Του Πάνου Ιορδανίδη,
Από το 2000, όπου και συστάθηκε το Φόρουμ για την Συνεργασία Κίνας-Αφρικής, μέχρι και σήμερα, οι σινοαφρικανικές σχέσεις έχουν ενισχυθεί σημαντικά, καθιστώντας την Κίνα μείζονα παράγοντα στην αφρικανική ήπειρο. Η κινεζική αναπτυξιακή πολιτική στην Αφρική φαίνεται να έχει μεγαλύτερο αντίκρισμα σε σχέση με αυτήν της Δύσης, κυρίως, γιατί ενσαρκώνεται στην μορφή εμπορικών δανείων για υποδομές με πολύ χαμηλό επιτόκιο και χωρίς όρους. Το αποτέλεσμα; Η πλειονότητα των αφρικανικών κρατών αναπτύσσει σταδιακά σχέσεις αλληλεξάρτησης με τον κινεζικό παράγοντα και το Πεκίνο εξαργυρώνει αυτές τι σχέσεις, αυξάνοντας ολοένα την επιρροή του σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο.
Το αφήγημα της «Αναδυόμενης Αφρικής», είναι μια εξιστόρηση που βασίστηκε σε μια ταχύτατα αναπτυσσόμενη δυναμική που απέκτησε η Υποσαχάρια Αφρική την προηγούμενη δεκαετία. Με την περιφερειακή συνεργασία να εμβαθύνεται σε μεγάλο βαθμό και την πληθυσμιακή έξαρση να δημιουργεί ανάγκες, η πολυβασανισμένη από τις πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές δυσχέρειες ήπειρος αποκτά μια περισσότερο από ποτέ δυνατή ευκαιρία για να καλύψει το τεράστιο χάσμα με τον αναπτυγμένο κόσμο. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, οι εταιρίες δυτικών συμφερόντων εξακολουθούν έχουν ισχυρή παρουσία στην ήπειρο και η αναπτυξιακή βοήθεια των δυτικών κρατών -όταν δεν καταχράται από το εκάστοτε ολοκληρωτικό καθεστώς- δεν είναι αρκετή για ένα τέτοιο εγχείρημα. Η χρεία για υποδομές προς αξιοποίηση για την υλοποίηση αυτού του στόχου είναι τεράστια, ενώ οι ένοπλες συγκρούσεις και η ισλαμική τρομοκρατία οργιάζουν σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της περιοχής.
Η οικονομική διπλωματία που ασκεί η Κίνα είναι το μέσο για να ξεδιπλωθεί η εξωτερική της πολιτική, πρακτική η οποία έχει καλλιεργηθεί μεθοδικά ως πυλώνας μια μεγάλης συνεκτικής στρατηγικής που έχει τις ρίζες της την εποχή του Ντενγκ Σιαοπίνγκ. Η «ειρηνική ανάδυση» της Κίνας σαν μια παγκόσμια οικονομική δύναμη επικυρώθηκε την τρέχουσα δεκαετία, όταν ξεπέρασε τις ΗΠΑ σε απτούς αριθμούς αγοραστικής δύναμης -κάτι που είχε να συμβεί από τον 19ο αιώνα, όταν οι ΗΠΑ ξεπέρασαν το Ηνωμένο Βασίλειο-. Την ίδια στιγμή, το μεγαλεπίβολο όραμα της αναβίωσης του Δρόμου του Μεταξιού με την πρωτοβουλία «Μια Ζώνη, Ένας Δρόμος» αρχίζει να υλοποιείται κάτω από την στιβαρή ηγεσία του Σι Τζιν Πινγκ. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, χτίζεται η επιρροή του Πεκίνου σε όλο τον κόσμο, ενώ η ραγδαία οικονομική ανάπτυξη στο εσωτερικό έχει δημιουργήσει μια ανερχόμενη μεσαία τάξη με ανάγκες (κυρίως στον ενεργειακό τομέα).
