Του Μανώλη Στυλιανάκη,
Οχτώ χρόνια μετά τον Αρμαγεδδών, που κατεδάφισε συθέμελα το μεταπολιτευτικό οικονομικό μοντέλο, το πολιτικό προσωπικό φαίνεται πως δεν έχει κατανοήσει ακόμα την αλυσίδα των γεγονότων, που οδήγησαν την χώρα μας στην χρεοκοπία και την πολυετή παραμονή μας στον βάλτο της ύφεσης, ειδάλλως ποτέ δεν θα κατατιθόταν τέτοιος προϋπολογισμός!
Ας ρίξουμε μα ματιά στα δημοσιονομικά μεγέθη, όπως αποτυπώνονται στο προσχέδιο του υπό έγκριση προϋπολογισμού: Τα καθαρά έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού σε δημοσιονομική βάση, προβλέπεται να διαμορφωθούν στα 53.813 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 399 εκατ. ευρώ ή 0,7%, έναντι των προβλέψεων του ΜΠΔΣ 2019 – 2022, εκ των οποίων περίπου 3 δις προέρχονται από τον ΕΝΦΙΑ. Οι συνολικές δαπάνες του Κρατικού Προϋπολογισμού για το έτος 2019 εκτιμάται ότι θα στα 57,624 δισ. ευρώ, αυξημένες μάλιστα κατά 95 εκατ. ευρώ, σε σχέση με τους συμφωνηθέντες στόχους.
Αν ρίξουμε μια ματιά στα επίσημα στατιστικά στοιχεία της Eurostat, αναφορικά με το δημοσιονομικό φόρτος του κράτους ως ποσοστό του ΑΕΠ, τότε θα δούμε πως είναι διαρκής η τάση οι κυβερνήσεις να ξοδεύουν μεσοσταθμικά το 50% του ΑΕΠ, ήτοι δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ.
Βάσει αυτών των δεδομένων, κάποιος εύλογα θα αναρωτηθεί, αφού ξεπεράσει το σοκ που προκαλούν τα υπέρογκα ποσά που διαχειρίζεται το ελληνικό κράτος, πού πηγαίνουν αυτά τα λεφτά; Η αδήριτη πραγματικότητα καταδεικνύει με τον πλέον εύγλωττο τρόπο πως η Ελλάδα, κάθε άλλο παρά φιλελεύθερη είναι, πολλώ δε μάλλον έρμαιο της ασύδοτης αγοράς. Η ελληνική οικονομία και η ζωή των πολιτών μαστίζεται από ένα σπάταλο και αδηφάγο κράτος, έναν Λεβιάθαν, στον οποίο οι έλληνες πολίτες και οι ελληνικές επιχειρήσεις πρέπει να προσφέρουν θυσία τον πλούτο, που παράγουν, για να συντηρείται μία κρατικοδίαιτη νομενκλατούρα ευνοημένων αυλικών που παρασιτούν σε βάρος του σώματος της κοινωνίας. Όντως, η ασθμαίνουσα παραγωγική τάξη δεινοπαθεί, λόγω της λιτότητας και γι’ αυτό η πρόταση για μείωση δαπανών και φόρων έχει ξεφύγει από ιδεολογικά στεγανά και πλέον αποτελεί ένστικτο αυτοσυντήρησης. Δε γίνεται ένας εργαζόμενος στον ολοένα και συρρικνούμενο ιδιωτικό τομέα να παράγει το εισόδημα που καταναλώνουν τρεις! Οι άνθρωποι εργάζονται και φτιάχνουν επιχειρήσεις για να έχουν κέρδος, να καταναλώνουν και να περνούν καλά. Όταν όμως μία κυβέρνηση σε φοροληστεύει, με αποτέλεσμα όσο πιο πολλά λεφτά βγάζεις, τόσο πιο λίγα να σου μένουν στο πορτοφόλι για τον εαυτό σου, τότε ποιος ο λόγος να ψάξεις να βρεις δουλειά, ποιος ο λόγος να πάρεις το ρίσκο να ξεκινήσεις την δική σου επιχείρηση με αβέβαιες προοπτικές σ’ ένα δυσοίωνο μέλλον, ενώ απλά μπορείς να μην κάνεις τίποτα και απλά να εισπράττεις ένα επίδομα ανεργίας.
