτζιδου,

Σύμφωνα με το ελληνικό οικογενειακό δίκαιο, κάθε παιδί που γεννιέται κατά τη διάρκεια του γάμου της μητέρας του ή μέσα σε τριακόσιες ημέρες από τη λύση ή την ακύρωση αυτού, τεκμαίρεται ότι έχει ως πατέρα τον σύζυγο της μητέρας του. Με βάση τα σημερινά δεδομένα όμως γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι ένα τέτοιο τεκμήριο δεν ανταποκρίνεται πάντα στην πραγματικότητα, με αποτέλεσμα ο βιολογικός πατέρας του παιδιού και ο σύζυγος της μητέρας του παιδιού να είναι δυο διαφορετικά άτομα. Εύλογο επομένως είναι το ερώτημα με ποιον τρόπο θα μπορούσε το παιδί να αποκτήσει συγγένεια από νομική άποψη με τον βιολογικό του πατέρα.

Με βάση το σύγχρονο οικογενειακό δίκαιο καθιερώνεται ο ενιαίος θεσμός της δικαστικής προσβολής της πατρότητας, που συνιστά το μοναδικό τρόπο ανατροπής αυτού του τεκμηρίου ( ΑΚ 1465 παρ. 1). Η αγωγή για προσβολή της πατρότητας μπορεί να ασκηθεί είτε αυτοπροσώπως είτε με ειδικό πληρεξούσιο και μόνο από συγκεκριμένα πρόσωπα που ορίζονται ρητά στον νόμο. Αυτά τα πρόσωπα είναι: ο σύζυγος της μητέρας ο οποίος τεκμαίρεται ως πατέρας, το ίδιο το τέκνο, η μητέρα του τέκνου, η μητέρα ή ο πατέρας του συζύγου υπό την προϋπόθεση ότι αυτός πέθανε ή κηρύχτηκε σε αφάνεια χωρίς να έχει χάσει το δικαίωμα προσβολής της πατρότητας και τέλος ο άνδρας με τον οποίο η μητέρα, ευρισκόμενη σε διάσταση με τον σύζυγό της, είχε μόνιμη σχέση με σαρκική συνάφεια κατά το κρίσιμο διάστημα της σύλληψης του τέκνου. Το δικαίωμα των προσώπων αυτών για προσβολή της ταυτότητας είναι αυτοτελές και δεν μπορεί να κληρονομηθεί ή μεταβιβαστεί.

Από το δικαίωμα άσκησης αγωγής προσβολής της πατρότητας υπάρχουν περιορισμοί που αποκλείουν συγκεκριμένα πρόσωπα. Ειδικότερα, η προσβολή πατρότητας τέκνου αποκλείεται: α) για τον σύζυγο της μητέρας, κατόπιν παρέλευσης ενός έτους από τότε που πληροφορήθηκε τον τοκετό και τα περιστατικά από τα οποία προκύπτει ότι η σύλληψη του τέκνου δεν έγινε από αυτόν και, σε κάθε περίπτωση, αφού περάσουν πέντε έτη από τον τοκετό, β) για το ίδιο το τέκνο, εφόσον παρήλθε ένα έτος από την ενηλικίωσή του, γ) για την μητέρα, κατόπιν παρέλευσης ενός έτους από τον τοκετό ή εάν υπάρχει σοβαρός λόγος για τη μη προσβολή κατά την διάρκεια του γάμου, έξι μήνες από τότε που λύθηκε ή ακυρώθηκε ο γάμος, δ) για τον πατέρα ή τη μητέρα του συζύγου, όταν περάσει ένα έτος από τότε που πληροφορήθηκαν τον θάνατο του υιού τους (και συζύγου) και την γέννηση του τέκνου και ε) για τον άνδρα που είχε σαρκική συνάφεια με την μητέρα, αφότου περάσουν δύο έτη από τον τοκετό.

