20.3 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΟ Μεγάλος Βόρειος Πόλεμος (Μέρος Γ’)

Ο Μεγάλος Βόρειος Πόλεμος (Μέρος Γ’)


Του Σαράντη Κοιλανίτη,

Ο Κάρολος ξεκίνησε ξανά την πορεία του προς τα ενδότερα της ρωσικής επικράτειας τον Ιούνιο του 1708. Επόμενο εμπόδιο ήταν ο παραπόταμος του Δνέιπερου, Βάμπιτς. Οι ρωσικές δυνάμεις, φοβούμενες την επανάληψη του περιστατικού του 1707 στον Βιστούλα, είχαν υπεραπλώσει τις γραμμές τους. Οι Σουηδοί εντόπισαν μία αδυναμία στις θέσεις τους κοντά στο χωριό Χολόφτσιν και τα μεσάνυχτα της 4ης Ιουλίου επιτέθηκαν, αιφνιδιάζοντας τους αντιπάλους τους και αναγκάζοντάς τους να υποχωρήσουν.

Εξασφάλισαν έτσι μία συμπαγή αμυντική θέση κοντά στον Δνείπερο και ο Κάρολος αποφάσισε να μην προβεί σε περαιτέρω μεγάλης κλίμακας επιχειρήσεις, καθώς περίμενε τις ενισχύσεις που είχαν ξεκινήσει από τη Ρίγα με επικεφαλής τον στρατηγό Λέβενχαουπτ. Εκείνος, όμως, καθυστέρησε και ο Κάρολος έπρεπε να συνεχίσει την πορεία. Τον Αύγουστο επιχείρησε να μετακινήσει το στράτευμά του προς το Σμόλενσκ, αλλά η έλλειψη εφοδίων τον οδήγησε νότια, στην επαρχία της Σεβερίας, της οποίας τη γη οι Ρώσοι δεν είχαν κάψει.

Ο Λέβενχαουπτ είχε λάβει εντολές να κατευθύνει τις δυνάμεις του προς τα εκεί και ο Πέτρος κινητοποιήθηκε για να τον αναχαιτίσει. Ο Λέβενχαουπτ και οι 12.500 άντρες του προχωρούσαν αργά, καθότι μετέφεραν μαζί τους περίπου 4,500 κάρα με εφόδια για τις δυνάμεις του Καρόλου. Ήταν, επομένως, ευάλωτοι σε μία ενδεχόμενη ρωσική επίθεση. Αυτή ήρθε τελικά στις 28 Σεπτεμβρίου. Στη μάχη που δόθηκε στο χωριό Λεσνάγια, οι αριθμητικά διπλάσιες των σουηδικών δυνάμεων, ρωσικές δυνάμεις, δεν κατάφεραν να πετύχουν σαφή νίκη, ενώ και οι δύο πλευρές υπέστησαν βαριές απώλειες. Ο Λέβενχαουπτ αναγκάστηκε να παρατήσει ή/και να καταστρέψει το μεγαλύτερο μέρος των εφοδίων που μετέφερε και αφού κατέστησε έτσι τη φάλαγγά του πιο ευκίνητη, συνέχισε, μετά και από κάποιες μικρότερες μετέπειτα συγκρούσεις, την πορεία του και με τους 6.000 εναπομείναντες άντρες του, συνάντησε τον Κάρολο.

Ο Κάρολος τότε στράφηκε για βοήθεια προς τον αταμάνο των, υποτελών του τσάρου, Κοζάκων του Δνείπερου, Ιβάν Μαζέπα. Ο Μαζέπα, αν και μέχρι στιγμής παρέμενε ουδέτερος για να μη θίξει άμεσα τα συμφέροντα των Κοζάκων, συμμάχησε εν τέλει με τους Σουηδούς, αποσκοπώντας μακροπρόθεσμα στην κοζακική ανεξαρτησία. Έσπευσε, λοιπόν, να ενισχύσει τις σουηδικές δυνάμεις με 2.000 άντρες. Ωστόσο, στις 3 Νοεμβρίου, ο Μένσικοφ επιτέθηκε στην κοζακική πρωτεύουσα, το Μπατούριν, νίκησε τους 3.000 υπερασπιστές της πόλης και την κατέκαψε παραδειγματικά, σφαγιάζοντας παράλληλα τον πληθυσμό. Οι Σουηδοί έφτασαν στην περιοχή στις 11 του μηνός, διέσχισαν τον ποταμό Ντέσνα, νικώντας τους  4.000 Ρώσους που βρέθηκαν στον δρόμο τους και στις 13 του μηνός εισήλθαν στη ρημαγμένη πόλη, αντικρίζοντας άδειες από εφόδια αποθήκες.