Ύστερα έχουμε τον ΕΝΦΙΑ, έναν φόρο που διέλυσε τον κλάδο της οικοδομής, γκρέμισε τις εμπορικές αξίες των ακινήτων και δημιούργησε αντικίνητρα στους δανειολήπτες στην εξυπηρέτηση των στεγαστικών τους δανείων, τορπιλίζοντας το εγχώριο τραπεζικό σύστημα και γεννώντας και οδηγώντας τον ιδιωτικό τομέα σε κατάσταση πιστωτικής ασφυξίας. Το μοναδικό κέρδος από αυτόν τον φόρο λιτότητας είναι τα 3 δις στα έσοδα του κράτους. Ειλικρινά, δε βρέθηκε ένας οικονομολόγος απ’ αυτούς τους μεγαλόσχημους από την Οξφόρδη και τo Χάρβαρντ να βρει αυτά τα 3δις από τα 50 δις που κάθε χρόνο ξοδεύει το κράτος; Τόσο δύσκολος είναι ένας εκ βάθρων δημοσιονομικός εξορθολογισμός, που θα γλύτωνε τον μέσο φορολογούμενο από το να δει το σπίτι του πλειστηριασμένο και το μαγαζί του να κλείνει, εξαιτίας των δυσβάστακτων φορολογικών βαρών;
Η αλήθεια είναι πως υπάρχει κι’ άλλο μονοπάτι, πλατύτερο, λιγότερο απόκρημνο και χωρίς να τεθούμε εκτός των συμφωνηθέντων δημοσιονομικών στόχων, αλλά θα πρέπει να κάνουμε στροφή 180ο. Η πραγματική «νεοφιλελεύθερη» συνταγή συνοψίζεται πολύ απλά στα εξής: Δραστική μείωση φόρων και ακόμα δραστικότερη περικοπή δαπανών, σε συνδυασμό με φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις φιλικές προς το επιχειρείν, που διορθώνουν τις στρεβλώσεις του καθεστηκώτος οικονομικού μοντέλου . Σκεφτείτε τι θα μπορούσαμε να πετύχουμε, εάν στον προϋπολογισμό για τον νέο οικονομικό έτος τα έσοδα ήταν 33 δισ αντί για 53 και τα έξοδα 47 δισ αντί για 57, δηλαδή 10δις κάτω. Αυτομάτως, η χώρα αποκτά δημοσιονομικό χώρο για την αμετάκλητη κατάργηση του ΕΝΦΙΑ, ο οποίος όπως βλέπουμε αποφέρει έσοδα στο κράτος μόλις 3δις, και παράλληλα έχουμε την δυνατότητα να επιτελέσουμε πραγματική σεισάχθεια, μειώνοντας φόρους και ασφαλιστικές εισφορές και όλα αυτά χωρίς τον κίνδυνο εκτροπής από τους τεθέντες στόχους, αφού η διαφορά εσόδων-εξόδων παραμένει σταθερή και το πλεόνασμα προκύπτει όχι από φόρους, αλλά χαλιναγώγηση των δαπανών.
Με αυτό το φιλελεύθερο σενάριο, η χώρα την επόμενη μέρα θα απολάμβανε τα εξής πλεονεκτήματα:
1ον) Το spread του 10ους ομολόγου θα έκανε βουτιά και οι «ταύροι» της αγοράς θα έκαναν αισθητή την παρουσία τους στο χρηματιστήριο, καθώς οι αγορές θα αναθεωρούσαν επί τα βελτίω την πιστοληπτική φερεγγυότητα της χώρας, αφού πλέον το πλεόνασμα δεν βγαίνει από το στραγγάλισμα του ιδιωτικού τομέα, αλλά από το νοικοκύρεμα του κράτους. Αυτό πρακτικά σημαίνει μείωση του πιστωτικού κινδύνου για την χώρα και επιστροφή της χώρας στις αγορές με χαμηλά επιτόκια με ό, τι αυτό συνεπάγεται για τη βιωσιμότητα του χρέους.