Αυτός ο οποίος προσβάλει την πατρότητα του τέκνου οφείλει να αποδείξει είτε ότι η μητέρα δεν συνέλαβε πράγματι από τον σύζυγό της, δηλαδή ότι ο σύζυγός της δεν είναι ο βιολογικός πατέρας του παιδιού, είτε ότι κατά το κρίσιμο διάστημα της σύλληψης (κατά το άρθρο 1468 ΑΚ, κρίσιμο διάστημα της σύλληψης θεωρείται το διάστημα που περιλαμβάνεται ανάμεσα στην τριακοσιοστή και στην εκατοστή ογδοηκοστή ημέρα πριν από τον τοκετό) ήταν φανερά αδύνατο να συλλάβει από τον σύζυγό της, ιδίως λόγω ανικανότητας ή αποδημίας του συζύγου ή γιατί δεν είχαν σεξουαλικές σχέσεις. Το ότι η μητέρα δεν συνέλαβε από τον σύζυγό της αποδεικνύεται κυρίως με την ανάλυση του αίματος ή την εξέταση DNA και των τριών ενδιαφερομένων, δηλαδή της μητέρας, του συζύγου της (και τεκμαιρόμενου πατέρα) και του παιδιού.

Η αγωγή προσβολής της πατρότητας εφόσον γίνει δεκτή και περιέλθει η αμετάκλητη δικαστική απόφαση έχει ως νομικό αποτέλεσμα το τέκνο να χάνει την ιδιότητα του τέκνου που γεννήθηκε σε γάμο και μάλιστα αναδρομικά από την γέννησή του. Στην περίπτωση όμως που την αγωγή προσβολής της πατρότητας την ασκεί ο σύντροφος της μητέρας με τον οποίο είχε σαρκική συνάφεια, τότε επέρχεται αυτομάτως και δικαστική αναγνώριση του τέκνου, με όλες τις έννομες συνέπειες που κάτι τέτοιο συνεπάγεται.

Η προσβολή πατρότητας τέκνου είναι ωστόσο μία διαδικασία που απαιτεί έναν λεπτό νομικό χειρισμό λόγω της ιδιαιτερότητας που υπάρχει στα οικογενειακά θέματα. Η παραπάνω ιδιαιτερότητα μπορεί να σκιαγραφηθεί στην περίπτωση προσβολής της πατρότητας με το παρακάτω παράδειγμα: Αν ο άνδρας που είχε σαρκική συνάφεια με τη μητέρα ασκήσει την αγωγή (για να αποδείξει ότι το τέκνο είναι δικό του), τότε η μητέρα και το τέκνο καθίστανται και οι δύο διάδικοι στη δίκη που ανοίγει, με αποτέλεσμα η μητέρα να μη μπορεί να εκπροσωπήσει το ανήλικο τέκνο της ως κηδεμόνας, λόγω ενδεχόμενης σύγκρουσης συμφερόντων. Υπό άλλες συνθήκες η μητέρα του ανήλικου τέκνου, χωρίς δεύτερη σκέψη θα ήταν η εκπρόσωπος του.

Καθίσταται λοιπόν σαφές από τα ανωτέρω ότι οι οικογενειακές σχέσεις αποτελούν ένα μεγάλο και περίπλοκο, ορισμένες φορές, κομμάτι του ελληνικού δικαίου. Το δικαίωμα προσβολής της πατρότητας αποτελεί μια νομοθετική πρωτοβουλία, ώστε, να διευκολυνθούν οι οικογενειακές σχέσεις και να αποκαλυφθεί τελικά η βιολογική αλήθεια.

Βιβλιογραφία

– Φίλιος Παύλος, Χρ. (2011). Οικογενειακό δίκαιο. Αθήνα: Εκδόσεις Σάκκουλα
– Κουγουνέρη-Μανωλεδάκη, Ε. (2012). Οικογενειακό δίκαιο. Επιτομή. Αθήνα- Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Σάκκουλα

Ειρήνη Βαρελτζίδου

Γεννήθηκε το 1996 στη Θεσσαλονίκη. Είναι φοιτήτρια στη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Από ξένες γλώσσες γνωρίζει γερμανικά και άπταιστα, αγγλικά. Από μικρή της άρεσε η ενασχόληση με πολιτικά, κοινωνικά και νομικά θέματα, για αυτό έχει συμμετάσχει σε πολλά σεμινάρια και συνέδρια (όπως στη Βουλή των Εφήβων, σε μοντέλα Ηνωμένων Εθνών, στο Μοντέλο Βουλής των Ελλήνων). Αρθρογραφεί για νομικά θέματα, κυρίως οικογενειακής φύσεως

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