Του Χαρίτου Αναστασίου,
Κλιματική αλλαγή, πεπερασμένο ορυκτών καυσίμων, ενεργειακή ασφάλεια, ανώτερη τεχνολογία: όλα τα παραπάνω στρέφουν σταδιακά τον πλανήτη προς μία όλο και περισσότερο αειφόρα περιβαλλοντικά και στηριγμένη στους ανανεώσιμους πόρους πραγματικότητα. Για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής κι ευρύτερα της περιβαλλοντικής υποβάθμισης συνιστούν βασικό μέρος της πολιτικής της ιδεολογίας. Πέραν αυτού οι Ευρωπαίοι πολίτες καταναλώνουν σχεδόν το ένα πέμπτο της ενέργειας παγκοσμίως, με την Ένωση να μένει όμως φτωχή σε ορυκτά κοιτάσματα. Ταυτόχρονα η περαιτέρω οικονομική ενοποίηση και το κάλεσμα για όλο και μεγαλύτερη απελευθέρωση και αποκέντρωση της ενεργειακής αγοράς, συντελούν στον σχεδιασμό μίας μακρόπνοης και δυναμικής ενεργειακής πολιτικής για όλη την Ευρώπη.
Η ευρωπαϊκή ενεργειακή στρατηγική επικεντρώνεται σε 5 κύριους άξονες: ασφαλή προσφορά ενέργειας, επέκταση και ολοκλήρωση της εσωτερικής ενεργειακής αγοράς, βελτίωση των ενεργειακών αποδόσεων, περιορισμό των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, καθώς και άνοδο του επιπέδου έρευνας και τεχνολογίας στην ήπειρο. Αντικειμενικός σκοπός είναι το 2050 να βρει μία Ευρώπη που θα έχει περιορίσει τις εκπομπές κατά 80%* με συμμετοχή όλων των φορέων, βελτιώνοντας ταυτόχρονα την ποιότητα ζωής και την υγεία των Ευρωπαίων και καθιστώντας την ήπειρο λιγότερο εξαρτημένη από τις εισαγωγές ενέργειας.
Στο πολύ κοντινό 2020 σχεδιάζεται οι συνολικές εκπομπές να έχουν μειωθεί κατά 20%, το 20% του ενεργειακού μείγματος να πηγάζει από ανανεώσιμες πηγές και η κατανάλωση ενέργειας να έχει μειωθεί κατά 20% χάριν μίας αποδοτικότερης τεχνολογίας. Όπως φαίνεται και στο γράφημα οι στόχοι των εκπομπών και της απόδοσης (κυανή και πράσινη γραμμή) έχουν ήδη επιτευχθεί. Στο προσεχές 2030 οι εκπομπές αναμένεται να έχουν περιοριστεί κατά 40%, τα ανανεώσιμα θα συνεισφέρουν κατά 27% τουλάχιστον και οι αποδόσεις θα έχουν βελτιωθεί επίσης κατά 27%.
Στο κομμάτι του περιορισμού των εκπομπών κυρίαρχο ρόλο παίζει το Ευρωπαϊκό Σύστημα Εκπομπών (Emissions Trading System-ETS) που αποτελεί μία ελεύθερη αγορά δικαιωμάτων εκπομπών, για τις βιομηχανίες και τον αεροπορικό τομέα της ΕΕ. Βασισμένη στην αρχή «όποιος ρυπαίνει πληρώνει», η Ένωση εκδίδει κάθε χρόνο ένα μέγιστο όριο επιτρεπτών εκπομπών αερίων θερμοκηπίου (cap), τα δικαιώματα των οποίων και κατανέμει αναλογικά στα μέλη της. Έπειτα δημοπρατούνται στις εταιρείες και κάθε ένα αντιστοιχεί σε ένα τόνο διοξειδίου του άνθρακα ή στο αντίστοιχο άλλου αερίου. Κάθε ρυπαντής οφείλει στο τέλος της χρονιάς να παρουσιάσει δικαιώματα εκπομπών που αντιστοιχούν στις ετήσιες εκπομπές, ειδάλλως τα πρόστιμα είναι βαρύτατα. Για τον περιορισμό των εκπομπών στους άλλους τομείς η ΕΕ έχει αναπτύξει το Effort-sharing decision, το οποίο προϋποθέτει μειώσεις εκπομπών της τάξης του 20% για τα πλουσιότερα μέλη, έως και αυξήσεις κατά 20% για τα φτωχότερα.