2ον) Θα βελτιωνόταν τα αξιόχρεο των οικονομικών υποκειμένων, αφού πλέον οι πολίτες, τόσο λόγω της κατάργησης του ΕΝΦΙΑ όσο και της βελτίωσης των χρηματικών υπολοίπων τους, θα βρίσκονταν σε ευκολότερη θέση και θα είχαν κάθε κίνητρο να εξυπηρετούν τις δανειακές τους υποχρεώσεις, κάτι που μεταφράζεται σε εξυγίανση των ισολογισμών των τραπεζών, λόγω θεραπείας του βραχνά των κόκκινων δανείων και ενίσχυσης της ρευστότητας των τραπεζών, βελτιστοποίηση του κεφαλαιακού τους προφίλ και άρα διευκόλυνση του ρόλου τους στην χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας, τόσο λόγω επιτάχυνσης των ρυθμών πιστωτικής επέκτασης όσο και λόγω της χαλάρωσης ή ακόμα και άρσης των capital controls.
3ον) Αύξηση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης και τόνωση της ζήτησης, αφού πλέον οι άνθρωποι δεν θα χρειάζεται να αποταμιεύουν και να πένονται για να παρασιτούν οι γνωστοί κρατικοδίαιτοι
4ον) Δημιουργία θέσεων εργασίας και επακόλουθη μείωση της ανεργίας, αφού πλέον οι άνθρωποι θα έχουν κίνητρο να δουλεύουν και οι επιχειρήσεις θα έχουν λόγο να προσλαμβάνουν, καθώς θα έχει παλινορθωθεί τόσο το κίνητρο του κέρδους που σε συνθήκες καπιταλισμού αποτελεί την κινούσα δύναμη της ανάπτυξης, όσο και το περιβάλλον άσκησης επιχειρηματικής δράσης, απαλλαγμένο πλέον από τις αλυσίδες της υπερρύθμισης και της γραφειοκρατίας
5ον) Δευτερογενής αύξηση των εσόδων στα ταμεία του κράτους, λόγω εξοικονόμησης χρημάτων σε κοινωνικές δαπάνες, πχ σε επιδόματα φτώχειας και ανεργίας, αφού πλέον οι πολίτες αντί να βαραίνουν το κράτος ως άνεργοι θα το τροφοδοτούν ως εισοδηματίες, ως εργαζόμενοι, ως καταναλωτές.
Μία αληθινή αναπλαισίωση των δημοσίων δαπανών θα μπορούσε να αποτελέσει θρυαλλίδα, που θα εκτίναζε την οικονομία κυριολεκτικά στα ύψη και θα την τοποθετούσε σ’ έναν ενάρετο και αυτοτροφοδοτούμενο κύκλο ανάπτυξης και ευημερίας. Το ερώτημα είναι, αν υπάρχει η πολιτική βούληση.
Παραπομπές:
(1): Προσχέδιο Κρατικού Προϋπολογισμού 2019
(2): Provision of deficit and debt data for 2017 – second notification, Eurostat
Γεννήθηκε στην Κρήτη και είναι τελειόφοιτος φοιτητής Φαρμακευτικής στο Πανεπιστήμιο Πατρών με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις πολιτικές υγείας και φαρμακευτικής περίθαλψης. Ακραιφνής Φιλελεύθερος και υπέρ της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Στον ελεύθερο χρόνο του ασχολείται με το Debate και το MUN, έχοντας συμμετάσχει σε σχετικούς διαγωνισμούς και προσομοιώσεις. Αγαπημένο ρητό: «Όσο αξίζει ένα άτομο, δεν αξίζει ο κόσμος όλος!»