Του Δημήτρη Κληρονόμου,
Η παγκόσμια ζήτηση και, κατ’ επέκταση, κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας αυξάνονται συνεχώς, ακολουθώντας τους ρυθμούς αύξησης του πληθυσμού της γης και τη σχετική βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των κατοίκων. Οι υδρογονάνθρακες (πετρέλαιο και φυσικό αέριο) παραμένουν βασική ενεργειακή πηγή του σήμερα αλλά και του αύριο.
Η Ελλάδα είναι μία από τις χώρες της Ευρώπης που χαρακτηρίζεται από μεγάλο βαθμό εξάρτησης από το πετρέλαιο εισαγωγής, καθώς και από έλλειψη ορθολογικής αξιοποίησης της ενέργειας. Παρότι η χώρα μας, συγκρινόμενη με άλλες ευρωπαϊκές, μεταξύ των οποίων η Πορτογαλία, η Ισπανία ή η Ιταλία, είναι σε καλύτερη θέση στο ενεργειακό της ισοζύγιο, κυρίως λόγω της εκτεταμένης χρήσης του λιγνίτη για ηλεκτροπαραγωγή, εντούτοις, υστερεί στον βαθμό που διαφοροποιούνται οι ενεργειακές της πηγές, με αποτέλεσμα να θεωρείται σχεδόν πλήρως εξαρτημένη από το πετρέλαιο.
Πιο συγκεκριμένα, η συμμετοχή του πετρελαίου στο ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας κρίνεται ως ηγεμονική , με ποσοστά σταθερά πάνω από 50%. Οι ανάγκες της Ελλάδας υπολογίζονται σε περίπου 120 εκατομμύρια βαρέλια το χρόνο. Το 56% της συνολικής κατανάλωσης παρατηρείται στον τομέα των μεταφορών. Η βιομηχανία αντιπροσωπεύει το 18,5%, ενώ οι υπόλοιποι κλάδοι (οικιακός, εμπορικός, κ.α.) το 25%. Ένα σημαντικό μέρος του πετρελαίου χρησιμοποιείται από τη ΔΕΗ για ηλεκτροπαραγωγή, κυρίως στα μη διασυνδεδεμένα νησιά. Το πετρέλαιο είναι βέβαιο ότι για αρκετά χρόνια ακόμα θα εξακολουθεί να καλύπτει σημαντικό μερίδιο της αγοράς. Το 99,4% του αργού πετρελαίου που διατίθεται για διύλιση στη χώρα εισάγεται από το εξωτερικό και μόνο περίπου το 0,6% παράγεται στην Ελλάδα και ενώ εκτιμάται ότι η αυξανόμενη διείσδυση του φυσικού αερίου στο άμεσο μέλλον θα μειώσει τη χρήση πετρελαιοειδών, αυτό δεν θα αποτελέσει σημείο μείωσης των εισαγόμενων καυσίμων. Συνολικά, η εξάρτηση της Ελλάδας σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο ανέρχεται στο 72%, όταν η μέση εξάρτηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανέρχεται στο 54%. Όσον αφορά το φυσικό αέριο προβλέπεται να αυξηθεί στο μέλλον, λόγω της εξάντλησης των ενεργειακών πηγών της ΕΕ, και από το σημερινό επίπεδο του 40% να φτάσει περίπου το 65% το 2020.
Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, η κυριαρχία των εισαγόμενων υδρογονανθράκων στο ενεργειακό ισοζύγιο είναι εξαιρετικά υψηλή. Η μεγάλη εξάρτηση της χώρας από τις εισαγωγές πετρελαίου, φυσικού αερίου και τις μη προβλέψιμες και κυρίως μη ελεγχόμενες μεταβολές στην τιμή του είναι επικίνδυνη για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη, αλλά και για την εθνική ασφάλεια. Επομένως, απαιτείται η μέγιστη δυνατή απεξάρτηση από τις εισαγωγές . H εκμετάλλευση των εγχώριων αποθεμάτων υδρογονανθράκων αποτελεί προτεραιότητα, τόσο για τη μείωση της εξάρτησης από εισαγόμενα καύσιμα, όσο και για να αποτελέσει μοχλό ανάπτυξης για την χώρα.
Όλες οι μέχρι σήμερα ερευνητικές εργασίες και μελέτες, παρότι αποσπασματικές, ασυνεχείς και ανολοκλήρωτες, επιβεβαιώνουν ότι η χώρα διαθέτει πετρελαϊκό δυναμικό. Εκείνο που απαιτείται είναι η διενέργεια ερευνών, ώστε να είναι δυνατή η ανακάλυψη και παραγωγή υδρογονανθράκων. Αυτό συνεπάγεται σε μείωση δαπανών αγοράς αργού, έσοδα του δημοσίου, αύξηση θέσεων εργασίας κλπ.