Ξεχωριστοί εθνικοί στόχοι υφίστανται για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, βάσει και του τι έχει κάνει κάθε κράτος ως τώρα. Χώρες όπως η Σουηδία, η Δανία, η Πορτογαλία και η Γερμανία με μεγάλη χρήση ανανεώσιμων έχουν στόχους της τάξης του 45-50%. Οι νέες και καθαρές ανανεώσιμες τεχνολογίες αποσκοπούν όχι μόνο στον μετριασμό των εκπομπών, αλλά και στην ενεργειακή αυτονομία. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 53% των ενεργειακών αναγκών της Ευρωπαϊκής Ένωσης καλύπτονται μέσω εισαγωγών από περιορισμένο αριθμό παραγωγών που λειτουργούν ως καρτέλ, συχνά επίφοβων, ασταθών και εχθρικών (αραβικά κράτη, Ρωσία, Αλγερία).
Μέσα από προγράμματα όπως το SET (Strategic Energy Technology) plan η Ένωση αποσκοπεί να μετατρέψει την Ευρώπη σε παγκόσμιο ηγέτη στην επιστήμη και την τεχνολογία των ανανεώσιμων (40% παγκοσμίων ευρεσιτεχνιών, 143 δις. έσοδα το 2014, 3,5 εκ. θέσεις εργασίας, επιπλέον 2 εκ. ως το 2020). Η παράλληλη βελτίωση των ενεργειακών αποδόσεων στα μέσα της ζωής μας, από τους κινητήρες των οχημάτων, μέχρι και τις οικιακές ηλεκτρικές συσκευές είναι ικανή να μειώσει τα οικιακά κόστη κατά μέσο όρο 500 ευρώ. Η βελτίωση της ποιότητας του αέρα και του περιβάλλοντος από την μείωση των συνολικών ρύπων, η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας σε διαρκώς ανερχόμενους τομείς και η προώθηση μαζί της καινοτομίας και της ανταγωνιστικότητας στο αχανές και ανεξερεύνητο ακόμη πεδίο της αειφορίας, είναι τα παρελκόμενα μίας μετάβασης που θα αλλάξει δραστικά το πρόσωπο της Ευρώπης.
Τέλος, η ενεργειακή ολοκλήρωση. Οι ανανεώσιμοι πόροι λειτουργούν κατά κύριο λόγο όσο ο αέρας φυσάει ή ο ήλιος φέγγει πάνω στην Γη, η παραγωγή τους δε συμβαδίζει εύκολα με την κατανάλωση. Ένα ευφυές και λειτουργικό δίκτυο, με μονάδες ικανές να αποθηκεύουν την περίσσεια ενέργειας για μελλοντική χρήση (μέσω μπαταριών, άντλησης νερού και άλλων) ή να την κατανέμουν κατά τον βέλτιστο τρόπο αποτελεί την αμέσως επόμενη πρόκληση. Ένα έξυπνο δίκτυο που να μπορεί να προσφέρει την ακριβή ενέργεια όπου και όποτε χρειάζεται, περιορίζοντας την περιττή σπατάλη και διασυνδέοντας κατά έναν συμβολικό τρόπο το δυνατό αιολικό δυναμικό του ευρωπαϊκού βορρά, με το ισχυρό ηλιακό του μεσογειακού νότου ή το κυματικό των ακτών του Ατλαντικού.
Ο μακροπρόθεσμος ευρωπαϊκός ενεργειακός στόχος είναι ένα ολοκληρωμένο σύστημα αποθήκευσης, διαχείρισης και προσφοράς ενέργειας από ένα μεγάλο και αποκεντρωμένο πλήθος παραγωγών, σε μία τεράστια ενεργειακή αγορά. Ένα σύστημα τόσο αειφόρο και χαμηλών εκπομπών, όσο ασφαλές, σταθερό και ευαίσθητο στις ανάγκες της ζήτησης ταυτόχρονα. Η επίτευξή του θα αποτελεί ίσως την σημαντικότερη πράξη της Ένωσης μετά από αυτή της διατήρησης της ειρήνης στην άλλοτε ταραγμένη ήπειρο.
Αναγνωρίζοντας την παγκόσμια προσπάθεια για την σταθεροποίηση της θερμοκρασίας και του κλίματος, η Ευρώπη στέκεται αποφασιστικά υπεύθυνη δείχνοντας για άλλη μία φορά στον πλανήτη τον πραγματικό της ρόλο: σαν της ηπείρου που πάντα άλλαζε την ροή της ιστορίας και κατεύθυνε αποφασιστικά τις μοίρες του κόσμου, συνήθως προς το καλύτερο…