Του Σωτήρη Σωτηρίου,
Αν μπορούσα να εκφράσω μια γενική διατύπωση στην αρχή του άρθρου μου, τότε αναντίρρητα θα επισήμανα ότι ο κόσμος αλλάζει ριζικά. Δέκα χρόνια μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers, που ξέσπασε χρηματοπιστωτική κρίση, η οποία γεννήθηκε στην αμερικανική αγορά ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων, και πυροδότησε την κρίση χρέους στην Ευρωζώνη και την έπληξε σε μεγάλο βαθμό, ο κόσμος είναι δραματικά διαφορετικός. Το αν είναι ως προς το καλό ή το κακό θα το αποδείξει η βραχυπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη πορεία του. Για την ώρα αυτό που παρατηρείται είναι ριζικές μεταβολές σε όλους τους τομείς.
Σε μια ελληνική πραγματικότητα, που μαστίζεται από μια κρίση χρέους που συνιστά υπέρογκο ποσοστό του ΑΕΠ, που παρουσιάζει μεγάλο ποσοστό ανεργίας και ειδικότερα στους νέους, που έρχεται αντιμέτωπη με το προσφυγικό ζήτημα, το οποίο αναμφίβολα έχει επιφέρει πολλές αρνητικές συνέπειες, όχι μόνο οικονομικές αλλά και κοινωνικές, αφού σπέρνει διχόνοια και αντιπαλότητα με αντίρροπες αντιλήψεις και απόψεις, η ίδια ελληνική πραγματικότητα εμφανίζει ένα θετικό χαρακτηριστικό που της δίνει τη βάση να διατηρεί μια ανταγωνιστικότητα και να παλεύει διαρκώς για τη βελτίωσή της. Αυτό το χαρακτηριστικό, ομολογουμένως, είναι η ναυτιλιακή βιομηχανία, που η Ελλάδα κατέχει ένα σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα με το να έρχεται πρώτη συνήθως στην παγκόσμια κατάταξη. Πιο συγκεκριμένα, η χώρα μας αποτελεί κορυφαία δύναμη σε Bulkers και Tankers, δεύτερη σε LNG, τρίτη σε Containerships και τέταρτη σε LPG με βάση υπολογισμού χωρητικότητας.
Ο ελληνόκτητος στόλος, πρώτος λοιπόν στον κόσμο, δίνει την δυνατότητα στη χώρα μας που τα τελευταία χρόνια ταλανίζεται, να έχει μια ελπίδα σωτηρίας, μια ισχύ στην ναυτιλιακή αγορά. Ανέκαθεν, η χώρα μας ήταν ένα ναυτικό κράτος, λόγω της γεωγραφικής της θέσης, αφού είναι γεμάτη νησιά, βρίσκεται αρκετά κοντά στη Διώρυγα του Σουέζ, που έχει εξέχουσα σημασία στη ναυτιλία, και αποτελεί σταυροδρόμι τριών ηπείρων. Επιπροσθέτως, η ναυτιλιακή βιομηχανία στη χώρα μας, ένας ιδιαίτερα κερδοφόρος κλάδος, απασχολεί περίπου 200.000 άτομα, κι όλα αυτά σε ένα διεθνές ανταγωνιστικό περιβάλλον, καθώς και αποτελεί περίπου το 7% του ΑΕΠ, γεγονός που δηλώνει και τη σπουδαία της συνεισφορά στην ελληνική οικονομία. Επενδύσεις πραγματοποιούνται από Έλληνες εφοπλιστές επιδιώκοντας τη μεγέθυνση του στόλου τους, τη βελτίωση της τεχνολογίας, την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων τους. Η οικονομία πράγματι παρουσιάζει κυκλική πορεία με ‘ανεβάσματα’ και ‘κατεβάσματα’, ωστόσο, στη χώρα μας έστω, η ναυτιλία συνεχίζει και συνιστά κύρια πηγή εσόδων και χώρο για προσέλκυση επενδύσεων, ακόμη και από το εξωτερικό μέσω άμεσων ξένων επενδύσεων. Άλλωστε, το ενδιαφέρον για παράδειγμα που έχει εκδηλωθεί στα ναυπηγεία αυτό το διάστημα δεν είναι καθόλου τυχαίο.