Ο Κάρολος είχε πλέον να αντιμετωπίσει τον φοβερό χειμώνα του 1708-1709 που ακολούθησε. Έπειτα από πολλές στερήσεις επί ουκρανικού εδάφους, οι Σουηδοί ξεκίνησαν την πορεία τους προς τον Νότο, την άνοιξη του 1709, ελπίζοντας στη στήριξη των Κοζάκων του Ζαπορόζιε και των Τατάρων της Κριμαίας. Ο αρχηγός των πρώτων, Κονσταντίν Γκορντέενκο, έφερε 6.000 πολεμιστές στο πλευρό του Καρόλου, αλλά οι Ρώσοι εφάρμοσαν ξανά τιμωρητικό χτύπημα, αυτή τη φορά στις πόλεις Περεβολούτσνα και Ζαπορόζιε Σετς, οι οποίες είχαν τη μοίρα του Μπατούριν. Οι καταστροφές αυτές αποθάρρυναν και τους Τατάρους από τη σύναψη συμμαχίας με τον Κάρολο.

Παρά τα αλλεπάλληλα χτυπήματα που δεχόταν το ηθικό και η μαχητικότητα του σουηδικού στρατεύματος, ο Κάρολος αποφάσισε να συνεχίσει τις επιχειρήσεις, αναμένοντας ταυτόχρονα ενισχύσεις από την Πολωνία. Για να το πετύχει αυτό, επιχείρησε να καταλάβει την οχυρωμένη πόλη της Πολτάβας, ώστε να τη χρησιμοποιήσει ως ορμητήριο. Η μάχη που ακολούθησε έμελλε να είναι και η καθοριστική για την έκβαση του πολέμου.

Στη χτισμένη στις όχθες του Βόρσκλα, Πολτάβα, βρισκόταν αξιόμαχη ρωσική φρουρά, εφοδιασμένη με κανόνια, ενώ προς την υπεράσπισή της έσπευσε και ο Πέτρος με μία δύναμη περί των 75.000 αντρών. Καθώς η ώρα της μάχης πλησίαζε, δύο ακόμα δυσάρεστες εξελίξεις έπληξαν τους Σουηδούς. Ο Κάρολος, ακολουθώντας το επικίνδυνο συνήθειό του, να επιθεωρεί τις πρώτες γραμμές του ο ίδιος, δέχτηκε μία ρωσική σφαίρα από την απέναντι όχθη του Βόρσκλα και τραυματίστηκε στο πόδι. Επιπλέον, η βοήθεια από τα πολωνικά εδάφη στην οποία ήπλιζε δεν μπόρεσε να καταφθάσει, καθώς έπρεπε να αντιμετωπίσει ορισμένες τοπικές αναταραχές και εξεγέρσεις. Παρά ταύτα, ο Κάρολος αρνούμενος να υποχωρήσει και με μεγάλη πίστη στις ικανότητες των αντρών του, αποφάσισε να δώσει μάχη. Οι Ρώσοι πέρασαν τον Βόρσκλα, βρέθηκαν στην ίδια όχθη του με τους Σουηδούς και στρατοπέδευσαν. Ο Κάρολος αποφάσισε να επιτεθεί άμεσα, παρά το γεγονός ότι, όντας τραυματίας, δεν ήταν σε θέση να ηγηθεί του στρατού του. Αντί αυτού, τη διοίκηση ανέλαβε ο Ρένχιελντ. Στη μάχη που ακολούθησε, οι 42.000 Ρώσοι που ενεπλάκησαν απέκρουσαν τις επιθέσεις των 18.000 Σουηδών και εκμεταλλευόμενοι το αριθμητικό τους πλεονέκτημα επικράτησαν. Ο Ρένχιελντ αιχμαλωτίστηκε και ο Λέβενχαουπτ υποχώρησε στο σουηδικό στρατόπεδο με όσους Σουηδούς είχαν αποφύγει τον θάνατο ή την αιχμαλωσία. Οι Ρώσοι καταδίωξαν τους Σουηδούς και τους πρόλαβαν στον δρόμο προς τα ασφαλή οθωμανικά εδάφη. Ο Κάρολος πρόλαβε να περάσει τον Δνείπερο μαζί με μία μικρή στρατιωτική συνοδεία και τα υπολείματα του σουηδικού στρατού και των Κοζάκων παραδόθηκαν στους Ρώσους. Οι Κοζάκοι αιχμάλωτοι εκτελέστηκαν για την αποστασία τους, οι Σουηδοί όμως αντιμετωπίστηκαν αξιοπρεπώς. Ο Κάρολος ήταν πλέον φυγάς σε οθωμανικό έδαφος.

