Της Μαριλίνας Αντωνοπούλου,
Πρόκειται για ένα από τα πιο δημοφιλή αθλήματα παγκοσμίως. Ιδιαίτερα λαοφιλές, το ποδόσφαιρο καθηλώνει και ενώνει εκατομμύρια κόσμου, που μοιράζονται την αγάπη τους για την ίδια ομάδα. Άξιο αναφοράς αποτελεί το γεγονός ότι γεννήθηκε από την αδήριτη ανάγκη των εργατικών τάξεων να αναζητήσουν μια διέξοδο ψυχαγωγίας απέναντι στους σκληρούς ρυθμούς ζωής που επέβαλλε και επιβάλλει το καπιταλιστικό περιβάλλον.
Ωστόσο, δεν προκαλεί εντύπωση πως το ποδόσφαιρο από πολύ νωρίς κατέστη έρμαιο των πολιτικών καθεστώτων, εάν αναλογιστούμε ότι η συσπείρωση των μαζών που αυτό επιτυγχάνει, το καθιστά τέλειο δόλωμα στα χέρια της εκάστοτε πολιτικής εξουσίας, που επιθυμεί τη χειραγώγηση αυτών με στόχο να κινήσει τα νήματα κατά τον πλέον συμφέροντα, γι’ αυτήν, τρόπο. Κατά το πέρασμα των χρόνων, υπέρμαχοι ακραίων και μη πολιτικών ιδεολογιών και πολιτικών ηγεσιών έσπευσαν να εκμεταλλευτούν την προτίμηση και την αγάπη των φιλάθλων για μια ομάδα στοχεύοντας στην… χειραγώγηση των πολιτικών τους πεποιθήσεων, ταυτίζοντας την ομάδα με αυτές. Σημαίνοντα ρόλο στην προαναφερθείσα προσπάθεια ταύτισης, διαδραμάτισε το πολιτικό περιβάλλον και οι κοινωνικο-πολιτικές συνθήκες που επικρατούσαν την περίοδο κατά την οποία ιδρύθηκε κάθε ποδοσφαιρικός σύλλογος, καθώς επίσης η ιστορική πορεία αλλά και η πολιτική δράση, που ανέπτυσσαν ή τα πιστεύω που εξέφραζαν παίκτες που κατείχαν ιδιαίτερη θέση τόσο στην ομάδα, όσο και στις καρδιές των οπαδών.
Μελετώντας την ιστορία ενός ποδοσφαιρικού συλλόγου κι έχοντας υπόψη τα σύγχρονα επεισόδια, που λαμβάνουν χώρα κατά τη διεξαγωγή ενός αγώνα-και πολύ περισσότερο ενός ντέρμπι ανάμεσα σε δύο μισητές αντιπάλους,- δυνάμεθα να διακρίνουμε το πολιτικό στίγμα που διαχέεται μέσα κι έξω από τις γραμμές του γηπέδου.
Στον ευρωπαϊκό χώρο, τα παραδείγματα των συλλόγων, οι συγκρούσεις των οποίων παρουσιάζουν έντονη πολιτική χροιά, είναι αναρίθμητα, αρχής γενομένης από την Ιταλία. Στη γειτονική μας χώρα, είμαστε σε θέση να εντοπίσουμε ομάδες, των οποίων, οι ταυτιζόμενες με αυτές πολιτικές πεποιθήσεις, παρεισφρέουν στο γήπεδο. Μία εξ αυτών, αποτελεί η “Ρόμα”. Οι “τζιαλορόσι” καθίστανται εκπρόσωποι της εργατικής τάξης, δηλώνοντας τους εαυτούς τους “αριστερούς”, ενώ η παραδοσιακή αριστερή ομάδα του Λιβόρνο, αφήνει το πολιτικό της στίγμα σε κάθε αναμέτρηση του συλλόγου, καθώς τις κερκίδες των οπαδών κοσμούν σύμβολα της ιδεολογίας του κομμουνισμού, όπως τα χαρακτηριστικά σφυροδρέπανα, ενώ δε λείπει η εμβληματική πρόσοψη του ιστορικού επαναστάτη Ερνέστο Τσε Γκεβάρα. Στον αντίποδα, θλιβερά παραδείγματα για το ιταλικό ποδόσφαιρο αποτελούν οι ομάδες της “Ελλάς Βερόνα” και της “Λάτσιο”, οι οπαδοί των οποίων έχουν αναπτύξει διασυνδέσεις με κύκλους νεοναζί, ενώ για τη ιστορία, η Λάτσιο καθίστατο η αγαπημένη ομάδα του Μπενίτο Μουσολίνι.
