Του Χαρίτου Αναστασίου,
Κυρίαρχο γεωγραφικό χαρακτηριστικό της πατρίδας μας η μεγάλη διασπορά νησιών στο Αιγαίο πέλαγος. Ο τουρισμός συνιστά μακράν την κύριά τους οικονομική δραστηριότητα, με την μεγάλη μεταβολή του πληθυσμού τους κατά την θερινή περίοδο να αυξάνει σημαντικά την κατανάλωση νερού και ενέργειας, καθώς και την διαχείριση του μεγάλου όγκου των αποβλήτων τους.
Εξαιτίας της σημαντικής τους απόστασης από τα ηπειρωτικά, τα νησιά ηλεκτροδοτούνταν κατά βάση μέσα από αυτόνομες μονάδες ισχύος καύσης πετρελαϊκού καυσίμου. Το καύσιμο αυτό είναι χαμηλού ενεργειακού περιεχομένου, με σημαντικές συγκεντρώσεις θείου, καθώς και υψηλές εκπομπές αιωρούμενων σωματιδίων, τοξικών ρύπων και διοξειδίου του άνθρακα. Σε συνδυασμό με τις μεταβαλλόμενες τιμές πετρελαίου, τα μεγάλα κόστη μεταφοράς και αποθήκευσης, συντήρησης του εξοπλισμού και περιβαλλοντικών προστίμων, τα νησιά υπηρετούσε ένα απολύτως αντιοικονομικό, επισφαλές και ρυπογόνο ενεργειακό σύστημα, το οποίο και επιβάρυνε την χώρα σχεδόν κατά 600-800 εκατομμύρια ευρώ ετησίως. Το μέσο κόστος υπολογίζεται σε 337 περίπου ευρώ ανά κιλοβατώρα, ποσό τεράστιο σε σχέση με τον εθνικό μέσο όρο των 50 ευρώ, στα μικρά δε νησιά εκτοξεύεται μέχρι και σε 1,274 ευρώ. Τις περιόδους υψηλών τιμών πετρελαίου έφτανε ακόμη και το 1 δισεκατομμύριο, με τους Έλληνες πολίτες να επιβαρύνονται σχεδόν κατά 3.5 δισεκατομμύρια ευρώ την περασμένη πενταετία. Κόστη που αναμένεται να αυξηθούν σημαντικά, αφού ετησίως οι φόροι εκπομπών της ΕΕ αυξάνουν γραμμικά, ενώ οι τιμές του πετρελαίου φαίνεται να σταματούν την πτωτική τους πορεία.
Πέραν αυτού, το υψηλό ρυπαντικό φορτίο της καύσης υποβάθμιζε και υποβαθμίζει σημαντικά την μοναδική φυσική ομορφιά των νησιών, αλλά και τα επίπεδα υγείας, χώρια των λοιπών ρύπων και οχλήσεων. Είναι παραπάνω από αναγκαία η ενεργειακή ασφάλεια για μία χώρα της οποίας τα μικρά νησιά, εκτός από πηγή σημαντικού πλούτου, συνιστούν περιοχές υπό των φόβο των τουρκικών επεκτατικών και νεοοθωμανικών ονειρώξεων. Μία κίνηση είναι η κατά το δυνατόν σύνδεση των νήσων με το δίκτυο της ηπειρωτικής Ελλάδας, δεύτερον η διείσδυση του φυσικού αερίου στα μεγάλα νησιά και τρίτον και βασικότερο, η αξιοποίηση του ανανεώσιμου και αειφόρου ενεργειακού δυναμικού που η μοναδική ηλιοφάνεια, οι διαρκείς εποχικοί άνεμοι και το ηφαιστειακό τόξο του Αιγαίου προσφέρει μεταξύ άλλων απλόχερα η φύση στα νησιά μας.