Έτσι λοιπόν, κατά την Αριστοτελική θεώρηση ότι «η φύση αντιπαθεί το κενό», η «Αναδυόμενη Αφρική» συναντάει την κινεζική οικονομική διπλωματία, και οι ανάγκες που έχουν αποκτήσει τα αφρικανικά κράτη έρχονται να καλυφθούν από το Πεκίνο. Αυτή τη στιγμή, η Κίνα θεωρείται ένας ισχυρός φορέας παροχής άμεσων ξένων επενδύσεων, εμπορικών συναλλαγών και θέσεων εργασίας στην ευρύτερη περιοχή. Από τη μία, η πρωτοβουλία «Μία Ζώνη, Ένας Δρόμος» καλύπτει ένας μέρος της Βόρειας Αφρικής και από την άλλη, η Υποσαχάρια Αφρική -εκτός από περιπτώσεις, όπως η Σουαζιλάνδη που αναγνωρίζει το Ταϊβάν- είναι δεκτική στις κινεζικές αναπτυξιακές πολιτικές ως μια εύκολη προοπτική για την κατασκευή υποδομών που θα υποστηρίξουν το εγχείρημα των ταχύτατα αναπτυσσόμενων οικονομιών. Ένα τρανό παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση της Κένυας με την κατασκευή ενός μεγάλου οδικού δικτύου να βρίσκεται προ των πυλών. Σε διπλωματικό επίπεδο, πέρα από τις διμερείς συνεργασίες, η Κίνα επενδύει στις πολυμερείς πτυχές συνεργασίας της αφρικανικής ηπείρου με μεγάλη συνεισφορά στις δομές της Αφρικανικής Ένωσης, όπως είναι τα γραφεία του οργανισμού στην Αντις Αμπέμπα, ενώ οι φήμες οργιάζουν για τους ενδεχόμενους μηχανισμούς κατασκοπίας που έχει στήσει στο κτήριο.
Είναι προφανές πως η Δύση, και κυρίως οι ΗΠΑ ως εμπλεκόμενο μέρος στον εμπορικό πόλεμο που έχει εξαπολύσει η διακυβέρνηση Τραμπ, θα κατηγορήσει το Πεκίνο για «διπλωματία του χρέους», ως παράγοντας που “παγιδεύει” αναπτυσσόμενα κράτη σε έναν ατέρμονο κύκλο εξάρτησης, όμως αυτή η θεώρηση είναι μονοδιάστατη. Και δεν μπορεί κανείς να αγνοήσει το γεγονός πως πάρα πολλά αφρικανικά κράτη -έτσι κι αλλιώς- είναι εξαρτημένα από την εξωτερική βοήθεια του εκάστοτε δυτικού δρώντα. Από την άλλη, η Κίνα προσφέρει εύκολο και γρήγορο χρήμα, όχι την απλή μεταφορά μετρητών και υλικών με συγκεκριμένους όρους. Επομένως, τόσο από την σκοπιά της διατήρησης στην εξουσία πολυάριθμων αυταρχικών καθεστώτων με τη ευεργετική ροή χρήματος, όσο και από τη σκοπιά της ανάπτυξης υποδομών που θα επιφέρουν μεγαλύτερα οφέλη, το Πεκίνο συμφέρει. Και αν αναλογιστούμε ότι η αμερικανική εξωτερική πολιτική έχει παραγκωνίσει της βλέψεις της στην Αφρική, τότε η Κίνα βρίσκει ένα ακόμη πιο πρόσφορο έδαφος προκειμένου να συνεχίσει την αύξηση επιρροής της σε διεθνές επίπεδο.
Απόφοιτος του Τμήματος Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Είναι λάτρης της διεθνούς πολιτικής τόσο σαν ακαδημαϊκό, όσο και σαν δημοσιογραφικό αντικείμενο. Έχει ασκηθεί σε πολιτικές διευθύνσεις του ΥΠΕΞ και δραστηριοποιείται ενεργά στον χώρο του εθελοντισμού σε ΜΚΟ, ακαδημαϊκά συνέδρια και εκπαιδευτικές προσομοιώσεις.