Του Κωνσταντίνου Γιαρέντη,
Όχι, ο λόγος δεν γίνεται για την σύγχρονη πολιτική κρίση στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Ο λόγος ουσιαστικά γίνεται, όπως προδίδεται από το εξώφυλλο, για την κατάρρευση της ρωμαϊκής δημοκρατίας. Το πολίτευμα της Ρώμης, ύστερα από την εξέγερση της με την εκδίωξη του τελευταίου Ετρούσκου βασιλιά Ταρκύνιου του Υπερήφανου, το 509 π.Χ., έως και την ανακήρυξη του Γάιου Οκτάβιου σε Princeps, το 27 π.Χ. και την κατάλυση του πολιτεύματος, (λίαν αναιμάκτως) ήταν ολιγαρχικό με δημοκρατικά ψήγματα. Παρόλα αυτά, από τις εκλογικές διαδικασίες που γίνονταν δεν έλειπε η βία και η νοθεία. Η ολιγαρχία, ουσιαστικά, ξεκινά να «κρίνεται» 106 χρόνια πριν την τελική πτώση της σε μια περίοδο που τα προβλήματα που έπρεπε να αντιμετωπίσει αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο. Η κατάλυση της κυριαρχίας των Συγκλητικών χωρίζεται σε τέσσερις περιόδους.
Η πρώτη περίοδος αποτελεί και η πρώτη μεγάλη πολιτική κρίση που θα αντιμετώπιζε Ρώμη. Όλα ξεκίνησαν όταν ένας δήμαρχος (αξίωμα που προερχόταν από τους πληβείους και κατείχαν 10 πρόσωπα, ταυτόχρονα), ο Τιβέριος Γράκχος – που λανθασμένα έχει χαρακτηριστεί ως ο πρώτος σοσιαλιστής – προσπάθησε να περάσει νομοθεσία, δια της οποίας θα μεταρρυθμιζόταν το σύστημα γαιοκτησίας και θα διανέμονταν τα εδάφη των συγκλητικών και όσα θα περνούσαν στην κυριαρχία της Ρώμης. Οι συγκλητικοί σε μία κατάσταση αφροσύνης και οργής διατάσσουν την δολοφονία του Δημάρχου, μια πράξη πρωτοφανούς βίας που μάταια χρησιμοποίησαν για να διατηρήσουν τα προνόμιά τους. Με την δολοφονία του Γράκχου ξεκίνησε μια σειρά εξεγέρσεων που στόχευαν τους συγκλητικούς και το πολίτευμα. Αναλογιζόμενοι την κρισιμότητα της κατάστασης μέλη της ολιγαρχίας, που συμμερίζονταν την άποψη των πληβείων (αλλά και για να εξυπηρετήσουν την πολιτική τους καριέρα), έθεσαν 2 ζητήματα στην «ημερήσια διάταξη». Πρώτον, την ουσιαστική, δια παντός αναδιανομή γεωργικών εκτάσεων που είχε προκύψει ως πρόβλημα που αφορούσε κυρίως το στράτευμα, αφού οι παραδοσιακές μέθοδοι στρατολόγησης είχαν δημιουργήσει ανισότητες και, δεύτερον, την επιθυμία των Ιταλών Συμμάχων να αποκτήσουν την ρωμαϊκή ταυτότητα.
Την τελευταία δεκαετία του 2ου π.Χ. αιώνα, στην δημοκρατία κυριαρχεί ένα πρόσωπο, ο Γάιος Μάριος. Ο πρώτος, αυτός, επ’ ουσία, μεταρρυθμιστής συγκλητικός με την συνεχή – και παράνομη – επανεκλογή του επέτευξε την μεταρρύθμιση του αγροτικού, περιλαμβάνοντας στους στρατολογικούς καταλόγους και τους ακτήμονες. Με το πέρας της 25ετούς θητείας τους (αν, φυσικά, επιζούσαν τους συνεχείς πολέμους), τους στρατιώτες περίμενε μια ήσυχη συνταξιοδότηση σε ένα αγρόκτημα σε μία επαρχεία στην ρωμαϊκή επικράτεια. Αυτή η μέθοδος στρατολόγησης δημιούργησε ένα τεράστιο πρόβλημα. Οι στρατιώτες δεν είχαν κανέναν λόγο να διατηρήσουν το παλιό πολιτικό σύστημα, αφού ούτως ή άλλως, η πίστη τους ήταν στους διοικητές τους. Και έτσι ξεκίνησε η καταστροφή. Οι σύμμαχοι της Ρώμης, βλέποντας ότι τα αιτήματά τους δεν ικανοποιούνταν εξεγέρθηκαν και επιτέθηκαν. Ύστερα από μια σειρά στρατιωτικών καταστροφών, οι σύμμαχοι κατάφεραν να επιβληθούν στην Ρώμη. Η Σύγκλητος, όμως, δεν έμεινε με σταυρωμένα τα χέρια. Μετά από πολλές προσπάθειες περιορισμού των πολιτικών δικαιωμάτων των νέων πολιτών της ξέσπασε καινούργιος πόλεμος, από τις φωτιές και τις στάχτες του οποίου ξεπρόβαλε η φιγούρα του Λεύκιου Σύλλα. Εξαιρετικός στρατιωτικός με πολιτική οξυδέρκεια, ο Σύλλας, που χαρακτηρίστηκε «μισός αλεπού και μισός λιοντάρι», επέβαλε σε όλη την Σύγκλητο την δικτατορική εξουσία του. Παρά τις προφάσεις του για υποστήριξη του συγκλητικού θεσμού, ο Σύλλας απεδείχθη ανηλεής και τυραννικός, διαγράφοντας όσα είχε επιτύχει η πολιτική σταθερότητα του 2ου αιώνα.
