Του Παναγιώτη Τάταρη,
Η Μάχη του Πουατιέ έλαβε χώρα μεταξύ των σημερινών πόλεων του Πουατιέ και της Τουρ της Γαλλίας, τον Οκτώβριο του 732 μ.Χ, και αποτέλεσε την πρώτη επιτυχημένη επέμβαση στη δυτική Ευρώπη εναντίον της μεγάλης αραβικής επέκτασης που είχε ήδη υπό την κατοχή της την Αραβική Χερσόνησο αλλά και την ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, τη βόρεια Αφρική αλλά και την Ιβηρική Χερσόνησο. Μάλιστα, η νικηφόρα έκβαση της μάχης απώθησε οριστικά τους Άραβες από τη Ευρώπη, διαφυλάσσοντας έτσι την πολιτισμική ταυτότητα των ευρωπαϊκών εθνών.
Αρχικά, το προηγούμενο διάστημα είχε προηγηθεί η ταχύτατη επέκταση των Αράβων στη βόρεια Αφρική. Σημαντικός παράγοντας αυτής της επέκτασης ήταν η υποστήριξη της εθνοτικής ομάδας των Βερβέρων, στους Άραβες, οι οποίοι είναι οι γηγενείς κάτοικοι της βόρειας Αφρικής, στη σημερινή Λιβύη, Τυνησία, Αλγερία και Μαρόκο. Στη συνέχεια ακολούθησε η κατάκτηση της Ιβηρικής Χερσονήσου, όπου νίκησαν τους Βησιγότθους κατοίκους της και εδραίωσαν την παρουσία τους εκεί. Μετά την κατάκτηση της Ιβηρικής, οι αραβικές επιδρομές συνεχίστηκαν από τα Πυρηναία προς τη Γαλατία με σκοπό να εξαπλωθούν στη Βόρεια Ευρώπη. Στο μεταξύ ο ηγεμόνας των Φράγκων, ο Κάρολος Μαρτέλος είχε καταφέρει να ενώσει τους Φράγκους υπό το λάβαρό του και να επεκτείνει την επικράτειά του. Μετά την εδραίωση της αραβικής κυριαρχίας στην Ιβηρική, είχε εκφράσει τις ανησυχίες του για επικείμενη αραβική εισβολή στην ευρύτερη περιοχή της Γαλατίας, και έτσι ξεκίνησαν την προετοιμασία για την επικείμενη μάχη.
Στο πεδίο της μάχης οι Άραβες συνάντησαν το αδιαπέραστο τείχος των Φράγκων γνωστό και ως «τείχος του πάγου». Η αριθμητική υπεροπλία ήταν με το μέρος των Αράβων, όχι όμως με μεγάλη διαφορά, καθώς οι μουσουλμάνοι πολεμιστές, μεταξύ τους αρκετοί Βέρβεροι, ήταν 100.000, ενώ οι Φράγκοι διέθεταν 72.000. Οι δύο στρατοί έλαβαν θέσεις μάχης και αντίκριζαν ο ένας τον άλλον επί έξι ημέρες. Στο διάστημα αυτό πριν την έναρξη της μάχης, σημειώνονταν μικρής έντασης αψιμαχίες μεταξύ Φράγκων και Αράβων, χωρίς όμως κάποια από αυτές να διογκωθεί και να εξελιχθεί σε ανοιχτή σύγκρουση. Το στράτευμα των Φράγκων αποτελούνταν ως επί το πλείστον από πεζικό το οποίο στεκόταν ευθυγραμμισμένο σαν τείχος, όπως προαναφέρθηκε με τον χαρακτηρισμό «τείχος του πάγου» που του δόθηκε, ενώ των Αράβων από ιππικό και είχε διαχωριστεί σε δύο πτέρυγες. Οι Φράγκοι, υπό τις οδηγίες του Κάρολου Μαρτέλου είχαν παραταχθεί με τέτοιο τρόπο ώστε να παραπλανήσουν τους Άραβες για τον ακριβή αριθμό του στρατεύματός τους, με τοποθέτηση των στρατιωτών ανά σταθερές αποστάσεις και προτάσσοντας τα ξίφη τους. Το ιππικό των Αράβων είχε να αντιμετωπίσει ένα σημαντικό ζήτημα, καθώς θα έχανε την ορμή του ανεβαίνοντας την πλαγιά στης οποίας την κορυφή είχαν παραταχθεί οι Φράγκοι, μειώνοντας έτσι σημαντικά το πλεονέκτημα που διέθεταν σε σύγκριση με άλλες μάχες που είχαν δώσει, και απέβησαν νικηφόρες.
