Του Θοδωρή Μεσημέρη,
Η διεθνής τάξη, διαμορφώνεται, κατά βάση, από το κράτος με τη μεγαλύτερη ισχύ, το οποίο λαμβάνει αποφάσεις που επηρεάζουν καταλυτικά την πορεία του διεθνούς συστήματος. Με τη πτώση της Σοβιετικής Ένωσης και τις τρομοκρατικές ενέργειες της 11ης Σεπτεμβρίου, πολλοί κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι αυτά τα γεγονότα, είναι σημάδια για την μετάβαση σε μια «νέα παγκόσμια τάξη». Κατά γενική ομολογία, σήμερα οι ΗΠΑ είναι η μοναδική υπερδύναμη από το 1991. Εφόσον οι ΗΠΑ παραμένουν κυρίαρχες, είναι η Ρωσία ικανή να επανακτήσει την ιδιότητα της υπερδύναμης;
Η σημερινή Ρωσία, κυρίως χάρης στον Πούτιν, ανέκαμψε σημαντικά σε πολιτικό, οικονομικό και στρατιωτικό επίπεδο. Η σύγκριση-αντίθεση μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ βεβαίως δεν μπορεί να παρακαμφθεί. Πρώτον, ας ξεκινήσουμε με τα πιο φανερά κριτήρια για να θεωρηθεί μια χώρα υπερδύναμη. Η γεωγραφία-έκταση της Ρωσικής Ομοσπονδίας, την καθιστά ως τη μεγαλύτερη χώρα στον κόσμο, με την αχανή έκταση της να καλύπτει πάρα πολλές πολιτισμικές ομάδες και διάφορα έθνη όπως είναι, για παράδειγμα, οι Τατάροι κα οι Τσετσένοι. Πρόκειται για μια χώρα λοιπόν, χωρίς μια γενική ομοιογένεια, με πολυπολιτισμικά χαρακτηριστικά. Ο συνολικός πληθυσμός ανέρχεται στους 145 εκ. κατοίκους και η επικρατούσα γλώσσα είναι η Ρωσική, που είναι η πιο διαδεδομένη σλαβική γλώσσα και η πιο διαδεδομένη γλώσσα στην Ευρασία. Αξιοσημείωτο είναι το ότ στην επικράτεια της, η Ρωσία έχει την τύχη να διαθέτει έναν τεράστιο αριθμό φυσικών πόρων, όπως το πετρέλαιο ή το φυσικό αέριο.
Στον τομέα της οικονομίας, η Ρωσία αναφανδόν υστερεί των ΗΠΑ. Επί του παρόντος, η Ρωσική Ομοσπονδία βρίσκεται 12η στην κατάταξη των πιο ισχυρών οικονομιών βάση ΑΕΠ. Ενώ εκ πρώτης όψεως δεν φαίνεται κακή θέση, απέχει 11 θέσεις από τις ΗΠΑ που είναι πρώτες στην κατάταξη. Ύστερα από την ανάληψη της εξουσίας από τον Πούτιν, η χώρα είχε μια σταθερή ανάπτυξη. Με το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης του 2008, η διέξοδος ήταν τα τεράστια κοιτάσματα πετρελαίου. Λόγω εντάσεων με τις χώρες της Δύσης, η οικονομία στένευσε από τις κυρώσεις των Δυτικών, και το 2016 η οικονομία γνώρισε ύφεση, σε συνδυασμό με τις μειωμένες τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου. Ωστόσο το ΔΝΤ προβλέπει μια ανάκαμψη για τη διετία 2018 και 2019 κατά 1.7% και 1.5%, αντιστοίχως.
Ένας τομέας που δεν πρέπει να παραβλέψουμε φυσικά είναι ο στρατιωτικός. Είναι προφανές ότι ο στρατός των ΗΠΑ είναι κυρίαρχος, ωστόσο, κακές επιλογές των ΗΠΑ, δείχνουν πως η στρατιωτική υπεροχή χωρίς ορθή αξιοποίησή της, δεν είναι αρκετή. Ο πόλεμος στο Αφγανιστάν που κρατάει 18 σχεδόν χρόνια, η επιδείνωση της κατάστασης στο Ιράκ παρά την πτώση Σαντάμ Χουσέιν, η ισχυροποίηση του Ιραν που εκμεταλλεύτηκε το κενό εξουσίας, είναι στρατηγικές ήττες της Ουάσιγκτον. Η Ρωσία, από την άλλη, δεν έχει χάσει κανένα πόλεμο από το 1991, εκτός από τον πρώτο πόλεμο της Τσετσενίας (που έγινε επί προεδρεία Γιέλτσιν). Στον πόλεμο μεταξύ Γεωργίας και Ρωσίας, ο ρωσικός στρατός κατατρόπωσε τον γεωργιανό, με αποτέλεσμα να μην διαρκέσει ούτε εβδομάδα. Ο φόβος του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης οξύνθηκε με την εμπλοκή της Ρωσίας στην Ουκρανία μετά την προσάρτηση της Κριμαία. Ένα τρίτο παράδειγμα είναι η παροχή αρωγής στον Άσαντ από τον Πούτιν, που συνέβαλε στην επιστροφή μεγάλου μέρους της Συρίας στον έλεγχο της συριακής κυβέρνησης. Η επίδειξη της ρωσικής στρατιωτικής τεχνολογίας με εξοπλισμούς όπως Kalibr-NK. SU-35S, TU-160 στον συριακό εμφύλιο, είναι άλλο ένα ενδιαφέρον στοιχείο της αναδυόμενη στρατιωτικής δύναμης.
Στα χρόνια του Γιέλτσιν, έως και τα πρώιμα χρόνια του Πούτιν, υπήρξε μια προσπάθεια εκ μέρους των Δυτικών για αναμόρφωση των σχέσεων με τη Ρωσία διότι υποστήριζαν ότι ήταν περιττές. Η παράδοση μιας εύρωστης εξωτερικής πολιτικής, αναζωπυρώθηκε όταν βρέθηκε αντιμέτωπη με τις ΗΠΑ σε διάφορα ζητήματα, όπως το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, η συναναστροφή με την Κίνα, η παρεμπόδιση της επιρροής της ΕΕ στην Ανατολική Ευρώπη κ.α. είναι αποδείξεις ότι η αίγλη της Ρωσικής Αυτοκρατορίας και της ΕΣΣΔ δεν έχει εκλείψει. Στην περίπτωση της Συρίας, ενώ η Αμερική δεσμεύτηκε να αποσυρθεί από το διπλωματικό τραπέζι με τη Ρωσία, κατηγορώντας την για εγκλήματα πολέμου, γρήγορα επανήλθε στο τραπέζι αυτό. Εξάλλου μη ξεχνάμε ότι και ο Πούτιν άνηκε στο παρελθόν στη KGB, οπότε δεν αποκλείεται καθόλου και η μυστική διπλωματία από τον ίδιο.
Από τα παραπάνω είναι κατανοητό ότι οι ΗΠΑ, έχουν ξανά έναν αξιόλογο αντίπαλό από τα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου και πως η κυρίαρχη θέση τους βρίσκεται σε δοκιμασία.
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κατερίνη, Πιερίας το 1998. Φοίτησε ένα χρόνο στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών ΑΠΘ και πλέον, σπουδάζει στη Νομική του ΑΠΘ. Ενδιαφέροντά του εντοπίζονται στο Διεθνές και στο Ποινικό Δίκαιο. Μιλάει άπταιστα αγγλικά, ισπανικά και ρώσικα, ενώ έχει βασικές γνώσεις γερμανικών, πορτογαλικών και γαλλικών.