Της Γιώτας Κοσκινά,
Ο ανασχηματισμός ή αλλιώς η αλλαγή των μελών του κυβερνητικού σχήματος είναι μία συνηθισμένη πολιτική τακτική στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, την ευθύνη της οποίας φέρει ο ίδιος ο πρωθυπουργός.
Ο ανασχηματισμός του κυβερνητικού σχήματος είναι ένα εργαλείο ανασύνταξης των δυνάμεων της εκάστοτε κυβέρνησης συνήθως μετά από μία σοβαρή φθορά του γοήτρου της στην κοινωνία ή μία έμμεση παραδοχή λαθών και ευθυνών ή και ακόμα η διάσταση απόψεων και η έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ πρωθυπουργού και συγκεκριμένων υπουργών. Σκοπός του είναι η αντικατάσταση βασικών κυβερνητικών στελεχών με νέα, συχνά άφθαρτα πρόσωπα που θα ανανεώσουν το κυβερνητικό σχήμα και θα φέρουν μία πνοή πολιτικής αλλαγής στη κοινή γνώμη, προκειμένου μα ανακοπεί η κυβερνητική φθορά.
Στην Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες ο ανασχηματισμός έχει διαστάσεις κυβερνητικής κρίσης και συνάμα επικοινωνιακού παιχνιδιού. Έχουμε συνηθίσει μετά από μεγάλα σκάνδαλα ή σοβαρά και επιβλαβή γεγονότα για την εικόνα της εκάστοτε κυβέρνησης να περιμένουμε έναν ανασχηματισμό και μέχρι να ανακοινωθεί επίσημα οι φήμες για το ποιος θα αποχωρήσει από το κυβερνητικό σχήμα ή ποιος θα μετακινηθεί σε άλλο χαρτοφυλάκιο κατακλύζουν τηλεοράσεις, ίντερνετ και social media, ενισχύοντας την παραφιλολογία.
Οι μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις χρησιμοποιούν τους ανασχηματισμούς σαν μηχανισμό αναδιανομής των εσωκομματικών τους εξουσιών, καθώς συχνά η απόφαση ενός πρωθυπουργού να προβεί σε ανασχηματισμό του προκαλεί τριγμούς στη διατήρηση των ισορροπιών στο κόμμα του. Η επιλογή των προσώπων είναι συχνά βραχνάς για τον ίδιο τον πρωθυπουργό, αφενός γιατί σε καμία περίπτωση δεν θέλει με την τοποθέτηση ενός προσώπου σε ένα υπουργείο να περάσει λάθος μηνύματα στους πολίτες και αφετέρου το πρόσωπο που καλείται να τοποθετήσει θα πρέπει να είναι ικανό να υλοποιήσει το κυβερνητικό έργο από τη θέση ευθύνης του.
Ένας προεκλογικός ανασχηματισμός πάντα θεωρούνταν ως «θόλωμα των νερών» τόσο από τη μείζων όσο και από την ελάσσων αντιπολίτευση, καθώς δεν αλλάζει κάτι ουσιώδες, απλά ανακατεύονται τα ίδια συστατικά εκτελώντας μία αποδεδειγμένα αποτυχημένη συνταγή. Έλληνες πρωθυπουργοί ύστερα από μεγάλες κρίσεις, τα τελευταία χρόνια έχουν τολμήσει αυτό το εγχείρημα, χωρίς όμως να έχουν θεαματικά αποτελέσματα στην ανατροπή της κοινής γνώμης.
