17.6 C
Athens
Πέμπτη, 21 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΚοινωνίαΚοινή γνώμη vs Frau Merkel

Κοινή γνώμη vs Frau Merkel


Της Άννας Κανάκη,

Η δεύτερη σιδηρά κυρία που σημάδεψε με την προσωπικότητά της το μέλλον της Ευρώπης, μετά από δηλώσεις της έναν περίπου μήνα πρίν, στις 29 Οκτωβρίου, έθεσε ως ημερομηνία λήξης της ήδη μακρόχρονης θητείας της στην γερμανική Καγκελαρία τις βουλευτικές εκλογές του 2021. Τα συναισθήματα μετά την ανακοίνωση αυτή είναι οπωσδήποτε ανάμικτα, με μεγάλο μέρος της Ευρώπης να αναστατώνεται για την επικείμενη αποχώρηση της πιο παθιασμένης Ευρωπαΐστριας και ταυτόχρονα ενός αξεπέραστου παράγοντα σταθερότητας, ενός μετριοπαθούς «κυματοθραύστη» που κρατούσε την Ευρώπη ενωμένη. Από την άλλη, εξίσου μεγάλο μέρος των Ευρωπαίων και ιδίως Γερμανών πολιτών βλέπουν πρόσχαροι να φτάνει ο πολυπόθητος άνεμος αλλαγής στην πολιτική σκηνή της Γερμανίας, ένας άνεμος που σίγουρα θα ταράξει τα νερά στην Ευρώπη.

Στην Ελλάδα, η κοινή γνώμη είχε εξαρχής σταθεί αμείλικτη έναντι της κας Μέρκελ και της οικονομικής της πολιτικής. Η ίδια με το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης στην Ήπειρο το 2010 και την καταλυτική επίδραση αυτής σε χώρες όπως η Ελλάδα, προέκρινε τη χρήση θεσμών όπως της ήδη υπάρχουσας Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Κομισιόν) αλλά και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), το οποίο πρότεινε ως παράγοντα της λύσης του προβλήματος, με στόχο να αποτρέψει την κατάρρευση του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος αφενός και της γερμανικής οικονομίας αφετέρου. Τα δημοσιονομικά μέτρα που οι θεσμοί πρότειναν και ο τρόπος που αυτά εφαρμόστηκαν προξένησαν σημαντικότατα προβλήματα στα περισσότερα ελληνικά νοικοκυριά και έξυσαν παλιές πληγές της ελληνικής κοινωνίας. Από το σημείο εκείνο ξεκίνησε στην Ελλάδα ένα ρεύμα ευρωσκεπτικισμού και κριτικής προς την Καγκελάριο με τον Υπουργό Οικονομικών της, ένθερμους τότε εκφραστές του συνθήματος της λιτότητας, εξαιτίας των αιχμηρών δηλώσεων που έκαναν στον τύπο για την αμέλεια που επέδειξε η Ελλάδα στη διαχείριση των οικονομικών της και το πώς μία έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη δεν θα ήταν τελικά τόσο επώδυνη όσο όλοι πίστευαν. Η «Φράου Μέρκελ» είχε πάρει τρομαχτικές διαστάσεις, παρομοιαζόμενη από συγγενή του Χίτλερ μέχρι άλλη Βίσμαρκ, έτοιμη να καταστήσει την Ευρώπη το «τσιφλίκι» της και να αναβιώσει το παλιό όνειρο του Ράιχ.

Πολλά άλλαξαν με την επόμενη μεγάλη κρίση που η Ευρώπη χρειάστηκε να ξεπεράσει: την προσφυγική. Παρόλο που στο παρελθόν η ίδια η κα Μέρκελ δεν είχε διστάσει να διαπιστώσει ότι η Γερμανία είναι μια χώρα στην οποία η προσπάθεια ενσωμάτωσης των μεταναστών απέφερε λίγους καρπούς, με το ξέσπασμα της προσφυγικής κρίσης το 2015 υπήρξε από τους πρώτους ευρωπαίους ηγέτες που παρά το πολιτικό κόστος της απόφασης τους, άνοιξαν τα σύνορα της χώρας τους, προσφέροντας έτσι κάποια ανακούφιση στις χώρες υποδοχής της Ανατολικής Μεσογείου. Η στάση της αυτή βελτίωσε αρκετά την ελληνική κοινή γνώμη απέναντι στο πρόσωπό της, καθώς φάνηκε πως τουλάχιστον αναγνωρίζει τις πρακτικές δυσκολίες της όλης κατάστασης.

Ταυτόχρονα, ωστόσο, η υποστήριξη από τον γερμανικό λαό επέφερε φοβερό πλήγμα. Ενώ η Ευρώπη της απένειμε ευχαριστίες για τη συμβολή της στην προσφυγική κρίση, η ίδια είχε να αντιμετωπίσει δύο καζάνια που έβραζαν ταυτόχρονα- το εσωκομματικό και το εθνικό. Αφενός στο εσωκομματικό, ο Horst Seehofer, Υπουργός των Εσωτερικών και αρχηγός του CSU (Βαυαροί Χριστιανοκοινωνιστές), αδελφικού του CDU (Γερμανοί Χριστιανοδημοκράτες) και συγκυβερνώντος κόμματος, απέφυγε δημόσια να υποστηρίξει την πολιτική της περί ανοιχτών συνόρων. Την ίδια στιγμή, το 65% των Γερμανών δηλώνουν απογοητευμένοι με τη μεταναστευτική πολιτική της κυβέρνησης και θα προτιμούσαν αυστηρότερο διασυνοριακό έλεγχο. Σύμφωνα βέβαια με άλλη έρευνα, το 75% των ερωτηθέντων προτιμούν να γίνει συμβιβασμός των κυβερνώντων κομμάτων πάνω στο θέμα, παρά να πέσει η Κυβέρνηση.