Η έρευνα και η παραγωγή υδρογονανθράκων είναι μια εξαιρετικά περίπλοκη επιχειρηματική δραστηριότητα, κατά την οποία εφαρμόζονται εξειδικευμένες τεχνολογίες, απαιτείται υψηλή ένταση κεφαλαίων, ενώ εμπεριέχονται σημαντικοί κίνδυνοι αποτυχίας (γεωλογικοί, τεχνικοί, περιβαλλοντικοί, εμπορικοί, πολιτικοί). Βεβαίως, έχει αποδειχθεί ιστορικά ότι τα τελικά οικονομικά αποτελέσματα είναι ιδιαιτέρως θετικά, τόσο για τα κράτη που έχουν στην κατοχή τους κοιτάσματα υδρογονανθράκων, όσο και για τις πετρελαϊκές εταιρείες που τα εκμεταλλεύονται.
(Πηγή – εφημερίδα “Τα Νέα”)
Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει κινήσεις προς αυτή κατεύθυνση στην χώρα μας. Έπειτα από δύο διεθνείς διαγωνισμούς παραχώρησης έρευνας και εκμετάλλευσης με την πρώτη φάση να εστιάζει στα οικόπεδα του Ιονίου, Ηπείρου, Πατραϊκού κόλπου με την πρώτη γεώτρηση να αναμένεται μέσα στα επόμενα ένα με δύο χρόνια. Συγκεκριμένα εταιρείες – κολοσσοί όπως η γαλλική Total μαζί με την ιταλική Edison και τα ΕΛΠΕ έχουν αναλάβει για έρευνα στην Ελλάδα και το Block 2 δυτικά της Κέρκυρας. Η ισπανική Repsol με ημερήσια παραγωγή 695.000 βαρελιών, και κέρδη 6,7 δισ. Ευρώ για το 2017, σε κοινοπραξία με την ελληνική Energean Oil & Gas για τις χερσαίες παραχωρήσεις στα «Ιωάννινα» και την «Αιτωλοακαρνανία». Τα Ελληνικά Πετρέλαια έχουν επίσης και τα χερσαία οικόπεδα των Άρτας – Πρέβεζας και της Βορειοδυτικής Πελοποννήσου. Ενώ η δεύτερη φάση αφορά δύο θαλάσσια οικόπεδα δυτικά και νοτιοδυτικά της Κρήτης με την Κοινοπραξία Exxon Mobil-Total-ΕΛΠΕ να έχει αναλάβει την έρευνα και εκμετάλλευσή τους, καθώς και αυτό του Ιονίου εν ονόματι Block 10 που το έχουν αναλάβει τα ΕΛΠΕ . Πρόσφατα, είχαμε τη μονογραφή των σχετικών συμβάσεων των παραπάνω τριών θαλάσσιων οικοπέδων μεταξύ του Υπουργού Ενέργειας – Περιβάλλοντος και των ανάδοχων εταιρειών που έχουν επιλεγεί. Επόμενο βήμα είναι ο έλεγχος και η έγκριση των συμβάσεων παραχώρησης από το Ελεγκτικό Συνέδριο, ώστε να πέσουν μετά οι τελικές υπογραφές και η ισχυρή κοινοπραξία που έχουν συστήσει η Αμερικανική Exxon-mobil, η Γαλλική Total και τα Ελληνικά Πετρέλαια να ξεκινήσει τις πρώτες έρευνες.
Πηγές :
– Ελληνική Διαχειριστική Εταιρεία Υδρογονανθράκων Α.Ε. (2018). Στρατηγική μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων του προγράμματος έρευνας και εκμετάλλευσης στις θαλάσσιες περιοχές ‘Δυτικά Κρήτης’ και ‘Νοτιοδυτικά Κρήτης ’.Αθήνα
– Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (2015). Ετήσια ενεργειακά στατιστικά στοιχεία 2015.
– Δημήτριος Διαμαντόπουλος (2014), «Εξόρυξη πετρελαίου στον Ελλαδικό χώρο και οικονομικές επιπτώσεις», Πανεπιστήμιο Πειραιώς, Πειραιάς
– Καραγιώργος Θ. Βασίλειος (2018), «Βιομηχανική ασφάλεια σε υπεράκτιες πλατφόρμες εξόρυξης υδρογονανθράκων», Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο, Ξάνθη