Ξεφεύγοντας από τον μικρόκοσμο της χώρας μας και βλέποντας το πλανητικό χωριό στο οποίο ζούμε, θα παρατηρήσουμε ότι βρισκόμαστε στις απαρχές ενός κορυφαίου εμπορικού πολέμου μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων της εποχής μας. Ταυτόχρονα, την ώρα που όλα τα κράτη επιδιώκουν την τεχνολογική καινοτομία, η Σκανδιναβία κατέχει ήδη την ‘πρωτιά’, χαρακτηριστική άλλωστε είναι η σκέψη των Νορβηγών για το πρώτο τούνελ για πλοία στον κόσμο στη χερσόνησο Σταντ. Η Κίνα έχοντας βλέψεις στη ναυτιλιακή βιομηχανία πέρα από την προσέγγιση στη χώρα μας με το λιμάνι του Πειραιά, στοχεύει στον πολικό δρόμο του μεταξιού και όλα αυτά τη στιγμή που το πρώτο Containership διέσχισε τον Αρκτικό Ωκεανό χωρίς παγοθραυστικό (το τονίζω για να βάλω και στο θέμα το καίριο ζήτημα της εποχής μας, την κλιματική αλλαγή). Η Γερμανία την τελευταία εξαετία έχει χάσει το 1/3 του εμπορικού της στόλου, γεγονός που συνδέεται άρρηκτα με τον τραπεζικό τομέα της χώρας, αφού στην προσπάθεια μείωσης της έκθεσής τους σε ρίσκο, οι γερμανικές τράπεζες περιορίζουν τη χρηματοδότηση των ναυτιλιακών, αν και η χώρα συνιστά έναν από τους βασικότερους παίκτες της παγκόσμιας ναυτιλίας. Το Ιράν, λόγω των επερχόμενων κυρώσεων που ετοιμάζουν οι ΗΠΑ κατά του ενεργειακού τομέα της Τεχεράνης, που ως αφετηρία είχε την αποχώρηση των ΗΠΑ από την συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα, έχει εμφανίσει πλοία-φαντάσματα που προσπαθούν να κρύψουν την ταυτότητα των αγοραστών τους με το να απενεργοποιούν το σύστημα περνώντας τα Στενά του Ορμούζ. Η γειτονική Τουρκία επιδιώκει την επιβίωσή της, που αυτό το διάστημα η υποτίμηση της λίρας την ταλανίζει, και αναμφίβολα τα στενά του Βοσπόρου συνιστούν ένα μεγάλο γεωγραφικό πλεονέκτημα. Κι όλα αυτά είναι απλά ένα μέρος της σύγχρονης πραγματικότητας στην οποία ζούμε που επηρεάζει, άμεσα ή έμμεσα, το περιβάλλον στο οποίο δρα η ελληνική ναυτιλία.
Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ναυσιπλοΐας, πάνω από το 90% του παγκόσμιου εμπορίου γίνεται δια θαλάσσης, καθώς συνιστά την πιο οικονομική λύση για τη μεταφορά προϊόντων και πρώτης ύλης σε μεγάλο όγκο σε υγρή ή στερεά μορφή. Επομένως, η παγκόσμια σημασία της ναυτιλίας είναι καθοριστική, αφού επηρεάζει και επηρεάζεται από πολλούς τομείς της οικονομίας, λόγω της άμεσης σχέσης που έχει με αυτούς.
Συνεπώς, για τη χώρα μας αναδύονται παράθυρα ευκαιριών και είναι στο χέρι μας πόσο έξυπνα και αποδοτικά θα τις αξιοποιήσουμε διατηρώντας και βελτιώνοντας το συγκριτικό πλεονέκτημα που διαθέτουμε. Βέβαια, μια κρατική πολιτική, φιλική στη ναυτιλιακή βιομηχανία είναι επιτακτική, ειδικά τη συγκεκριμένη περίοδο που η χώρα μας προσπαθεί να ανακάμψει και χρειάζεται κεφάλαια, επενδύσεις και εξειδικευμένα στελέχη στη ναυτιλία, ώστε να αυξηθεί η απασχόληση σε αυτόν τον κλάδο. Η ναυτιλία ήταν, είναι και θα είναι όπως φαίνεται πηγή ζωής και ελπίδα για αυτή τη χώρα. Οι επερχόμενες εξελίξεις θα αποδείξουν την ετοιμότητά μας, τη στρατηγική μας σκέψη και την ικανότητά μας σε αυτόν τον τομέα.