Το πρώτο ζήτημα έχει αρχίσει σταδιακά να επιλύεται. Από τον περασμένο Μάρτιο αρκετά νησιά των Κυκλάδων, μεταξύ αυτών η Σύρος, η Τήνος, η Πάρος και η Νάξος τροφοδοτούνται από τον υποσταθμό του Λαυρίου, η δε Μύκονος αποτελεί την αμέσως επόμενη προσθήκη. Σε επόμενες φάσεις, οι υπόλοιπες Κυκλάδες, τα Δωδεκάνησα και η Κρήτη αναμένεται να συνδεθούν με τα ηπειρωτικά. Σε έναν ακόμη πιο ολοκληρωμένο σχέδιο η ίδια η Κύπρος και από εκεί το Ισραήλ ή η λιβυκή ακτή δια της Κρήτης θα ενώνουν τα δίκτυα τους με το ελληνικό εθνικό δίκτυο επιτυγχάνοντας έτσι, την καλύτερή του χρήση, ασφάλεια και εξισορρόπηση.
Παράλληλα, μικρά ή απομονωμένα νησάκια όπως το Αγαθονήσι, η Ανάφη, η Μεγίστη και η Γαύδος, θα πρέπει να αποκτήσουν ενεργειακή ασφάλεια μέσα από συνδυασμένα συστήματα ανανεώσιμων πόρων και φυσικού αερίου. Αυτό βέβαια επεκτείνεται και στα διασυνδεδεμένα νησιά: τα νησιά δεν μπορούν να συνιστούν αποκλειστικά αποδέκτες, αλλά και παρόχους ισχύος προς τα ηπειρωτικά, ώστε κατά τις χειμερινές περιόδους χαμηλών απαιτήσεων η αιολική, ηλιακή και γεωθερμική ισχύς να μην πηγαίνει χαμένη, αλλά να καλύπτει τις ανάγκες της ηπειρωτικής χώρας. Αντίστοιχα, στην θερινή περίοδο, το ηπειρωτικό δίκτυο μπορεί να συνεισφέρει στην κάλυψη του φορτίου αιχμής, η οποία και σε νησιά όπως η Κρήτη και η Ρόδος ξεπερνάει τα 100 MW.
Το μοναδικό ηλιακό, αιολικό, αλλά και γεωθερμικό δυναμικό της χώρας παραμένει σε μείζονα βαθμό αναξιοποίητο, εξαιτίας τόσο των θεσμικών εμποδίων που η Ελλάδα βάζει σε κάθε επενδυτική της προσπάθεια, όσο και από την δεσπόζουσα θέση της κρατικοδίαιτης και αδρανούς ΔΕΗ. Τα ελληνικά νησιά έχουν την μοναδική δυνατότητα να καλύπτουν τις ενεργειακές τους ανάγκες μέσα από ανανεώσιμα, το καλοκαίρι του 2016 η ίδια η Κρήτη κάλυψε έτσι το 60% της ενεργειακής της ζήτησης.
Μεγάλο ενδιαφέρον δείχνουν και οι τόσες ακατοίκητες βραχονησίδες που σπέρνουν το Αιγαίο, στις οποίες οι άνεμοι φτάνουν σε ταχύτητες ανοικτού πελάγους. Εκεί, αιολικά πάρκα θα μπορούσαν να λειτουργούν για μεγάλη διάρκεια παρέχοντας ισχύ στα παρακείμενα νησιά και δίχως να δημιουργούν οχλήσεις.
