Του Γεωργίου-Ερμή Μπουγιούρη,
«Επικρατούσα θρησκεία στην Ελλάδα είναι η θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού. Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδας, που γνωρίζει κεφαλή της τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό, υπάρχει αναπόσπαστα ενωμένη δογματικά με τη Μεγάλη Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης και με κάθε άλλη ομόδοξη Εκκλησία του Χριστού.» Άρθρο 3, Σύνταγμα της Ελλάδας.
Πώς μπορεί κανείς να μην «απολαμβάνει» τον αναβρασμό των τελευταίων ημερών, που διέπει εκείνους που υποστηρίζουν τον διαχωρισμό της εκκλησίας απ’ το κράτος και εκείνων που διαφωνούν;
Το εάν η συμφωνία μεταξύ του Πρωθυπουργού κ. Αλέξη Τσίπρα με την Εκκλησία είναι «καλή» ή «κακή» για τον ελληνικό λαό το αποφασίζει ο καθείς για τον εαυτό του.
Πάντως, η παρούσα συμφωνία είναι σίγουρα επιζήμια για το ελληνικό δημόσιο, όμως αυτό είναι άλλη ιστορία.
Και τα δύο προαναφερθέντα δε θα αναλυθούν σε αυτό το άρθρο. Το παρόν άρθρο επιδιώκει μία ευρύτερη ανασκόπηση της ιστορίας, του ελληνικού συντάγματος και του δικαιώματος στην θρησκεία, καθώς τις τελευταίες ημέρες ακούστηκαν πολλά “μαργαριτάρια”…
Για την ιστορία, είναι αξιοπερίεργο πως η σχέση κράτους-εκκλησίας ενσαρκώνει την λαϊκή φράση «Μαζί δεν κάνουμε και χώρια δεν μπορούμε». Ανά την ιστορία υπάρχουν πάμπολλα παραδείγματα όπου «τσακώθηκαν» εκκλησία και κράτος. Υπήρξαν τα «ευαγγελικά» του 1901, ο εθνικός διχασμός την περίοδο 1915 – 1923, όπου με την πολιτική διαίρεση ακολούθησε και ολόκληρη θρησκευτική διαίρεση (το ανάθεμα) , η κόντρα Μεταξά-Δαμασκηνού, η αναστάτωση που προκλήθηκε όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου το 1975 υποστήριξε τον πλήρη διαχωρισμό κράτους-εκκλησίας ή το 1982 όπου θεσπίστηκε ο πολιτικός γάμος, το 1985-87 με τις πρωτοβουλίες απαλλοτρίωσης εκκλησιαστικής περιουσίας από το κράτος, το 2000 με τον Κώστα Σημίτη και το ζήτημα των ταυτοτήτων, το 2015 με το σύμφωνο συμβίωσης και πολλά άλλα.
Γίνεται εύκολα αντιληπτό πως όλοι οι «γάμοι», ακόμα και εκείνος μεταξύ κράτους-εκκλησίας, περνούν τις φάσεις τους.
Μα πως κάνει κάποιος αναφορά στο Ελληνικό Σύνταγμα χωρίς να το έχει πρωτίστως διαβάσει;
Σε οποιαδήποτε αντιπαράθεση μεταξύ ατόμων υπέρ και κατά του διαχωρισμού της εκκλησίας με το κράτος η συζήτηση, αναπόφευκτα, θα καταλήξει στο Σύνταγμα της Ελλάδος. Γι’ αυτό στην εισαγωγή διάλεξα το άρθρο 3, το οποίο φαίνεται να είναι το μόνο άρθρο, που θυμούνται οι διαφωνούντες με τον διαχωρισμό, αλλά και οι πολέμιοί του. Με το άρθρο 3, το ελληνικό κράτος δηλώνει την επίσημη θρησκεία του. Καθώς πολλοί γνωρίζουν τον σκληρό τόνο του άρθρου 3, ελάχιστοι αναγνωρίζουν το φιλελεύθερο δυτικό πνεύμα που διέπει, σε γενικότερες γραμμές, το Ελληνικό Σύνταγμα όσον αφορά την θρησκεία.
