Του Ιάσονα Χαλκίδη,
Μετά και την ολοκλήρωση της ψηφοφορίας της Βουλής της ΠΓΔΜ την Παρασκευή, η έγκριση της πρότασης της Κυβέρνησης της χώρας για τροποποίηση του Συντάγματος, είναι πλέον γεγονός. Παρά τις κομματικές διαμάχες και τις σφοδρές κατηγορίες που υπήρχαν για τη δωροδοκία και τον εκβιασμό βουλευτών της αντιπολίτευσης, αλλά και τις κατηγορίες για στοχευμένη αποφυλάκιση βουλευτών, οι οκτώ ψήφοι που απαιτούνταν για να διασφαλιστεί η ενισχυμένη κοινοβουλευτική πλειοψηφία των 2/3 (80/120) τελικώς βρέθηκαν. Έτσι η πραγμάτωση των συνταγματικών αλλαγών, που συνεπάγονται παράλληλα και την επικύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών από την πλευρά της ΠΓΔΜ, πρέπει να θεωρούνται πια δρομολογημένες.
Το παραπάνω γεγονός, προφανώς χαιρετίστηκε ένθερμα από τη Δύση, με τη Γερμανία και τις ΗΠΑ να συγχαίρουν ιδιαιτέρως τη συγκεκριμένη εξέλιξη. Η εξέλιξη αυτή γενικότερα αποτελεί ένα σημαντικό βήμα μπροστά όσον αφορά τη μόνιμη διευθέτηση του ονοματολογικού ζητήματος της χώρας και των διαφορών της με την Ελλάδα ως προς αυτό. Ακολούθως, όπως είναι ήδη γνωστό, κάτι τέτοιο θα σήμανε ταυτόχρονα την πρόοδο των διαπραγματεύσεων της ΠΓΔΜ με τους ευρώ-ατλαντικούς θεσμούς, με στόχο την επίτευξη της προοδευτικής εισόδου της σε αυτούς (αρχικά στο ΝΑΤΟ, και μεταγενέστερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση).
Επιπροσθέτως, η εν λόγω εξέλιξη πλέον φέρνει το ζήτημα της επικύρωσης της Συμφωνίας προ των πυλών της Ελληνικής Βουλής, και κατ’ επέκταση της Ελληνικής Κυβέρνησης. Μια Κυβέρνηση, που είναι αφενός λαβωμένη μετά την σφοδρή εσωτερική κυβερνητική διαμάχη που υπήρξε μεταξύ του -τέως, πλέον- Υπουργού Εξωτερικών, Νίκου Κοτζιά, και του Υπουργού Άμυνας, Πάνου Καμμένου, που προκάλεσε ύστερα και την απρόσμενη παραίτηση του πρώτου, και που είναι αφετέρου μπερδεμένη όσον αφορά το τι πρέπει να πράξει στη συνέχεια. Πιο συγκεκριμένα, μετά και την ανάληψη των χρεών και της ηγεσίας του ΥΠΕΞ από τον Πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα, η γενικότερη θετική προδιάθεση της Ελλάδας προς την επικύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών και της οριστικής διευθέτησης του ονοματολογικού ζητήματος της γειτονικής χώρας, δεν φαίνεται να αλλάζει.
Το γεγονός που λειτουργεί βέβαια ως ανασταλτικός παράγοντας που περιπλέκει την κατάσταση, είναι η σταθερά αρνητική στάση του κυβερνητικού ετέρου και ΥΕΘΑ της χώρας, Π. Καμμένου, ως προς τη μη επικύρωση της Συμφωνίας. Αυτή του η στάση, αλλά και η άποψη του ότι είναι ακόμα δυνατή η εύρεση ενός Σχέδιου Β όσον αφορά το ονοματολογικό ζήτημα, όπως είναι φυσικό, αναπόφευκτα τον φέρνει σε προφανή σύγκρουση με τα θέλω της Κυβέρνησης και του Πρωθυπουργού και δυσχεραίνει την σχέση των δύο συγκυβερνώντων κομμάτων (ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ). Βεβαίως, το τι έπεται να συμβεί, θα ανακύψει από την πρόοδο των διαβουλεύσεων της κυβέρνησης την προσεχή χρονική περίοδο.
Εν κατακλείδι, όπως γίνεται κατανοητό, μετά και τη θετική έκβαση του ζητήματος της επικύρωσης της Συμφωνίας των Πρεσπών από την πλευρά της ΠΓΔΜ, η πίεση των κινήσεων ως προς το ζήτημα αυτό, αλλά και τα βλέμματα από τη Δύση, πέφτουν πλέον προς την πλευρά της Ελλάδας. Επομένως, εμφανώς δημιουργείται μια ιδιαίτερα περίπλοκη κατάσταση, η οποία για να διασαφηνιστεί χρειάζεται ενότητα και συντονισμένες κινήσεις από την ελληνική Κυβέρνηση, ούτως ώστε να ολοκληρώσει τον κύκλο της επικύρωσης της Συμφωνίας. Βέβαια, μέχρι να συμβεί αυτό, έπονται ακόμη εξελίξεις στον ορίζοντα…
Είναι βαλκανιολόγος, 25 χρονών και κατάγεται από την Θεσσαλονίκη. Κάνει το μεταπτυχιακό του στις Ευρωπαϊκές Σπουδές, με ιδιότητα τις Δημόσιες Σχέσεις και τη Διοίκηση, στο Πανεπιστήμιο του Μάαστριχτ στην Ολλανδία. Έχει διατελέσει ερευνητής στο ΕΛΙΑΜΕΠ, έχει αρθρογραφήσει σε ιστοσελίδες και ηλεκτρονικά περιοδικά και ομιλεί 5 ξένες γλώσσες.