Του Παναγιώτη Τάταρη,
Η τρίτη κατά σειρά διεύρυνση της ΕΟΚ, μετά την ένταξη της Μεγάλης Βρετανίας, της Ιρλανδίας και της Δανίας το 1973, αλλά και της Ελλάδας το 1981, έλαβε χώρα το 1986, με την ένταξη των δύο χωρών της Ιβηρικής Χερσονήσου, της Ισπανίας και της Πορτογαλίας. Με αυτή τη διεύρυνση η ΕΟΚ έκανε το πρώτο μεγάλο άνοιγμα στη νότια Ευρώπη, και με αυτό το γεγονός ολοκληρώθηκε η ένταξη τριών χωρών, που τις συνέδεε ένα χαρακτηριστικό γεγονός, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας: Η έξοδος από απολυταρχικά καθεστώτα μέσα στη δεκαετία του 1970, με τις περιπτώσεις ωστόσο, της Ισπανίας και της Πορτογαλίας να είναι δυσκολότερες, καθώς προέρχονταν από πολύχρονες δικτατορίες.
Η πιο γνωστή περίπτωση αποτέλεσε αυτή της Ισπανίας, καθώς το καθεστώς του στρατιωτικού Φρανσίσκο Φράνκο κατάφερε να εδραιωθεί και να διατηρηθεί στην εξουσία από το 1939, με το τέλος του Ισπανικού Εμφυλίου, έως το 1975 με το θάνατό του. Στο διάστημα αυτό, της κατοχής της εξουσίας από τον Φράνκο, αρχικά συνδέθηκε με τις δυνάμεις του Άξονα, αλλά η Ισπανία παρέμεινε ουδέτερη κατά τον Β` Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα επόμενα χρόνια, το καθεστώς προέβη σε εξόντωση των πολιτικών αντιπάλων του, ενώ παράλληλα συνέχισε σε προώθηση μιας ενιαίας ισπανικής ταυτότητας, αποκλείοντας οποιαδήποτε παράδοση δεν θεωρούταν από το καθεστώς ως «ισπανική», όπως επίσης απαγορεύτηκαν όλες οι ομιλούμενες στην Ισπανία γλώσσες, πλην της ισπανικής. Σε αυτό το πλαίσιο διώχθηκαν ιδιαίτερα από το καθεστώς οι Καταλανοί και οι Βάσκοι, λόγω διατήρησης των πολιτιστικών στοιχείων τους και της γλώσσας τους. Στην περίπτωση των Βάσκων, κατά την περίοδο των διωγμών εναντίον τους, ιδρύθηκε και η βασκική εθνικιστική οργάνωση ΕΤΑ. Στον οικονομικό τομέα, το καθεστώς του Φράνκο αρχικά επεδίωξε την απομόνωση και επέμεινε αυστηρά στην αυτάρκεια. Στην Ισπανία ωστόσο, μετά την απειλή μιας οικονομικής κατάρρευσης και από την αντικατάσταση των υπουργών του Φράνκο από τεχνοκράτες, με σκοπό την ένταξη της Ισπανίας στην ελεύθερη αγορά, επήλθε οικονομική ανάπτυξη, μέσω της βιομηχανίας από το 1959. Η ανάπτυξη συνεχίστηκε και μετά την πτώση του καθεστώτος Φράνκο το 1975, και σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό μετά την ένταξη στην ΕΟΚ το 1986.
Στη συνέχεια, θα περάσουμε στην περίπτωση της Πορτογαλίας. Το καθεστώς του δικτάτορα Αντόνιο ντι Ολιβέιρα Σαλαζάρ εδραιώθηκε το 1926, και κατάφερε να διατηρηθεί έως και το 1974. Κατά την σαρανταοκτάχρονη παραμονή του καθεστώτος του «Νέου Κράτους», όπως ονομάστηκε, στην εξουσία, απαγορεύτηκαν οι εκλογές, τα εργατικά συνδικάτα, αλλά και οι φοιτητικοί σύλλογοι. Ταυτόχρονα, οι πολιτικοί αντίπαλοι του καθεστώτος απομονώθηκαν είτε μέσω εξορίας είτε μέσω φυλάκισης. Κατά την περίοδο του Β` Παγκοσμίου Πολέμου, η Πορτογαλία κράτησε ουδέτερη στάση. Ακόμα, ενώ η αποαποικιοποίηση της Αφρικής είχε ολοκληρωθεί από τη Γαλλία και τη Μεγάλη Βρετανία τη δεκαετία του 1960, η Πορτογαλία ήταν η μόνη χώρα που προσπαθούσε αγωνιωδώς να κρατήσει τις αποικίες της στην Αφρική, μη υπολογίζοντας το λειτουργικό τους κόστος, αλλά και το κόστος συντήρησης των ενόπλων δυνάμεων, το οποίο αποδείχθηκε ιδιαίτερα δαπανηρό. Το τέλος του καθεστώτος επήλθε με την σχεδόν αναίμακτη «Επανάσταση των Γαρυφάλλων» τον Απρίλιο του 1974, η οποία υποκινήθηκε από δυσαρεστημένους, δημοκρατικούς στρατιωτικούς. Αμέσως ανεξαρτητοποιήθηκαν οι αποικίες της Πορτογαλίας, ενώ το 1976 διενεργήθηκαν οι πρώτες ελεύθερες εκλογές.