Η δεύτερη φάση ξεκινά με την αποτυχημένη προσπάθεια του Σύλλα να επαναφέρει την «δημοκρατία». Τα τριάντα χρόνια που ακολούθησαν η Ρώμη συνειδητοποίησε ότι δεν ήταν δυνατόν να διατηρηθεί το πολιτικό της σύστημα ενώ παράλληλα η επικυριαρχία της απλωνόταν και υπερποντίως (στην Ασία & την βορειοανατολική Αφρική). Χρειαζόταν η ανάθεση μεγάλων πολιτικών εξουσιών για μεγάλα διαστήματα σε λίγα άτομα, τα οποία δεν περιορίζονταν από κανένα να ελέγξουν την ευρύτερη πολιτική σκηνή της Ρώμης.
Και κάπως έτσι, φθάνουμε στην Τρίτη Περίοδο, την περίοδο που το πέρασμα ενός ποταμού σήμανε το τέλος των πάντων. Το πολιτικό σύστημα στη Ρώμη έχει καταρρεύσει ολοκληρωτικά. Το εκλογικό σύστημα, εκφυλισμένο σε ένα χάος αποτελείτο από στασιάζουσες συμμορίες και κατάφωρες δωροδοκίες. Η εξουσία στην Ρώμη έχει μοιραστεί μεταξύ τριών ανθρώπων, του Γναίου Πομπήιου, του Μάρκου Κράσσου & του – γνωστού τοις πασι – Γάιου Ιούλιου Καίσαρα. Ο Καίσαρας εκείνη την περίοδο διοικούσε 10 λεγεώνες (που σε πλήρη δύναμη έφθαναν τους 45.000 στρατιώτες), κάνοντάς τον τον πιο δυνατό άντρα στη Ρώμη. Το 49 π.Χ. παίρνει μία απόφαση προκειμένου να διατηρήσει την εξουσία του. Διασχίζει τον Ρουβικώνα, αναφωνόντας παράλληλα το θρυλικό: «alea jacta est», ο κύβος ερρίφθη. Ήξερε ότι με την πράξη του αυτή θα ξεσπούσε εμφύλιος. Και έτσι και έγινε. Κηρύχθηκε παραχρήμα εχθρός της δημοκρατίας. Άλλα μόνο δημοκρατία (στην όποια μορφή της κι αν ήταν στην Ρωμαϊκή Πολιτεία) δεν υπήρχε πλέον. Ο νικηφόρος, ύστερα από τον εμφύλιο, Καίσαρας αυτοανακηρύχθηκε ισόβιος δικτάτωρ & και Μέγας Ποντίφικας (θρησκευτικός ηγέτης), δυσαρεστώντας φίλους και εχθρούς. Από εκεί και ύστερα η ιστορία του είναι γνωστή. Θα δολοφονηθεί στις 15 Μαρτίου του 44 π.Χ. από μια ομάδα συγκλητικών, τους λεγόμενους, απελευθερωτές (Liberatores). Η δημοκρατία, όμως, δεν επανήλθε ποτέ.
Τον θάνατό του διαδέχθηκε ένας ακόμη εμφύλιος διαδοχής (ο πόλεμος της δεύτερης Τριανδρίας) η τελευταία φάση της παρακμής, μεταξύ του έμπιστού του στρατηγού Μάρκου Αντωνίου, του Λέπιδου, του υιού του Πομπήιου & του ανιψιού και θετού υιού του Καίσαρα, Γάιου Οκτάβιου. Τον πόλεμο αυτό θα νικήσει ο Οκτάβιος. Δεν θα εγκαθιδρύσει, όμως, δικτατορία. Νικώντας τον Μάρκο Αντώνιο στο Άκτιο το 31 π.Χ. και τερματίζοντας τον πόλεμο θα γυρίσει νικητής στην Ρώμη. Όταν οι συγκλητικοί του παραχωρήσουν εκτεταμένες εξουσίες θα τις αρνηθεί, μόνο για να δεχθεί την επόμενη προσφορά τους, αφού τους καθησύχασε μέσω μιας απατηλής αποκατάστασης του καθεστώτος, εγκαθιδρύοντας, έτσι, τον θεσμό του Princeps, του πρώτου Ρωμαίου πολίτη.
Τι συμπεραίνουμε, ουσιαστικά, από την κρίση της δημοκρατίας της Ρώμης και την μετάβαση στην Αυτοκρατορία; Οι μεταρρυθμιστές εμποδίζονται και κατηγορούνται. Τίποτα δεν είναι άσπρο ή μαύρο (π.χ.: οι μεταρρυθμίσεις του Γάιου Μάριου οδήγησαν στην ταχύτατη επέκταση της αυτοκρατορίας) και, τέλος, τα πολιτεύματα παρακμάζουν και πεθαίνουν σιγά σιγά πάντα εκ των έσω, αλλά when the new is the old, it always ends the ancient ways, and as history told, the old ways go out in a blaze (όταν το παλιό είναι καινούργιο, πάντα τελειώνει με τους αρχαίους τρόπους, και όπως είπε η ιστορία, το παλιό εξαφανίζεται δραματικά).