Όμως, όπως φαίνεται στο γράφημα, η Καγκελάριος αποτέλεσε στη διάρκεια τη καριέρας της μια μάλλον λαοφιλή προσωπικότητα, με εξαίρεση την καμπή μεταξύ 2010-2011, οπότε τα αποτελέσματα της οικονομικής κρίσης ήταν ορατά και επίκαιρα σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Ευρώπης και επηρέαζαν άμεσα τις χώρες της Ένωσης, και τη σταδιακή πτώση που άρχισε να σημειώνεται το 2015 με το ξέσπασμα της προσφυγικής κρίσης. Η κα Μέρκελ, οδηγώντας παραδοσιακά την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία υπό τις κυβερνήσεις της σε δημοσιονομική σταθερότητα και ανάπτυξη, αποφεύγοντας με μαεστρία τις βιαστικές λύσεις στα δύσκολα προβλήματα, τώρα ξενίζει τους ψηφοφόρους της με την επιλογή της να καλωσορίσει τα πρώτα κύματα προσφύγων που καταφεύγουν στη Γερμανία ζητώντας άσυλο. Η συναρμογή σε μια κοινή ευρωπαϊκή πολιτική ανοιχτών συνόρων, ωστόσο, χαιρετίζεται από το 78% των πολιτών, σύμφωνα με τρίτη στατιστική έρευνα, με το 60% των υποστηρικτών της AfD να ανήκουν στη μειοψηφία.

Ωστόσο, το AfD, ελληνιστί, Εναλλακτική για τη Γερμανία, κατάφερε μέσα σε μία τετραετία (2013-2017) να μπει στο γερμανικό κοινοβούλιο ως το τρίτο δημοφιλέστερο κόμμα. Αξίζει να σημειωθεί ότι το κόμμα αυτό ανδρώθηκε με την αντίδραση της κοινής γνώμης έναντι στα πακέτα διάσωσης προς την Ελλάδα και στην πολιτική των ανοιχτών θυρών. Η πολιτική αυτή, όμως, λόγω του επιτακτικού χαρακτήρα της εφαρμόστηκε χωρίς να έχει προηγουμένως προβλεφθεί η μακροπρόθεσμη διαδικασία ενσωμάτωσης των αιτούντων ασύλου στη γερμανική κοινωνία, όπως θα περίμενε εύλογα κανείς από ένα κράτος που η «οργάνωση» είναι έννοια «θεμελιώδης» στο «καταστατικό» του. Αυτό ακριβώς έφερε το εκλογικό σώμα σε αμηχανία και το οδήγησε στο κόμμα που εκμεταλλεύτηκε τη σωστή στιγμή τη συγκυρία για να ρωτήσει με περισσή αθωότητα: «είχατε σχεδιάσει τα πάντα. Γιατί δεν σχεδιάσατε αυτό;»

Τελικά και η πτώση του CDU στις εκλογές του 2017 κατά 8,4 μονάδες σε σχέση με τις εκλογές του 2013 έχει τη σημειολογία του, ενώ το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα SPD στις εκλογές του 2017 συγκέντρωσε 5,3 μονάδες λιγότερες απ’ ό,τι το 2013, σημειώνοντας το χαμηλότερο ρεκόρ του. Το επόμενο πρωί των εκλογών, οι εφημερίδες δυσκολεύονταν να αποφασίσουν ποιος ήταν σε τελική ανάλυση ο μεγάλος χαμένος, ο κος Σουλτς ή η ίδια η Frau Kanzlerin.

Μέχρι το 2021, που θα αποχωρήσει η κα Μέρκελ από την καγκελαρία, θα έχει συμπληρώσει 16 χρόνια στη θέση της Καγκελαρίου. Ξεκίνησε ως το «κορίτσι του Κολ», με μηδαμινό πολιτικό υπόβαθρο και μέντορα έναν από τους στυλοβάτες της νεότερης γερμανικής συνταγματικής ιστορίας, τον Χέλμουτ Κολ, από τον οποίο είχε ζητήσει να αποσυρθεί όταν πια οι περιστάσεις είχαν στραφεί εναντίον του, συνεχίζοντας ως η “Mutti Merkel”, η κυρία που έφερε τη Γερμανία σε μία περίοδο σταθερότητας και αντικειμενικής ευημερίας, πιστή στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, καταλήγοντας ως η τελευταία πολιτικός της «παλιάς Ευρώπης» σε τέτοια θέση ευθύνης.

Τώρα οι Γερμανοί πολίτες ζητούν στη θέση της νέο αίμα, νέες ιδέες και νέες, πιο ισχυρές και εκρηκτικές ενδεχομένως, προσωπικότητες, ανάλογες με εκείνες των υπόλοιπων κρατών της Ευρώπης και του πλανήτη, για να τους οδηγήσουν στα νέα μονοπάτια που χαράζονται για τον κόσμο.


ΓΙΑ ΤΑ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΓΡΑΦΗΜΑ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΘΗΚΑΝ:


Άννα Κανάκη

Είναι 19 ετών και είναι δευτεροετής φοιτήτρια του τμήματος Νομικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Γνωρίζει αγγλικά,γερμανικά και γαλλικά και έχει συμμετάσχει σε πληθώρα φοιτητικών προσομοιώσεων και σεμιναρίων.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