12.1 C
Athens
Πέμπτη, 26 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΦιλοσοφίαΑναρχικός τω πνεύματι.

Αναρχικός τω πνεύματι.

Του Γεωργίου-Ερμή Μπουγιούρη,

Ως γνωστόν οι καλοί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς φίλους και εγώ οφείλω να εξηγήσω τον τίτλο. Ο τίτλος αποτελεί παράφραση της γνωστής ρήσης: «Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.» (Κατά Ματθαίον, 5:3). Ο «πτωχός τω πνεύματι» είναι εκείνος που αισθάνεται τις μεγάλες πνευματικές ανάγκες, τις οποίες έχει και με ταπεινό βεβαίως φρόνημα ζητά από τον Θεό να τον ευλογήσει σε αυτή την ζωή και να του εκπληρώσει τα προς σωτηρίαν αιτήματα.

Ποιος είναι λοιπόν ο «αναρχικός τω πνεύματι»;

Ο «αναρχικός τω πνεύματι» είναι εκείνος ο οποίος έχει πλήρως απαγκιστρωθεί από οποιαδήποτε πνευματική ανάγκη και δεν υπακούει σε καμία «ανώτερη» θεότητα. Είναι εκείνος ο οποίος έχει πλήρη επίγνωση της αγνοίας του, του παραλογισμού και της απελπισίας της ύπαρξης. Είναι εκείνος που δεν ακολουθεί εντολές αλλά χαράζει την πορεία του όπως εκείνος επιθυμεί σε αυτό το ταξίδι ονόματι «ζωή».

Αξίζει ωστόσο να υπομένει κάποιος την απελπισία αυτή; Την απάντηση στο φιλοσοφικό ερώτημα του «να ζει κανείς ή να μη ζει» (Άμλετ, 7ο απόσπασμα, 3η πράξη 1η σκηνή) και την τελική διέξοδο της απελπισίας, την αυτοκτονία, θα πραγματευτεί, μέσω του δοκιμίου του, ο εικονιζόμενος.

Για όσους δεν τον γνωρίζουν, ο εικονιζόμενος ονομάζεται Άλμπερτ Καμύ (Albert Camus, 1913-1960). Ο Καμύ ήταν, γάλλο-αλγερινής καταγωγής, φιλόσοφος και συγγραφέας του 20ου αιώνα. Θεωρείται σήμερα, χάρη στα έργα του, ένας από τους σημαντικότερους της σχολής των «υπαρξιστών», ενώ το 1957 βραβεύτηκε με το νόμπελ Λογοτεχνίας. Ο Καμύ ασχολήθηκε κυρίως με θέματα όπως η πολιτική, η ηθική, η δικαιοσύνη, η ανθρωπότητα και η αυτοκτονία. Δυστυχώς πέθανε, μόλις 46 ετών, όταν εκείνος και ο ατζέντης του, και οδηγός του αυτοκινήτου που βρισκόταν, Μισέλ Γκαλιμάρ, τράκαραν σε ένα δένδρο. Στην τσέπη του σακακιού του υπήρχε ένα εισιτήριο για το τραίνο το οποίο αποφάσισε, τελευταία στιγμή, να μην χρησιμοποιήσει.

Στο έργο του «Ο Μύθος του Σίσυφου» (Le Mythe de Sisyphe), που εκδόθηκε το 1942, ο Καμύ, ήδη από τις πρώτες σειρές, δείχνει την απλότητα και την σκληρότητα των γραπτών του επιδιώκοντας να προσδιορίσει τα είδη της ζωής που θα άξιζε να ζήσει κανείς έχοντας επίγνωση πως η ζωή είναι ανούσια. «Δεν υπάρχει παρά ένα μονάχα φιλοσοφικό πρόβλημα πραγματικά σοβαρό: το πρόβλημα της αυτοκτονίας. Τη στιγμή που αποφασίζεις πως η ζωή αξίζει ή δεν αξίζει τον κόπο να τη ζήσεις, απαντάς στο βασικό πρόβλημα της φιλοσοφίας». Ο λόγος αυτής της σκληρής απόφασης, στα μάτια του Καμύ, είναι πως μόλις ξεκινήσουμε να σκεφτόμαστε σοβαρά, όπως κάνουν οι φιλόσοφοι, θα καταλάβουμε πως η ζωή δεν έχει κάποιο νόημα και γι΄ αυτό θα είμαστε καταδικασμένοι να αναρωτιόμαστε για το εάν θα έπρεπε ή όχι να τελειώσουμε με αυτήν μια και καλή.