Μετά την πτώση των απολυταρχικών καθεστώτων σε Ισπανία και Πορτογαλία, άνοιξε ο δρόμος για τη μετάβαση στη δημοκρατία σε αυτές τις δύο χώρες, αλλά και για την ισότιμη συμμετοχή τους στην ΕΟΚ. Οι πρώτες εκλογές μετά την πτώση του Φράνκο έλαβαν χώρα τον Ιούνιο του 1977, ενώ το νέο Σύνταγμα εγκρίθηκε το Δεκέμβριο του 1978. Παράλληλα, υπεβλήθη αίτηση προσχώρησης στην ΕΟΚ στα τέλη Ιουνίου του 1977, αμέσως μετά τις εκλογές και την ανάδειξη της πρώτης δημοκρατικής κυβέρνησης. Όπως προαναφέρθηκε, στην Πορτογαλία οι πρώτες εκλογές μετά την πτώση του καθεστώτος Σαλαζάρ έγιναν το 1976, ενώ είχε προηγηθεί ένα χρόνο πριν, το 1975, η ψήφιση νέου συντάγματος. Το Μάρτιο του 1977, η Πορτογαλία καταθέτει τη δική της αίτηση προσχώρησης στην ΕΟΚ, τρεις μήνες πριν την Ισπανία. Οι δύο αιτήσεις γίνονται τελικά δεκτές και στις 12 Ιουνίου 1985 υπεγράφη η Συνθήκη Προσχώρησης στην ΕΟΚ, στη Μαδρίτη και τη Λισαβόνα, με την ίδια να αποκτά ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 1986. Μέσα από όλη την πορεία των δύο χωρών, από το 1986 μέχρι σήμερα, μπορούμε ξεκάθαρα να παρατηρήσουμε, πως η παρουσία τους στην ΕΟΚ και από το 1992 στην Ευρωπαϊκή Ένωση, έχει εδραιώσει τους δημοκρατικούς θεσμούς στο εσωτερικό τους, αποσοβώντας κάθε κίνδυνο για οποιαδήποτε συνταγματική παρέκκλιση. Ιδιαίτερα στην περίπτωση της Ισπανίας, υπάρχει πρόβλεψη για προστασία των εθνοτικών μειονοτήτων της χώρας που είχαν διωχθεί από τον Φράνκο, στην περίπτωση αυτή οι Βάσκοι και οι Καταλανοί, όπου πλέον απολαμβάνουν καθεστώς ημιαυτονομίας.
Για να κλείσουμε, η Ισπανία και η Πορτογαλία αποτελούσαν δύο χώρες της Ευρώπης, οι οποίες κυβερνήθηκαν από απολυταρχικά καθεστώτα που εδραιώθηκαν την περίοδο του Μεσοπολέμου, παράλληλα με τα πιο τρανά παραδείγματα της εποχής, τα καθεστώτα του Μουσολίνι στην Ιταλία και του Χίτλερ στη Γερμανία. Μόνο αυτά τα δύο καθεστώτα ωστόσο, κατάφεραν να επιζήσουν μετά τον Β` Παγκόσμιο Πόλεμο και να αποδυναμωθούν στα μέσα της δεκαετίας του 1970, παράλληλα, δίνοντας την ευκαιρία στις δύο χώρες να εκδημοκρατιστούν. Μεγάλο μερίδιο επιτυχίας στον εκδημοκρατισμό της Ισπανίας και της Πορτογαλίας μπορεί να πιστωθεί στην ΕΟΚ/ΕΕ, καθώς αποδέχτηκε τα δύο κράτη στους κύκλους της, σε ένα ευρύτερο πλαίσιο προστασίας δημοκρατικών θεσμών, με τις δύο χώρες να μην έχουν δεχθεί την παραμικρή απειλή για τη δημοκρατία από το 1986 μέχρι σήμερα.