Η 100% κάλυψη της ηλεκτροπαραγωγής με ανανεώσιμα δεν είναι κάτι το αδύνατο. Κράτη όπως η Νορβηγία και η Ισλανδία καλύπτουν ολοκληρωτικά το δίκτυό τους μέσα από υδροηλεκτρικά, αιολικά και γεωθερμικά συστήματα. Η δανική νήσος Samso και η γερμανική πολιτεία του Sleswich-Holstein καλύπτουν εξ ολοκλήρου τις ανάγκες τους μέσα από τα αιολικά και τα ηλιακά έργα. Από φέτος, η Τήλος αποτελεί το πρώτο νησί της Μεσογείου που καλύπτει έτσι, τις ανάγκες της, με την συνολική της ζήτηση να εξυπηρετείται αποκλειστικά από ανεμογεννήτριες και φωτοβολταϊκές επιφάνειες, με ένα εξαιρετικά καινοτόμο σύστημα μπαταριών να συμβάλει στην ενεργειακή αποθήκευση και εξισορρόπηση του δικτύου. Στην νήσο Στρογγύλη, πάλι δίπλα στο Καστελόριζο, η παροχή νερού γίνεται μέσα από μία μικρής δυναμικότητας μονάδα αφαλάτωσης που λειτουργεί αποκλειστικά με ηλιακή ενέργεια, με ένα έξυπνο σύστημα διαχείρισης ενέργειας, ώστε το μέγεθος των φωτοβολταϊκών και των μπαταριών να μειωθούν κατά το μισό, περιορίζοντας δραστικά τα κόστη υδροδότησης. Τα δύο έργα ήταν αποτελέσματα ιδιωτικών δράσεων, από το project TILOS και την εταιρεία ΤΕΜΑΚ αντίστοιχα.
Οι ηλιακές και αιολικές όμως μονάδες προσφέρουν ισχύ όσο ο Ήλιος ακτινοβολεί ή ο άνεμος φυσάει δυνατά, ώρες που σπάνια αντιστοιχούν σε εκείνες της κατανάλωσης. Πέραν από επενδύσεις ενεργειακής αποθήκευσης (μπαταρίες ή αντλησιοταμίευση νερού όπου υπάρχει υψόμετρο) απαιτείται και ένα δυναμικό φορτίο βάσης με συνεχή ροή καυσίμου προς εξισορρόπηση. Εκεί, το φυσικό αέριο μπορεί να παίξει έναν δυνατό μεταβατικό ρόλο, χάριν του υψηλού του ενεργειακού περιεχομένου και αποδόσεων, καθώς και του χαμηλού του ρυπαντικού φορτίου, εφόσον περατωθούν οι απαραίτητες επενδύσεις υγροποιημένου αερίου στα νησιωτικά μας συμπλέγματα. Η ανάγκη διαχείρισης των αποβλήτων μπορεί να δώσει λύση σε αυτό το ζήτημα. Τα αστικά απόβλητα μπορούν να προσφέρουν βιοαέριο, καύσιμο αέριο σύνθεσης ή στερεό καύσιμο το οποίο και θα καλύπτει μέρος των αναγκών σε ρεύμα. Ειδικά πάλι νησιά όπως η Νάξος, η Λέσβος ή η Κρήτη με σημαντική αγροτική παραγωγή έχουν ένα σημαντικό δυναμικό σε αγροτικά απόβλητα πλούσια σε οργανικό περιεχόμενο με ακόμη καλύτερες αποδόσεις. Η Σαντορίνη και η Μήλος πρέπει κάποτε να αξιοποιήσουν τα μεγάλα θερμικά πεδία που τα ηφαίστεια προσφέρουν στο υπέδαφός τους.
Η πατρίδα μας, φτωχή μεν σε ορυκτούς πόρους και δύσβατη από κορυφογραμμές και θάλασσες, απολαμβάνει μοναδικών αειφόρων πόρων. Πόρων που θα μπορούσαν να την καταστήσουν όχι μόνο έναν δυναμικό παίκτη στην παγκόσμια προσπάθεια απέναντι στην κλιματική αλλαγή, αλλά και σε έναν δυνατό ενεργειακό κόμβο και εξαγωγέα ισχύος. Η απελευθέρωση της αγοράς, η διασύνδεση της πανεπιστημιακής έρευνας με την βιομηχανία, αλλά κυρίως η δυναμική προώθηση μίας δημιουργικής αναπτυξιακής πολιτικής αποτελούν ένα οραμα που προς το παρόν πνίγεται μέσα από την υπερφορολόγηση και τα θεσμικά εμπόδια, έτοιμο όμως να οδηγήσει στην ανάκαμψη της οικονομίας, εφόσον αποφασίσουμε να απαλλαγούμε από τις κρατικίστικες μας εμμονές.