Για να κατανοήσουμε καλύτερα αυτήν την, κάπως, ακραία θέση του Καμύ θα πρέπει να αναλογιστούμε και να τοποθετήσουμε τον Καμύ στην σκέψη της εποχής. Η δραματική αναγγελία του ότι πρέπει να εξετάσουμε το ενδεχόμενο να αυτοκτονήσουμε, επειδή η ζωή μπορεί να μην έχει νόημα βασίζεται σε μια προηγούμενη ιδέα ότι η ζωή θα μπορούσε να έχει νόημα.

Πως;

Το γεγονός που ίσως ακουστεί απαρχαιωμένη σε πολλούς από εμάς σήμερα, και όμως πρέπει να έχουμε κατά νου, είναι πως για τα τελευταία δύο χιλιάδες χρόνια, στη Δύση, το νόημα στη ζωή έδινε η, ανώτατη όλων των θεσμών, Χριστιανική Εκκλησία.

Ο Καμύ κατατάσσεται, μεταξύ πολλών άλλων φιλοσόφων, σε εκείνους που έρχονται αντιμέτωποι, με μια ανατριχιαστική συνειδητοποίηση, ότι δεν υπάρχει στην πραγματικότητα κανένα προκαθορισμένο νόημα στη ζωή. Είμαστε απλώς μια βιολογική ουσία που γυρίζει άσκοπα σε ένα μικροσκοπικό πλανήτη, σε μια γωνία ενός αδιάφορου σύμπαντος. Δεν μας έβαλε εδώ κάποια ευγενική θεότητα, ζητώντας να εργαστούμε προς τη σωτηρία με τη μορφή των Δέκα Εντολών, δεν υπάρχει κάποιος οδικός χάρτης ή ηθικός βίος ή ανώτερη ουσία σε ό,τι κάνουμε. Αυτή η συνειδητοποίηση βρίσκεται στο επίκεντρο των στοχαστών που γνωρίζουμε σήμερα ως «υπαρξιστές».

Ο Καμύ, αν και δέχεται πως όλη η ζωή μας είναι παράλογη και ανούσια διαλέγει, σε αντίθεση με τους περισσότερους απ΄ τους υπόλοιπους υπαρξιστές φιλόσοφους, να αντιστέκεται στην απόλυτη απελπισία. Υποστηρίζει ότι πρέπει να ζήσουμε έχοντας επίγνωση πως οι προσπάθειές μας θα είναι σε μεγάλο βαθμό μάταιες, η ζωή μας σύντομα θα ξεχαστεί και η ανθρωπότητα θα παραμείνει ανυπόφορη, διεφθαρμένη και βίαιη.

Παρόλα αυτά πρέπει να αντέξουμε.

Είμαστε σαν το Σίσυφο, ένα πρόσωπο της Ελληνικής μυθολογίας που τιμωρήθηκε από τους θεούς να κουβαλάει ένα βράχο στην κορυφή ενός βουνού όπου, φτάνοντας στην κορυφή, η πέτρα ξανακυλούσε κάτω και έπρεπε να την ανεβάσει ξανά, για πάντα. Αλλά, αυτό που ο Καμύ υποδεικνύει, είναι πως πρέπει να αντιμετωπίσουμε οτιδήποτε βρεθεί στον δρόμο μας έχοντας αναγνωρίσει παράλογο και ανούσιο υπόβαθρο της ύπαρξης μας. Στη διάσημη διατύπωση του θα γράψει:

«Ο Σίσυφος όμως, συμβολίζει την ανώτερη πίστη που αρνιέται στους θεούς κι ανυψώνει τους βράχους. Κι εκείνος κρίνει πως όλα είναι καλά. Αυτό το σύμπαν, δεν του φαίνεται άκαρπο ούτε μάταιο. Ο κάθε κόκκος της πέτρας, η κάθε λάμψη αυτού του γεμάτου νύχτα βουνού πλάθει, μονάχα γι’ αυτόν, τη μορφή ενός κόσμου. Ακόμα κι ο ίδιος ο αγώνας προς την κορυφή φτάνει για να γεμίσει μια ανθρώπινη καρδιά. Πρέπει να φανταστούμε τον Σίσυφο ευτυχισμένο».

Πηγή:

Albert Camus, Ο Μύθος του Σίσυφου: Δοκίμιο για το παράλογο, 2010, εκδόσεις Καστανιώτη

Γεώργιος-Ερμής Μπουγιούρης

Γεννήθηκε το 1998 στο Ρέθυμνο, Κρήτης. Είναι προπτυχιακός φοιτητής του Τμήματος Ιστορίας & Φιλοσοφίας της Επιστήμης του Πανεπιστημίου Αθηνών, Διευθυντής Αττικής του Think Tank ΚΕΑΣΜ και Γενικός Γραμματέας της νεολαίας Rotary Αθηνών. Επίσης ασχολείται ενεργά με τον αθλητισμό και τον εθελοντισμό.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