Ο Κάρολος με τον Μαζέπα στις όχθες του Δνείπερου μετά τη μάχη της Πολτάβα.

Ο Πέτρος ζήτησε την έκδοση του Καρόλου από τον Σουλτάνο Αχμεντ Γ’, αλλά εκείνος αρνήθηκε, με αποτέλεσμα την έναρξη της Εκστρατείας του Προύθου. Τον Ιούλιο του 1711, 38.000 Ρώσοι του Πέτρου κινήθηκαν επιθετικά προς τα Βαλκάνια, αλλά όταν συναντήθηκαν με τους 200.000 άντρες του Μεγάλου Βεζύρη, υποχώρησαν μπροστά στη δύναμη του οθωμανικού στρατού. Προς έκπληξή τους, όμως, οι Οθωμανοί δεν επιτέθηκαν και διαπραγματεύτηκαν ειρήνη. Οι Ρώσοι επέστρεψαν τα εδάφη που είχαν καταλάβει από τους Οθωμανούς το 1699-1700 και απέσυραν τα στρατεύματά τους από την Πολωνία. Επιπλέον, διασφαλίστηκε η ασφαλής επιστροφή του Καρόλου στη Σουηδία.

Τα χρόνια που ακολούθησαν τη μάχη της Πολτάβας, όμως, δεν υπήρξε κινητοποίηση μόνο επί οθωμανικού εδάφους. Ο αντι-σουηδικός συνασπισμός είχε αναβιώσει. Μέχρι το 1715, στον συνασπισμό, εκτός από τη Σαξονία και τη Δανία, πλέον συμμετείχαν η Πρωσία και το Ανόβερο, εκλέκτορας του οποίου ήταν ο Γεώργιος Α’ της Μεγάλης Βρετανίας. Οι συμμαχικές αυτές δυνάμεις είχαν καταλάβει μέχρι και το 1716 όλες τις σουηδικές κτήσεις στη βόρειο Γερμανία, χωρίς, ωστόσο, ρωσική βοήθεια, καθώς δεν εμπιστεύονταν τη νέα δυναμική των Ρώσων. Ο ρωσικός στόλος, επίσης, είχε νικήσει τον σουηδικό τον Αύγουστο του 1714 στο φινλανδικό ακρωτήριο Χάνγκιο, αφαιρώντας από τη Σουηδία τη μακρόχρονη ναυτική κυριαρχία στη Βαλτική.

Η κατάσταση για τους Σουηδούς φάνταζε πλέον απελπιστική. Εντούτοις, ο Κάρολος δεν πτοήθηκε. Αναδιοργάνωσε τις δυνάμεις του και τον Φεβρουάριο του 1716 εισέβαλε στη Νορβηγία, τότε δανικό έδαφος και κατέλαβε τη Χριστιανία, σημερινή πρωτεύουσα της χώρας. Ως απάντηση, ο Πέτρος πρότεινε, το καλοκαίρι του 1716, μία συμμαχική εισβολή στη Σουηδία, η οποία ωστόσο δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, λόγω αντιπαραθέσεων μεταξύ των συμμαχικών ηγετών και φόβων για στρατιωτική αποτυχία. Διαπραγματεύσεις ξεκίνησαν τότε μεταξύ Σουηδών και Ρώσων στα νησιά Άλαντ, οι οποίες, όμως, δεν τελεσφόρησαν, καθώς ο Κάρολος αρνήθηκε να αποδεχτεί τη μειονεκτική του θέση. Συνέχισε έτσι την εκστρατεία του στη Νορβηγία, έπεσε όμως νεκρός, κατά την πολιορκία του Φρέντρικστεν, στις 30 Νοεμβρίου του 1718, καθώς μία σφαίρα τον πέτυχε στον κρόταφο, ενώ επιθεωρούσε, με τον γνωστό παράτολμό του τρόπο, τις πρώτες γραμμές των αντρών του.