Στο άρθρο 13, ήδη από την πρώτη πρόταση, «Η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης είναι απαραβίαστη», θα συναντήσει κανείς το φιλελεύθερο ρεύμα του Τζον Λοκ, όπου αναφέρεται πως η κυβέρνηση έχει έλλειψη εξουσίας στη σφαίρα της ατομικής συνείδησης. Για τον Λοκ και το ελληνικό Σύνταγμα με το άρθρο 13, που απαγορεύει τον προσηλυτισμό, υπάρχει ένα φυσικό δικαίωμα στην ελευθερία της συνείδησης. Στο ίδιο άρθρο κατοχυρώνεται και η προστατευόμενη ανεξιθρησκεία: «Kάθε γνωστή θρησκεία είναι ελεύθερη και τα σχετικά με τη λατρεία της τελούνται ανεμπόδιστα υπό την προστασία των νόμων».
Αν και η Ελλάδα ανήκει στις χώρες όπου η εκκλησία και το κράτος είναι μαζί, η αποστασία από την εκκλησία δεν τιμωρείται με φυλάκιση, όπως συμβαίνει σε χώρες όπως η Ιορδανία, η Συρία, στην Ινδονησία και το Ιράκ, ή με θάνατο, όπως στην Αίγυπτο, στην Σαουδική Αραβία, στο Ιράν, στο Μαρόκο και την Μαυριτανία.
Είναι η Ελλάδα έτοιμη για έναν τέτοιον διαχωρισμό;
Μα γιατί να μην είναι; Όπως πολύ σωστά υποστήριξε, το 1802, μέσω μιας επιστολής προς τον Σύνδεσμο Βαπτιστών του Danbury, ο Τόμας Τζέφερσον: «Η θρησκεία είναι ένα θέμα, το οποίο αφορά αποκλειστικά τον άνθρωπο και το Θεό του και κανείς δεν είναι υπόλογος σε κανέναν άλλο για την πίστη του ή τη λατρεία του… οι νόμιμες εξουσίες της κυβέρνησης αφορούν ενέργειες μόνο και όχι απόψεις».
Επομένως, είτε είναι η εκκλησία, και συνάμα η θρησκεία, επίσημα ενωμένη με το κράτος είτε όχι, αυτό δεν θα περιορίσει την αγάπη του πολίτη για την Θρησκεία του. Θα συνεχίσει να αγαπάει αλλήλους, να ακολουθεί τον αναμάρτητο βίο, να επισκέπτεται την Κυριακή τον οίκο του Θεού ζητώντας υγεία και δύναμη. Μάλλον, ο διαχωρισμός φοβίζει περισσότερο την ίδια την εκκλησία. Ασφαλώς και την φοβίζει το γεγονός πως δεν θα επηρεάζει πλέον την πολιτική σκηνή, δεν θα πληρώνεται πλέον από τον ελληνικό λαό (χριστιανούς και μη) και θα χρειαστεί να μισθώνει η ίδια τους παπάδες της. Μα πως να μην την φοβίζει; Ευτυχώς η συμφωνία δεν προβλέπει κάποιο από αυτά. Και μην ακούσω πως η απληστία είναι αμάρτημα. Εδώ μιλάμε για πολλά εννιαψήφια νούμερα.
Άλλαξε ο Μανωλιός κι έβαλε την κάπα του αλλιώς…
Τέλος πάντων, οι συζητήσεις επί τους θέματος μπορούν να κρατήσουν ατελείωτες ώρες και είναι όλες τους εξίσου σημαντικές. Πάντως, οι εξελίξεις στο θέμα του διαχωρισμού της εκκλησίας με το κράτος προβλέπονται ενδιαφέρουσες. Ως πολίτες οφείλουμε να ενημερωνόμαστε διαρκώς με μια, όσο το δυνατόν, αντικειμενική μάτια, ενώ θα ήταν εύλογο να αποφεύγουμε ακραίες εκρήξεις, καθώς αυτές, όπως έχει διδάξει η ιστορία, μπορεί να αποβούν μοιραίες…
*Ο τίτλος είναι στίχος του γνωστού τραγουδιού “Οι παπατζήδες” του Τόλη Χάρμα. Χρησιμοποιήθηκε στο άρθρο για μεταφορικούς σκοπούς, και χιούμορ.
Γεννήθηκε το 1998 στο Ρέθυμνο, Κρήτης. Είναι προπτυχιακός φοιτητής του Τμήματος Ιστορίας & Φιλοσοφίας της Επιστήμης του Πανεπιστημίου Αθηνών, Διευθυντής Αττικής του Think Tank ΚΕΑΣΜ και Γενικός Γραμματέας της νεολαίας Rotary Αθηνών. Επίσης ασχολείται ενεργά με τον αθλητισμό και τον εθελοντισμό.