Στη συνέχεια, τη μέρα της τελικής μάχης, στις 25 Οκτωβρίου σύμφωνα με τις περισσότερες ιστορικές αναφορές, ο αρχηγός των Αράβων και εμίρης της Ανδαλουσίας Αμπντούλ Ραχμάν Ιμπίν Αλ Γκαφίκι, και μετά από έξι μέρες αναμονής, έδωσε πρώτος το σήμα και οι Άραβες πραγματοποίησαν αστραπιαία έφοδο προς το πεζικό των Φράγκων. Το τείχος από τους Φράγκους στρατιώτες απέκρουσε όλες τις επιθέσεις του μουσουλμανικού ιππικού παραμένοντας αδιαπέραστο. Οι μουσουλμάνοι δεν μπορούσαν να σπάσουν το πειθαρχημένο πεζικό των Φράγκων και το βράδυ υποχώρησαν εξασθενημένοι. Μάλιστα, στη μάχη σκοτώθηκε ο ίδιος ο Αλ Γκαφίκι, καθώς περικυκλώθηκε από τους Φράγκους. Το επόμενο πρωί, οι Φράγκοι ήταν πανέτοιμοι στις θέσεις τους για να αναμετρηθούν με τον μουσουλμανικό στρατό, ο οποίος είχε τραπεί σε φυγή κατά τη διάρκεια της νύχτας. Οι Φράγκοι πίστεψαν ότι οι Άραβες τους είχαν στήσει ενέδρα και προσπαθούσαν να τους παραπλανήσουν και να τους κάνουν να αναμετρηθούν σε ανοικτό πεδίο. Υπό τις υποψίες τους αυτές ο Κάρολος Μαρτέλος έστειλε κατά τη διάρκεια της νύκτας κατασκόπους στις σκηνές των Αράβων. Με το πρώτο φως της ημέρας διαπίστωσαν ότι πράγματι είχαν υποχωρήσει. Τρεις σημαντικοί παράγοντες που συνετέλεσαν στη νικηφόρα, για τους Φράγκους, έκβαση της μάχης, ήταν η τακτική του Καρόλου να παραπλανήσει τους Άραβες, διασπείροντας μια φήμη πως οι Φράγκοι είχαν εξοντώσει τους φρουρούς των λαφύρων, και έτσι ένα μεγάλο μέρος των Αράβων πολεμιστών γύρισαν πίσω για να διαφυλάξουν τα λάφυρα από τις λεηλασίες. Ο δεύτερος παράγοντας ήταν η γενικότερη στρατηγική των Αράβων, καθώς έθεσαν προτεραιότητα στη λεηλασία των πόλεων και των χωριών της γαλατικής υπαίθρου παρά στην προετοιμασία για τη μάχη με το στρατό του Καρόλου, έτσι ο αραβικός στρατός παρέμεινε διασπασμένος, με αποτέλεσμα να μην μπορούσε τελικά να νικήσει τους Φράγκους. Ένας ακόμα σημαντικός παράγοντας που οδήγησε τους Άραβες στην ήττα ήταν η απουσία πολεμικής εμπειρίας με κάποιον αξιόμαχο αντίπαλο, καθώς κατά τη διάρκεια της επέκτασης του αραβικού χαλιφάτου έβρισκαν ελάχιστη αντίδραση από τους κατοίκους των περιοχών, που συναντούσαν, και μόνο ο οργανωμένος και πειθαρχημένος στρατός των Φράγκων υπό τον Κάρολο Μαρτέλο στάθηκε ικανός να ανακόψει την πορεία τους.
Για να κλείσουμε, η Μάχη του Πουατιέ αποτέλεσε ιστορική στιγμή για την Ευρώπη, καθώς για πρώτη φορά ανεκόπη δραστικά η επεκτατική πορεία των Αράβων. Οι συνθήκες της μάχης, δεδομένης της νίκης των Φράγκων εναντίον των ανίκητων μέχρι τότε αλλά και πολυπληθέστερων Αράβων μαχητών, μας βάζουν σε συγκρίσεις με την επικράτηση των Ελλήνων εναντίον του ανίκητου επίσης Περσικού στρατού κατά τους Περσικούς Πολέμους στην αρχαιότητα, αποτρέποντας έτσι οριστικά την επέκτασή τους προς την Ευρώπη. Η Μάχη του Πουατιέ κατάφερε, μετά τη νικηφόρα έκβαση υπέρ των Φράγκων, να διατηρήσει στο ακέραιο το χαρακτήρα της Ευρώπης, καθώς σε ενδεχόμενη ήττα των Φράγκων οι Άραβες θα επεκτείνονταν βορειότερα στην ενδοχώρα της Ευρώπης, με πιθανή επικράτηση τελικά του Ισλάμ μεταξύ των ευρωπαϊκών εθνών.
Για τη σύνταξη του παρόντος άρθρου αντλήθηκαν πληροφορίες από τις ιστοσελίδες της Μηχανής του Χρόνου και της Παγκόσμιας Πολεμικής Ιστορίας.