Δυτικότερα, κάνοντας στάση στην Ιβηρική Χερσόνησο και πιο συγκεκριμένα στην Ισπανία, στη χώρα-έκπληξη για το παγκόσμιο ποδόσφαιρο την τελευταία δεκαετία ένεκα των ποικίλων κατακτήσεων σε εθνικό και συλλογικό επίπεδο, δε γίνεται να μην αναφερθούμε στις πιο κερδοφόρες υπερδυνάμεις του σύγχρονου ποδοσφαίρου. Η εχθρότητα και το αγεφύρωτο χάσμα που έχει αναπτυχθεί ανάμεσα στην “Μπαρτσελόνα” και στη “Ρεάλ Μαδρίτης”, χρονολογείται και σημαδεύεται καταλυτικά από την περίοδο της δικτατορίας του Φρανθίσκο Φράνκο. Ορίζοντας ως προπύργιο της δράσης και της εξουσίας του τη Μαδρίτη και χρησιμοποιώντας τις επιτυχίες της ομάδας ως όπλο προπαγάνδας, η ιστορία των “Blancos” συνδέθηκε αναπόφευκτα με την ακροδεξιά ιδεολογία, καθιστώντας την, την πλέον μισητή αντίπαλο της “λαϊκής” ομάδας των Καταλανών, που μάχονται μέχρι σήμερα για την ανεξαρτησία τους. Επιπλέον, μία ακόμη ομάδα που -εν αντιθέσει με τη Μπαρτσελόνα– διατηρεί παραδοσιακά φιλικές σχέσεις με τη Ρεάλ Μαδρίτης, η “Εσπανιόλ”, ταυτίζεται επίσης με ακροδεξιά πιστεύω, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που εμφανίστηκαν στα γήπεδα σημαίες του ΄Γ Ράιχ. Αξίζει τέλος να αναφερθεί και η έντονη πολιτική δράση που λαμβάνει χώρα κι έξω από το γήπεδο από τη βαθιά αντιφασιστική κερκίδα της Ράγιο Βαγιεκάνο.
Ένεκα του βεβαρυμμένου πολιτικού παρελθόντος στη Γερμανία προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση το γεγονός πως τα γήπεδά της φιλοξενούν μία εκ των πλέον αναρχικών -όπως αυτοχαρακτηρίζεται- ευρωπαϊκών ομάδων, την “Ζάνκτ Πάουλι”,η οποία αναπτύσσει έντονη αντιφασιστική και αντιρατσιστική δράση.
Επιπλέον, παρουσιάζει ενδιαφέρον το γεγονός ότι κανένας αγγλικός σύλλογος δεν ταυτίζεται με την αριστερή ιδεολογία, ενώ το πιο τρανό παράδειγμα του Νησιού αποτελεί η “Τσέλσι”, καθώς είναι χαρακτηριστικό πως ένα μέρος των οπαδών των “Μπλέ” είναι στενά συνδεδεμένο με νεοναζιστικούς κύκλους της οργάνωσης “Blood and Honor”.
Η μεγάλη πολιτική αντιπαλότητα που λαμβάνει χώρα στα γήπεδα της Γαλλίας, χρίζει πρωταγωνιστές τους συλλόγους της βαθύπλουτης “Παρί Σεν Ζερμέν” και της “Ολιμπίκ Μαρσέιγ”. Η ακροδεξιά ιδεολογία των Παριζιάνων συγκρούεται με την αριστερή της Μαρσέιγ έχοντας ως θλιβερό απότοκο σφοδρές κι αιματηρές συγκρούσεις εντός κι εκτός γηπέδων.
Τέλος, αξιοσημείωτα καθίστανται και τα τεκταινόμενα που διαδραματίζονται στην αγαπητή μας Κύπρο, η οποία έρχεται να συμπληρώσει με τη σειρά της το χάρτη των πολιτικών συγκρούσεων που χρησιμοποιούν ως μέσον έκφρασης το ποδόσφαιρο, καθώς στη Μεγαλόνησο, το συγκεκριμένο άθλημα, πλήττεται από μια ατέρμονη διαμάχη μεταξύ των οπαδών της “παραδοσιακής δεξιάς”, του ΑΠΟΕΛ, και των άκρως αντίθετης ιδεολογίας οπαδών της Ομόνοιας Λευκωσίας.
Αναντίρρητα, στην σύγχρονη εποχή, η εμπορευματοποίηση του αθλήματος συνιστά θλιβερή πραγματικότητα. Η τέρψη του κόσμου έχει πάψει να αποτελεί αυτοσκοπό και θυσιάζεται στο βωμό των υπέρογκων κερδών των συλλόγων, των προέδρων, των πολιτικών προσώπων, που συχνά εμπλέκονται ,και των ποδοσφαιριστών που σιγά-σιγά μετατρέπονται σε αστέρες του Χόλυγουντ, παρά σε παίκτες ενός συλλόγου που θα έπρεπε να “μάχονται” εντός του γηπέδου για την υπεράσπιση της ιστορίας του.
Πλέον, η ανάγκη ταύτισης του αθλήματος με τους “αγαθούς” σκοπούς της ψυχαγωγίας του πλήθους και της έκφρασης μιας τοπικής κοινωνίας, καθίσταται πιο επιτακτική από ποτέ.
Εν κατακλείδι, η παρείσφρηση της πολιτικής στο ποδόσφαιρο, είναι αποδεκτή στα όρια που εκφράζει με ήπιο τρόπο την ιδεολογία που χαρακτηρίζει την ιστορία ενός συλλόγου. Ωστόσο, όταν η έκφραση αυτή λαμβάνει διαστάσεις συγκρούσεων έχοντας ως συνέπεια ακόμη και την απώλεια της ανθρώπινης ζωής, τότε είναι φανερό πως αμαυρώνεται η ποιότητα του αθλήματος από την ανάγκη χειραγώγησης των οπαδών με απώτερο στόχο την κατάληψη της εξουσίας από εκάστοτε συμφέροντα.