Πιο συγκεκριμένα, ανατρέχοντας στα τελευταία δέκα -περίπου χρόνια- λίγους μήνες πριν τις εκλογές (πρόωρες και μη) σε ανασχηματισμούς έχουν προβεί οι κυβερνήσεις του Κων/νου Καραμανλή (2007-2009), του Γεωργίου Παπανδρέου, του Αντώνη Σαμαρά και τώρα του Αλέξη Τσίπρα. Ο Κων/νος Καραμανλής επέλεξε να αλλάξει το κυβερνητικό του σχήμα τον Ιανουάριο του 2009, εννέα περίπου μήνες πριν τις πρόωρες εθνικές εκλογές του Οκτωβρίου, μία δύσκολη περίοδο όπου η κυβέρνηση βασανιζόταν από τα αποτελέσματα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και τα μέτρα τα οποία καλούνταν να λάβει για την αντιμετώπιση της, καθώς και από το τέλμα στο οποίο βρισκόταν με την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας. Στη περίπτωση του Γεωργίου Παπανδρέου όμως, ο ανασχηματισμός που έκανε τον Ιούνιο του 2011 δεν ολοκληρώθηκε με εθνικές εκλογές αλλά με την παραίτηση του το Νοέμβριο του ίδιου έτους και το διορισμό κυβέρνησης συνεργασίας με κόμματα της αντιπολίτευσης, διορίζοντας πρωθυπουργό τον Λουκά Παπαδήμο. Εν συνεχεία, το 2014, λίγο μετά τις ευρωεκλογές και τις αυτοδιοικητικές εκλογές και λίγους μήνες πριν τις πρόωρες εθνικές εκλογές, ο Αντώνης Σαμαράς έχοντας υποστεί το πλήγμα των ασύμφορων μέτρων των μνημονίων ακολουθεί την επιλογή της αλλαγής του κυβερνητικού σχήματος συνεργασίας, συγχωνεύοντας και μετονομάζοντας υπουργεία και αλλάζοντας βασικά καίρια υπουργικά πρόσωπα. Φτάνοντας σιγά σιγά στο σήμερα φαίνεται να ζούμε το ίδιο σενάριο των προηγούμενων χρόνων. Μετά από μία φονική πυρκαγιά (στην Αττική αυτή τη φορά) και ένα χρόνο πριν τις προγραμματισμένες εθνικές εκλογές, η κυβέρνηση προσπαθώντας να δείξει ότι αναγνωρίζει τα λάθη της (μετά από δύο μήνες) ανανεώνει τα πρόσωπα προκειμένου να φέρει (μάταια όπως έχει δείξει η πρόσφατη ιστορία) αλλαγή της κοινής γνώμης για τα κυβερνητικά λάθη.
Σίγουρα ο ανασχηματισμός είναι ένα ισχυρό, ύστατο τέχνασμα που χρησιμοποιεί η εκάστοτε κυβέρνηση με απώτερο σκοπό την βελτίωση του δυσοίωνου -για αυτήν- εκλογικού αποτελέσματος. Χάρη σε αυτό το κύκνειο άσμα όμως, τίθεται -κάποιες φορές- έστω και την τελευταία στιγμή η ευκαιρία να αναδειχθούν κάποια ικανά και αξιόλογα στελέχη, τα οποία θα έχουν την ευκαιρία να πράξουν ένα σύντομο μεν, αξιόλογο δε έργο.
Εν κατακλείδι, βασιζόμενοι στην πρόσφατη ιστορία συμπεραίνουμε ότι όταν ένας πρωθυπουργός αποφασίσει να προβεί σε έναν ανασχηματισμό λίγους μήνες πριν στηθούν οι κάλπες, τότε το μόνο σίγουρο είναι η φθορά του γοήτρου της πάλαι ποτέ ισχυρής -όσο ήταν- κυβέρνησης και η τελευταία ελπίδα για αναχαίτιση των δημοσκοπικών δυνάμεων.
Γεννήθηκε στην Αθήνα και μεγάλωσε στον Πειραιά. Αποφοίτησε το 2016 από το τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου με κατεύθυνση την Πολιτική Επιστήμη. Είναι μεταπτυχιακή φοιτήτρια του τμήματος Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης στο μεταπτυχιακό με τίτλο «Πολιτική και Διαδίκτυο» του Πανεπιστημίου Αθηνών. Εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα ως επικοινωνιολόγος.