Του Ιάσονα Χαλκίδη,
Ανέκαθεν εδώ και αρκετά χρόνια, είναι κοινώς αποδεκτό πως η Ρωσία επιδιώκει να έχει μια ενεργή και άκρως δραστήρια παρουσία στις χώρες των Βαλκανίων σε διαφόρους τομείς. Τέτοιοι τομείς θα μπορούσαν να είναι για παράδειγμα ο ενεργειακός (ο πολυσυζητημένος ρωσικός αγωγός φυσικού αερίου, η σερβική πετρελαϊκή εταιρία NIS που ανήκει στην ρωσική GAZPROM), ο οικονομικός (η κάθοδος των Ρώσων τουριστών, οι ρωσικές επενδύσεις σε χώρες όπως η Ελλάδα και το Μαυροβούνιο), και ο πολιτικός/διπλωματικός παράγοντας που διέπει φυσικά τις σχέσεις της Ρωσίας με τα κράτη των Βαλκανίων (ιδίως κράτη όπως η Ελλάδα και η Σερβία).
Παρά όμως τα όποια θετικά στοιχεία που τυχαίνει να διέπουν τις σχέσεις της Ρωσίας με τις Βαλκανικές χώρες, πρόσφατες εξελίξεις στην διπλωματική σκηνή, οι οποίες έφεραν έμμεσα σε σύγκρουση τη Ρωσία με τη Δύση, δείχνουν πως ο κραταιός επί σειρά ετών ρωσικός παράγοντας στα Βαλκάνια, άρχισε να αποκρυσταλλώνεται. Προσφάτως λοιπόν, με αφορμή δύο πολύ σημαντικά γεγονότα που διαδραματίζονται αυτή τη στιγμή στα Βαλκάνια, το δημοψήφισμα για το ζήτημα της ονομασίας της ΠΓΔΜ και την είσοδο της στους Ευρώατλαντικούς θεσμούς, αλλά και η ένθερμη κατάσταση στο Κόσοβο, όσον αφορά την οριστικοποίηση του στάτους του, η Δύση επέρριψε ευθύνες στη Ρωσία για το ότι προσπαθεί να επηρεάσει την κατάσταση στις δυο προαναφερθείσες χώρες.
Πιο συγκεκριμένα, πριν από μερικές μέρες ο Υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, Τζέιμς Μάτις, και ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ, Γενς Στόλτενμπεργκ, οι οποίοι επισκέφτηκαν τα Σκόπια στα πλαίσια ενίσχυσης του δημοψηφίσματος στην ΠΓΔΜ, κατηγόρησαν ευθέως τη Ρωσία ότι προσπαθεί να επηρεάσει την έκβαση του δημοψηφίσματος, μέσω της πολιτικής που ασκεί στη μικρή χώρα των Βαλκανίων και ότι προσπαθεί να την εκτροχιάσει από τον ευρωατλαντικό ρου που έχει επιλέξει. Τέλος, όπως είναι λογικό, την κάλεσαν να σταματήσει αυτές της τις πράξεις. Τα παραπάνω προφανώς και έλαβαν γρήγορα την αρνητική απάντηση του Ρώσου Υπουργού Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, ο οποίος τόνισε με την σειρά του πως καμία τρίτη χώρα ή οργανισμός δεν πρέπει να επεμβαίνει και να επηρεάζει μια άλλη όσον αφορά τα δικά της εσωτερικά ζητήματα ή τα ζητήματα που έχει με ένα γειτονικό σε αυτήν κράτος. Με τη σειρά του επίσης, ο Πρωθυπουργός της ΠΓΔΜ, Ζόραν Ζάεφ κατηγορηματικά απέρριψε την ύπαρξη μια τέτοιας συγκυρίας, δείχνοντας το δρόμο προς την επικύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών.
Ακόμη, στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν και οι έτερες κατηγορίες της Δύσης για τον επηρεασμό της κατάστασης για το στάτους του Κοσόβου από τη Ρωσία. Πιο συγκεκριμένα, ΝΑΤΟ και Ευρωπαϊκή Ένωση τόνισαν αρκετές φορές το γεγονός ότι η Ρωσία προσπαθεί να επηρεάσει τη Σερβία και την χρόνια στάση που κρατάει η τελευταία απέναντι στο Κόσοβο, η οποία μέχρι και σήμερα είναι αρνητική και οδηγεί συνεχώς σε αδιέξοδο τις διαπραγματεύσεις των δύο χωρών, οι οποίες έφτασαν και στο σημείο πρόσφατα να κάνουν λόγο για ανταλλαγή εδαφών. Στο συγκεκριμένο σημείο, αξίζει να σημειωθεί το γεγονός πως, παρά τη θέληση της Σερβικής Κυβέρνησης να ενταθούν παραπάνω οι ενταξιακές δραστηριότητες της Σερβίας στην ΕΕ, οι σχέσεις της με την Ρωσία, καλά κρατούν, γεγονός που όντως παίζει έναν ρόλο στην πολιτική της σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως αυτή του Κοσόβου.
Εν τέλει, το παραπάνω γεγονός της μερικής αποδυνάμωσης του ρωσικού παράγοντα στα Βαλκάνια, έρχεται να ενισχυθεί από την δραστική αλλοίωση των σχέσεων της Ρωσίας με την Ελλάδα (αμοιβαία απέλαση διπλωματών, δραστική μείωση της συνεργασίας οικονομικά) και από την επιλογή εξ ολοκλήρου του Ευρωπαϊκού δρόμου ανάπτυξης από την Βουλγαρία. Έτσι, η Ρωσία τεχνικά τείνει να χάσει δύο παλιούς της εταίρους στην περιοχή και ψάχνει την ενίσχυσή της, μέσω της συνεργασίας της με άλλες χώρες της ευρύτερης περιοχής, όπως είναι για παράδειγμα η Τουρκία. Εν κατακλείδι, όλα τα παραπάνω, δείχνουν πως το γεγονός της μείωσης της ρωσικής επιρροής στη Βαλκανική Χερσόνησο, είναι μάλλον ένα έμμεσο αποτέλεσμα της ευρύτερης Δυτικής κινητοποίησης για την εγγύηση ενός ευοίωνου ευρωατλαντικού μέλλοντος για τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων, γεγονός που θα επαληθευτεί στο εγγύς μέλλον από τις ίδιες τις εξελίξεις. Τροφή για σκέψη…
Είναι βαλκανιολόγος, 25 χρονών και κατάγεται από την Θεσσαλονίκη. Κάνει το μεταπτυχιακό του στις Ευρωπαϊκές Σπουδές, με ιδιότητα τις Δημόσιες Σχέσεις και τη Διοίκηση, στο Πανεπιστήμιο του Μάαστριχτ στην Ολλανδία. Έχει διατελέσει ερευνητής στο ΕΛΙΑΜΕΠ, έχει αρθρογραφήσει σε ιστοσελίδες και ηλεκτρονικά περιοδικά και ομιλεί 5 ξένες γλώσσες.