Οι Σουηδοί έλυσαν άμεσα την πολιορκία και υπό τον στρατηγό Καρλ Γκούσταφ Άρμφελντ, επέστρεψαν με τη σορό του Καρόλου στη Σουηδία. Στον δρόμο για την επιστροφή, χρειάστηκε να διαβούν δύσβατα ορεινά περάσματα υπό δεινές καιρικές συνθήκες, με αποτέλεσμα από τους 5.800 της αρχικής δύναμης, να φτάσουν στη Σουηδία 2.100, 600 εκ των οποίων έμειναν ανάπηροι για την υπόλοιπη ζωή τους. Ο Κάρολος ετάφη στο ειδικό μαυσωλείο για τους Σουηδούς βασιλιάδες, απέναντι από τον θρυλικό Γουσταύο Αδόλφο που είχε εγκαινιάσει την εποχή της σουηδικής ακμής κατά τον Τριακονταετή Πόλεμο (1618-1648).

Η χρυσή εποχή της σουηδικής ισχύος άνηκε πλέον στο παρελθόν. Τον σουηδικό θρόνο παρέλαβαν η αδελφή του καρόλου, Ουρλίκα και ο σύζυγός της, Φρεδερίκος, δούκας της Έσσης. Αυτοί διαπραγματεύτηκαν συνθήκες ειρήνης με όλα τα μέλη του αντι-σουηδικού συνασπισμού, πλην της Ρωσίας, αφήνοντάς τη διπλωματικά απομονωμένη. Ο νέος συσχετισμός δυνάμεων είχε προκαλέσει ανησυχία στις τάξεις των συμμάχων (με πρωτοστάτες τους Βρετανούς), οι οποίοι έβλεπαν καχύποπτα τη ρωσική επιρροή στις γερμανικές περιοχές. Οι Ρώσοι, ωστόσο, επιδιώκοντας να εκβιάσουν μία συνθήκη ειρήνης από τους Σουηδούς, επιτέθηκαν το 1720 με στρατό και στόλο και λεηλάτησαν τα προάστια της Στοκχόλμης. Ο βρετανικός στόλος που είχε εμφανιστεί στη Βαλτική δεν αντέδρασε και αργότερα ανακλήθηκε, με αποτέλεσμα η Σουηδία να αναγκαστεί να συνθηκολογήσει. Τον Αύγουστο του 1721 υπεγράφη η Συνθήκη του Νίσταντ, σύμφωνα με την οποία η Σουηδία παραχωρούσε στον Πέτρο την Εσθονία, τη Λιβονία, την Ίνγκρια και ένα κομμάτι της Καρελίας.

Μετά απο 21 χρόνια συνεχούς πολέμου, οι Ρώσοι αναδείχθηκαν νικητές και η ισορροπία δυνάμεων στον ευρωπαϊκό βορρά άλλαξε ριζικά, με τον ρωσικό παράγοντα να εξασφαλίζει την πρωτοκαθεδρία. Η Σουηδία παρήκμασε και οδηγήθηκε στην Εποχή της Ελευθερίας, μία περίοδο κοινοβουλευτικής εξουσίας που διήρκησε μίσο περίπου αιώνα. Ο τσάρος Πέτρος ο Μέγας, με τους ευφυείς πολιτικούς και στρατιωτικούς του χειρισμούς,  έμελλε να σημαδέψει ανεξίτηλα την ευρωπαϊκή και κατ’ επέκταση, παγκόσμια Ιστορία.

Σαράντης Κοιλανίτης

Γεννημένος το 1997 και μεγαλωμένος στη Θεσσαλονίκη, απόφοιτος Γενικού Λυκείου και φοιτητής στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ. Διετέλεσε αρχισυντάκτης της κατηγορίας της Ιστορίας και υποδιευθυντής του OffLine Post. Φέρει ιδιαίτερη ακαδημαϊκή προτίμηση στη στρατιωτική ιστορία.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